Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Θα υποσχεθής εκ μέρους μου εις τους δεσμοφύλακας όσον χρυσόν δύναται να σηκώση έκαστος εξ αυτών εις τον μανδύαν του. Ενώ ωμίλει το πρόσωπόν του είχεν αποβάλει την έκφρασιν της νάρκης, ήτις τω ήτο συνήθης· εντός του εξηγείρετο ο στρατιώτης και η ελπίς του απέδιδε την παλαιάν ενεργητικότητά του. Ο Ναζάριος ύψωσε τας χείρας κραυγάζων: — Είθε ο Χριστός να της αποδώση την υγείαν, διότι θα ελευθερωθή!
Ο Απόστολος έμεινε πρηνής επί της οδού με το πρόσωπον εις την σκόνην, χωρίς να κινήται, χωρίς να προφέρη λέξιν. Ο Ναζάριος εσκέπτετο ήδη ότι ο Απόστολος είχε χάσει τας αισθήσεις του ή ότι είχεν αποθάνει. Αλλ' εκείνος ηγέρθη τέλος, ανέλαβεν εις τας τρεμούσας χείρας του την ράβδον του την οδοιπορικήν και χωρίς να ομιλήση εστράφη οπίσω και προσέβλεψε τους επτά λόφους της κοσμοκρατείρας.
Όσον αφορά τους δεσμοφύλακας και τον άνθρωπον, όστις εξήλεγχε τον θάνατον με τον πεπυρακτωμένον σίδηρον, τους είχον εξαγοράσει, όπως και ένα άλλον βοηθόν, καλούμενον Άττιν. — Έχομεν ανοίξη οπάς εις το φέρετρον έλεγεν ο Ναζάριος. Ο μόνος κίνδυνος είναι μήπως η Λίγεια εκπέμψη στεναγμόν ή είπη λέξιν, όταν θα περάσωμεν πλησίον των πραιτωριανών. Άλλως τε ο Γλαύκος θα της δώση υπνωτικόν.
Ούτος ηγέρθη, έτεινε τας χείρας υπεράνω των γονυπετών τούτων πιστών και είπε: — Δοξασμένον το όνομα του Κυρίου, και γεννηθήτω το θέλημά του! Περί την χαραυγήν της επιούσης, δύο σκοτειναί μορφαί επροχώρουν διά της Ασπίας οδού προς τας πεδιάδας της Καμπανίας. Η μία εξ αυτών ήτο ο Ναζάριος, και η άλλη ήτο ο Πέτρος.
Έρχομαι από την φυλακήν και σου φέρω ασπασμούς από την Λίγειαν. Ο Βινίκιος εστηρίχθη επί του βραχίονός του και ήρχισε να τον παρατηρή εις τους οφθαλμούς υπό το φως των δάδων, μη δυνάμενος να προφέρη λέξιν. Αλλ' ο Ναζάριος εμάντευσε την ερώτησιν, ήτις εχάνετο εις τα χείλη του. — Ζη.
Οι αυλικοί ακολουθούντες τον Νέρωνα ανεχώρησαν και αυτοί Ο Πετρώνιος και ο Βινίκιος διέτρεξαν το διάστημα σιωπηλοί, φοβούμενοι διά την τύχην της Λιγείας. Το φορείον εσταμάτησεν έμπροσθεν της επαύλεως. Κατήλθον. Αμέσως τους επλησίασε μία σκοτεινή μορφή. Ο ευγενής τριβούνος Βινίκιος είνε εδώ; — Εγώ είμαι απήντησεν ο τριβούνος. Τι με θέλετε; — Είμαι ο Ναζάριος, ο υιός της Μαριάμ.
Ο Ναζάριος έβλεπε μόνον ότι από μακράν τα φύλλα των δένδρων εσείοντο, αν και δεν εφύσα άνεμος, ως να εταράσσοντο υπό αοράτου χειρός, και ότι ανά την πεδιάδα εξετείνετο πάντοτε ευρυτέρα η λάμψις. Και εστράφη προς τον Απόστολον με έκπληξιν. — Ραββί! Τι έχεις λοιπόν; ηρώτησε με εναγώνιον φωνήν.
— Πιστεύεις ότι οι φύλακες θα συναινέσουν: ηρώτησεν ο Πετρώνιος. — Ναι! είπεν ο Βινίκιος· οι φύλακες συνήνεσαν ήδη εις την φυγήν της· θα συγκατεθώσιν επίσης ευκολώτερον να την αποκομίσωμεν ως λείψανον. — Υπάρχει άνθρωπος, όστις με σίδηρον πεπυρακτωμένον εξελέγχει αν τα σώματα, τα οποία αποκομίζομεν, είνε πράγματι νεκρά, είπεν ο Ναζάριος.
Ο Πέτρος εστάθη και είπε προς τον Ναζάριον: — Βλέπεις αυτήν την λάμψιν, ήτις προχωρεί προς ημάς; — Δεν βλέπω τίποτε, είπεν ο Ναζάριος. Αλλ' ο Πέτρος εκάλυψε τότε τους οφθαλμούς με την χείρα του και μετά μίαν στιγμήν είπεν: — Είς άνθρωπος έρχεται προς ημάς εν τη μαρμαρυγή του ηλίου. Εν τούτοις ο κρότος των βημάτων δεν έφθανε ποσώς εις τα ώτα των. Πέριξ επεκράτει βαθεία σιγή.
Το κάλυμμα του φερέτρου δεν θα είναι καρφωμένον. θα το σηκώσετε ευκόλως και θα μεταφέρετε την ασθενή εις το φορείον μας, ενώ ημείς θα θέσωμεν εις το φέρετρον σάκκον άμμου. — Θα μεταφέρετε και άλλους νεκρούς από την φυλακήν; ηρώτησεν ο Πετρώνιος. — Απέθανον αυτήν την νύκτα περί τους είκοσι και προ της εσπέρας θα αποθάνουν και άλλοι, απήντητεν ο Ναζάριος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν