United States or Curaçao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έλαβον άκραν χαράν και αγαλλίασιν, όταν ελευθερώθην από εκείνο το πονηρόν ζώον· έμεινα τότε τρόπον τινά παρηγορημένος επειδή και εις εκείνας τας ημέρας που το ζώον εκείνο με έφερεν ένθεν κακείθεν ωσάν το άλογον, δεν είδα καμμιάς λογής ζώον άγριον εκεί, αλλά μόνον πουλιά που εκελαδούσαν, λαγούς διαφόρων ειδών και άλλα μικρά ζώα αβλαβή, τα οποία δεν μου επροξενούσαν κανένα φόβον.

Την ερχομένην ημέραν διατρίβοντας ένθεν κακείθεν εις το νησί άφοβα, βλέπω εις την άκραν από ένα ποταμάκι ένα γεροντάκι· επλησίασα προς αυτό, του ωμίλησα και το εχαιρέτησα, αλλά δεν με απεκρίθη, παρά μόνον με την κλίσιν της κεφαλής, και ενόμισα, ότι είχε ναυαγήση ωσάν και εγώ.

Και ηύξανεν η ορμή του ανέμου, το δε πλοίον εσείετο επί μάλλον και μάλλον, και εκυλίετο ένθεν κακείθεν, και επήδα υψούμενον και καταπίπτον.

Όταν δε συνήλθα εις τον εαυτόν μου και στοχαζόμενος ότι τα πλούτη είναι πρόσκαιρα και εύκολα φθείρονται, μάλιστα με την τρυφηλήν ζωήν που εγώ έως τότε έζησα και εάν ακολουθήσω και εις το εξής με την ιδίαν γνώμην και ζωήν, θέλω εξοδεύσει τα πάντα και θέλω μείνει πένης πενήτων και όσοι ήσαν φίλοι μου εις την ευτυχίαν μου και εξεφάντωναν μαζί μου, τότε θέλουν με αποστραφή και θέλουν με περιπαίζει, όθεν θέλω γίνει παίγνιον εις τον κόσμον δυστυχής εις το επίλοιπον της ζωής μου, άχρηστος εις την πολιτείαν και τέλος πάντων πλανώμενος ένθεν κακείθεν θέλω χαθή απελπισμένος· λοιπόν τι μέλλει γενέσθαι περί εμού;

Περιττόν, υποθέτω, να σταθώμεν ενώπιον του μικρού αυτού θεατριδίου, το οποίον περικλείει ολόκληρον μία και μόνη ρυπαρά σινδών, και εις του οποίου την ανοικτήν θυρίδα κινούνται ένθεν κακείθεν δυο τρεις πλαγγόνες, συνδιαλεγόμεναι ακατανόητα διά του στόματος του κινούντος αυτάς θεατρώνου. Είνε τόσον αδέξιαι, ώστε ουδέ να δαρώσι καν προσηκόντως δεν κατορθόνουσιν. Ας προχωρήσωμεν.

Υπερισχύσαντες δε οι Αλβανοί ήρπασαν αυτήν και αφού εν θριάμβω την περιέφερον ένθεν κακείθεν, την επώλησαν επί αδρά αμοιβή προς τον βέην των Σαλόνων, όστις και διέταξε να στηθή επί τινος κοπρώνος. Ο Ανδρούτζος θρηνών τον θάνατον του Βλαχοθανάση είπε: Πέντε παιδιά μου σκότωσαν και το Βλαχοθανάση, Πέντε πλευρά μου τζάκισαν και τη δεξιά μου πλάτη.

Και όταν εξημέρωσεν εκίνησα πάλιν μέσα εις το δάσος περιπατώντας και θεωρώντας ένθεν κακείθεν μήπως ιδώ καμμίαν πολιτείαν.

Ούτος κατά την ώραν της εκτελέσεως αναχαιτίζεται υπό σκέψεων παμπληθών, των οποίων η γυνή, καθ' ό ευπαθεστέρα, μένει απηλλαγμένη. Η διάνοια αυτής, μη διασπωμένη ένθα κακείθεν δεν αποπλανάται· βλέπουσα δ' ευκρινώς τα ενώπιον αυτής κείμενα, δύναται εν στιγμή κινδύνου ή κρίσεως, να ίδη διέξοδον ή απαλλαγήν, όπου ο νους του ισχυροτέρου φύλου εκθαμβούται.

Επέρασα το επίλοιπον εκείνης της ημέρας περιπατώντας ένθεν κακείθεν, μήπως και εύρω καμμίαν στράταν να έβγω έξω, αλλά ματαίως· την ερχομένην νύκτα, διά να φυλαχθώ από τους δράκοντας, εμβήκα εις μικρόν σπήλαιον, που μόλις με εχωρούσε και με μεγάλες πέτρες έκλεισα την θύραν του σπηλαίου διά προφύλαξίν μου.

Ο γονός εξερχομένος πρώτην φοράν εις το φως της ημέρας πλανάται προς ολίγον ένθεν κακείθεν και προσκολλάται μετά ταύτα επί τινος αποτόμου πέτρας, ή κάθηται επί κλαδίσκου τινός δένδρου.