United States or Côte d'Ivoire ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο παπά-Βαγγέλης ήτο ακόμη στην εκκλησιά, δεν είχεν απολύσει η λειτουργία. Ήτον σαρανταήμερον, παραμοναί των Χριστουγέννων, και, κατά το έθος, η μυσταγωγία ετελείτο καθημερινώς εις τους ναούς.

Μίαν πρωίαν μετά δύο ημέρας, νύκτα-νύκτα, υπό τας ελαίας και τας κυπαρίσσους και μίαν υψηλόκλαδον πλάτανον, εγλυκόφεγγεν ο μικρός ναΐσκος του αγίου Γεωργίου, πέραν εκεί, παρά την άμπελον της Θωμαής. Ετελείτο εν αυτώ λειτουργία την πρωίαν εκείνην.

Ή την προσεχή Λαμπρήν ή ποτέ· και πάλιν κατά το Πάσχα δεν θα ετελείτο ο γάμος, αλλ' ο επίσημος αρραβών, τον οποίον θα επηκολούθει ο γάμος μετά δύο μήνας. Τότε πάλιν εσκέφθη ο Μανώλης να φύγη εις τα βουνά και να κόψη πάσαν σχέσιν με τους ανθρώπους. Αλλά δεν εβράδυνε να εννοήση ότι του ήτο αδύνατον πλέον ν' απομακρυνθή από το χωριό. Ήτο δεσμώτης.

Είχεν ιδρυθή υπό Ιούδα του Μακκαβαίου προς τιμήν του καθαρισμού του Ναού κατά το έτος 164 π. Χ., έξ και ήμισυ έτη μετά την φοβεράν βεβήλωσίν του υπό Αντιόχου του Επιφανούς. Καθώς το Πάσχα και η Σκηνοπηγία, διήρκει οκτώ ημέρας, και ετελείτο εν μεγάλη χαρά και ευφροσύνη.

Κατ’ αυτήν την ημέραν της αφίξεως της Ιωάννας παράδοξός τις τελετή ετελείτο περί τας εκκλησίας της Ρώμης εις τιμήν των αρχαίων θεών. Χοροί μεθύσων χριστιανών εχόρευον ψάλλοντες βέβηλα άσματα, κράζοντες Ε ύ ο ί!

Μήπως ωδηγήθην εις το μπουντρούμι να περιμείνω εκεί την προσεχή θυσίαν, ήτις θα ετελείτο μετ' ολίγους μήνας; Αντελήφθην ότι δεν μπορούσε να είναι έτσι. Τα διαθέσιμα θύματα είχον αποσυρθή. Εξ άλλου το παλαιό μπουντρούμι μου είχε, καθώς όλα τα μπουντρούμια εν Τολέδη, λιθόστρωτον το πάτωμα και το φως δεν είχεν εκδιωχθή παντελώς εξ αυτού.

Όσον την έβλεπε ν' αναπτύσσεται, ωραία, λυγερή μαυρομμάτα, ηύξανε και η αγάπη του προς αυτήν· ήτο υπερήφανος και ηυφραίνετο με τα όνειρα τα οποία εφαντάζετο πραγματικά, τότε δε, ωσάν να ετελείτο εις την καρδίαν του μέσα μία μυστική πανήγυρις. Ήτο όμως και πολύ δύσκολος επάνω σ' αυτό.

Διότι η Ροζαλίνα ουδέν ήτο πλέον, ή το όνομα, εν ω ενεσαρκούτο, ούτως ειπείν, η ερωτική κλίσις της θαλεράς αυτού φαντασίας.» «Λοιπόν τον έρωτα κι' αυτή να την γελάση αφήκε, πούναι δεκατριών χρονών, δεκατεσσάρων 'μπήκε. » Ετελείτο δ' η εορτή αύτη την πρώτην Αυγούστου.

Και την πρωίαν εκείνην, κατά την συνήθειάν της η Αρφανούλα, πριν μεταβή εις το εργοστάσιον, διερχομένη, εμβήκεν εις την Καπνικαρέαν, κ' ελαφρά-ελαφρά, ως πτηνόν βηματίζουσα, με την ελαιόχρουν κοντήν μπερτίτσαν της και με το εκ μαύρου ψιαθίου καπελάκι της, ήναψε κηρίον εις το εικονοστάσιον, ησπάσθη ευλαβώς την εικόνα της Θεοτόκου και ρίψασα βιαστικά βλέμματα προς το βάθος όπου ετελείτο η θεία Μυσταγωγία, έκαμε πεντέξ σταυρούς ακόμη, βιαστικά, κ' εξήλθε πάλιν, ελαφρά-ελαφρά βηματίζουσα ως πτηνόν, η Αρφανούλα με την κοντήν μπερτίτσαν της, κατευθυνομένη με σπουδήν, προς την οδόν Ερμού, εις το εργοστάσιον, ως πτηνόν κυνηγημένον.