United States or Isle of Man ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί ο γοργός Αντίλοχος ως στ' Αχιλέα φτάνει με τα μαντάτα, κι' ήβρε τον π' ομπρός στα τρεχαντήρια στο νου ίσα ίσα αφτά 'βαζε που τούχαν τύχει κιόλας, κι' έτσι έλεγε στενάζοντας μες στη γερή καρδιά του 5 «Ωχού, τι πάλι τσάκισαν ως στα καράβια τάχα οι Δαναοί, και τρέχουνε στον κάμπο αλαφιασμένοι; Λες οι θεοί πως τους κακούς να μούκαναν σκοπούς τους, σαν που μου ξήγαε η μάννα μου και μούλεγε πως όσο ακόμα ζω, ένας αρχηγός τρανός των Μυρμιδόνων 10 θ' αφίσει του ήλιου το φως από κοντάρι Τρώων; Ωχού, ναι ο Πάτροκλος θαρρώ θα μούπεσε στη μάχη... ο έρμος! μα δεν τούπα εγώ, σα σώσει απ' την κορώστρα φωτιά τα πλοία, δίχως πια πολέμους να γυρίσει

Τότ' απαντά ο Αντίλοχος, ο γνωστικός λεβέντης «Συμπάθα, τι είμαι εγώ πιο νιός, αφέντη μου Μενέλα, μα εσύ είσαι γεροντότερος και πιό 'σαι ανότερός μου. Ξέρεις πώς σφάλλουν πάντα οι νιοι και πώς παραστρατούνε, τι ο νους τους αφαρπάζεται, ρηχιά τους είναι η σκέψη. 590 Για αφτό μη με συνεριστείς.

Αφτούς, ο γιος του Μηκιστιά τους νέκρωσε τα κάλλη και την ψυχή, και τ' άρματά τους έβγαλε απ' τους ώμους. Κατόπι τον Αστύαλο ο Πολυποίτης σφάζει. Μια του Δυσσέα κονταριά ξαπλώνει τον Πιδύτη· 30 το θεογέννητο Αρετά κι' ο Τέφκρος θανατώνει, και κάρφωσε ο Αντίλοχος με το λαμπρό κοντάρι τον Αβληρό.

Όμως τον είδε ο γλήγορος Αντίλοχος, και βγήκε 565 όξω απ' τους πρώτους, τρέμοντας μην τίποτα τους πάθει ο βασιλιάς και χάσουνε του κάκου τόσους κόπους.

Τότε όρμησε ο Αντίλοχος και μια στην κεφαλή του σπαθιά του σέρνει, πούπεσε οχ τ' όμορφό του αμάξι 585 με το κεφάλι, στ' απαλό απάνου και στους ώμους, φυσώντας, μες στα χώματα.

Τέταρτος ο Αντίλοχος να παραβγεί σηκώθη, του Νέστορα ο λεβέντης γιος, του στεριοστήθα γέρου, και διο καλότριχα άλογα μ' ακούραστα ποδάρια στ' αμάξι ζέβει, θρέμματα της αμμουδάτης Πύλος.

Πρώτος οχτρό ο Αντίλοχος χαλκόπλιστο σκοτώνει, το Χέπωλο, ένα απ' τα καλά των Τρώων παλικάρια· αφτόνε πρώτος βάρεσε στου φουντερού του κράνους τη λάμα ομπρός, και τούμπηξε στο κούτελο του τ' όπλο, 460 κι' ως μέσα η μύτη χώθηκε το κόκκαλο περνώντας, και του σκοτείνιασε το φως· σαν πύργος τότες χάμου γκρεμίστη ο νιος μες στην καρδιά της λυσσασμένης μάχης.