United States or Peru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' εκείνος απεκρίθηκε: «Ξεκληρισμένε νόθε, »εάν αντίκρυ σου σταθώ και σε κηρύξω ψεύτην, »ποια είναι η αξία σου και ποια η αρετή σου, »ώστε τα λόγια που θα 'πής κανείς να τα πιστεύση; »Όχι· τα πάντα θ' αρνηθώ, και αν το γράψιμόν μου »το φέρης ως απόδειξιν θα τ' αρνηθώ τα πάντα, »ή θ' αποδώσω κάθε τιτην παρακίνησίν σου, «εις την δολοπλοκίαν σου κ' εις τα τεχνάσματά σου. »Πρέπει κουτόν παρά πολύ τον κόσμον να τον έχης, »από τον νουν αν σου περνά πως θα τον καταπείσης »ότι δεν είχες αφορμήν τον λάκκον μου να σκάψης »και ότι του θανάτου μου δεν σ' έσπρωξε το κέρδος».

Είδε που ερχότανε καταπάνω του ο ακόλουθος της Βασίλισσας και θέλησε να φύγη. Ο Περινίς τον εστύλωσε στο γκρεμό της παγίδας: «Σπιούνε που πρόδωσες τη Βασίλισσα, να φύγης μου θέλεις, αί; Κάθησε αυτού κοντά στον τάφο, που μοναχός σου έκαμες κι' όλα τον κόπο να σκάψης». Το ραβδί του στριφογύρισε στον αέρα βουίζοντας.

Οχ τι φωτιά ανυπόφερτη τα σωθικά μου παίρει, Τώρα που σε χωρίζομαι τι λαύρα που με δαίρει! Ζώντας εγώ να στερευτώ τα μάτια τα δικά της; Έβγα ψυχή μου κι' άφσε με νεκρό κορμί σιμά της! Σ' αφίνω υγιά χρυσό πουλί, για μένα μη δρακρύσης. Αν μ' αγαπάς και σου πονεί τον πόνο να φτουρήσης. Αν κλαίγω, εγώ μη κλαις εσύ, γιατί αν σ' ιδώ να κλάψης, Βάλε κυρά μου γλήγορα τον τάφο να μου σκάψης.

Εδοκίμασα κ' εγώ άπαξ, αλλά δεν ηδυνήθην να εργασθώ πλέον των δέκα λεπτών. — Δεν ξέρεις να σκάψης, μου είπεν ο Νικολός. — Δεν είναι για τα χεράκια σου, είπεν ο Γιαννιός. Εγώ εν τούτοις την περισσοτέραν ώραν εκαθήμην μόνος μακράν από την γινομένην σκαφήν, προς την νοτιοδυτικήν γωνίαν της πλευράς του μοναστηρίου, ολίγα βήματα παραπάνω από το μονοπάτι, το φέρον κάτω προς το ρέμμα.

Εμβαίνοντας λοιπόν μέσα εις τον ναόν ευχαρίστησα την τύχην μου, που με εφύλαξεν έως τόσον ζωντανόν· εξενύκτησα μέσα εις τον ναόν εκείνην την νύκτα και εις το όνειρον μου εφάνη ένας σεβάσμιος, γηραλέος την μορφήν και λέγει· εάν σκάψης υποκάτω όπου κοιμάσαι, θέλεις εύρει ένα δοξάρι με σαΐτες μολυβένιες, κατασκευασμένες υποκάτω εις κάποιον αγαθοποιόν πλανήτην, διά να ελευθερωθή το ανθρώπινον γένος από πολλά κακά που του επανίστανται· έπειτα να ρίψης τες σαΐτες εις το άγαλμα και ευθύς θέλει πέσει, το μεν άγαλμα εις την θάλασσαν το δε άλογον προς το μέρος σου· τότε θέλει φουσκώσει η θάλασσα έως την κορυφήν και εκεί θέλει ευρεθή ένα καΐκι με ένα άνθρωπον μπρούντζινον που να κουπίζη και θέλεις εμβή εις το πλοιάριον εκείνο και εις δέκα ημέρας θέλει σε βγάλει κατευόδιον εις την πατρίδα σου· όμως πρόσεχε να μην αναφέρης το όνομα του μεγάλου Προφήτου παντελώς εις το ταξείδιόν σου, διά να μη σου συμβή κανένα ατύχημα.