Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Μα εγώ όχι τούπα... α! θάβγαινα πολύ πιο κερδισμένος... Μα τώρα τόσο μου στρατό σαν πήρα στο λαιμό μου με τις περφάνιες μου, δειλιώ τους Τρώες ν' αντικρύσω, 105 μήπως γυρίσει και μου πει κανείς χειρότερός μου 'Λαμπρή η αντριά του Έχτορα που ρήμαξε τον τόπο! Έτσι θα πουν.
Γιατί, αποκρίνεται, δυο μέρες πολεμήσατε και κεφάλι δεν είδα να σηκώσετε... Τότες θύμωσα κι εγώ και τούπα: Πες του, μωρέ, πως τα ρωμαίικα κεφάλια αξίζουν και δε πααίνουνε χαμένα μ' ένα δράμι μπαρούτι κι ένα βόλι. Να! που σας είπα για τον πόλεμο, μωρέ παιδιά.
Δεν βουβαινόμουνα που είπα να αναιβούνε 'ς τη καρυά! Κ' εκράτει σφιγκτά τους κροτάφους της· της εφαίνετο ότι ήθελε να 'φύγη ο νους της. Ενίοτε δε διέκοπτε τας θρηνώδεις αναφωνήσεις της λέγουσα: — Δεν τούπα να μη πάρ' βακούφκα! Να κακό πάλι που μας ηύρε!
Εκεί ο γοργός Αντίλοχος ως στ' Αχιλέα φτάνει με τα μαντάτα, κι' ήβρε τον π' ομπρός στα τρεχαντήρια στο νου ίσα ίσα αφτά 'βαζε που τούχαν τύχει κιόλας, κι' έτσι έλεγε στενάζοντας μες στη γερή καρδιά του 5 «Ωχού, τι πάλι τσάκισαν ως στα καράβια τάχα οι Δαναοί, και τρέχουνε στον κάμπο αλαφιασμένοι; Λες οι θεοί πως τους κακούς να μούκαναν σκοπούς τους, σαν που μου ξήγαε η μάννα μου και μούλεγε πως όσο ακόμα ζω, ένας αρχηγός τρανός των Μυρμιδόνων 10 θ' αφίσει του ήλιου το φως από κοντάρι Τρώων; Ωχού, ναι ο Πάτροκλος θαρρώ θα μούπεσε στη μάχη... ο έρμος! μα δεν τούπα εγώ, σα σώσει απ' την κορώστρα φωτιά τα πλοία, δίχως πια πολέμους να γυρίσει;»
Σε μια δυο μέρες θα πάη ο ξάδερφός σου ο Βασίλης του παπά για να κυνηγήση. Τούπα να πάτε μαζή και τάκουσε με πολλή του χαρά. Θα σου βρη, λέει, κέναν τσιφτέ να σε μάθη να κυνηγάς. Κιο Βασίλης, ως θάκουσες, έχει γενεί καλός κυνηγός. Ποτέ δε γυρίζει χωρίς λαγό. Η ιδέα της μητέρας μου μενθουσίασε. Το τουφέκι και το κυνήγι ήσαν από τους μεγάλους μου πόθους. — Θες να πας; με ρώτησε η μητέρα μου.
Αι τελευταίαι της λέξεις, όταν απέθνησκεν, ήσαν: — Δεν τούπα τ' μακαρίτ' να μη πάρ' βακούφκα! Ταύτα επρόφερεν η πτωχή με τα ξηρά του θανάτου χείλη ενώπιον του αγγέλου της, και έκλεισε διά παντός τους οφθαλμούς της.
— Τ' ήτανε πάλε τούτο το ξαφνικό, Καπεταν Γιάννη! τούπα με καλωσύνη, δίνοντας του το χέρι Όλο το νησί σταυροκοπιέται.. Γύρισε και με κύτταξε. — Κάθεσαι λιγάκι; μου είπε. Και τράβηξε το τσιμπούκι του, σαν να τραβούσε με τον καπνό μαζί όλες τις θύμησες της ζωής του. Ύστερα φούσκωσε τα μάγουλά του και τίναξε το πυκνό σύννεφο προς τον ουρανό. — Αμ' γι' αυτό ήρθα, του είπα. Να καθήσω.
Μα ο Στρατής δεν ήκαμε καλά να μανίση και να σε προσβάλη γιατί 'πες ένα πράμμα απού δεν εκάτεχες πως ήτονε κακό. — Δεν τούπα πράμμα κακό, θεόψυχά μου! είπε με ζωηρότητα ο Μανώλης. — Είπες του πως ο Τερερές φοβερίζει να σε δέση και τον ερώτας είντα δέσιμο θα σου κάμη. Αυτά τα πράμματα δεν τα λένε μπροστά σε κοπελλιές. Μα ας είνε, δεν εχάλασε δα κι ο κόσμος.
ΛΕΛΑ — Κάθε άλλο Τούγραψα εκείνα που τούπα και προφορικώς. Πως είναι ελεύθερος δηλαδή να κάμη ό,τι θέλει. Ότι εγώ δεν είμαι γυναίκα για να αφοσιωθώ, ούτε να ζηλέψω. Τον συμβούλευσα να πανδρευθή με μια τίμια γυναίκα για το χατήρι της κόρης του και τον βεβαίωσα πως εγώ θα κρατήσω πάντα την καλύτερη ενθύμησι της αγάπης του και θα είμαι ευτυχισμένη να ξέρω πως είναι ευτυχής. Εγώ, του είπα, φεύγω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν