United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτόν λοιπόν τον νόμον ας τον λεπτουργήσουν και ας τον διαφυλάττουν οι αστυνόμοι, και τον μεν εντόπιον, εάν έχη περισσοτέραν κλίσιν εις καμμίαν τέχνην παρά εις την άσκησιν της αρετής, ας τον τιμωρούν με προσβολάς και με στερήσεις τιμών, έως ότου να λάβη ευθύν δρόμον, εάν δε κανείς από τους ξένους επαγγέλλεται δυο τέχνας, να τον τιμωρούν με δεσμά και με πρόστιμα χρηματικά και με εξορίας από την πόλιν και ας τον αναγκάζουν να έχη μίαν ιδιότητα και όχι πολλάς.

Δικαιούμεθα δε ίσως να κατατάξωμεν εις το ίδιον και όσους αναγκάζουν οι άρχοντες να γίνουν τοιούτοι, αυτοί όμως είναι κατώτεροι, καθ' όσον όχι από εντροπήν αλλά από φόβον εκτελούν αυτό, και όχι διά να αποφύγουν το αίσχος αλλά την ενόχλησιν. Διότι τους εξαναγκάζουν οι κυρίαρχοι, καθώς ο Έκτωρ: Να μην ιδώ κανένανε να φεύγη από την μάχην, Οι σκύλλοι θα τον φάγουνε, κανείς δεν τον γλυτόνει .

Μα όσο κι αν είταν άγρια και σκληρά τα μέτρα εκείνα, δε σώνανε να τους ξολοθρέψουν τους αμέτρητους πιστούς του τρίτου αιώνα. Φώναζε λοιπόν ο Γαλέριος, και συφωνούσαν οι δικοί του, πως χρειάζουνται πολύ πιο ριζικώτερα μέτρα. Άλλα λοιπόν τρία πιο φοβερώτερα ψηφίσματα τον αναγκάζουν το Διοκλητιανό κ' υπογράφει· εξορία, θάνατος, βασανιστήρια.

Μας βάζουν λοιπόν ζιζάνια και τρωγόμαστε με τους Αρβανίτες, τους κολακεύουν αυτούς, &τους& λεν πως είμαστε εχθροί τους και τους αναγκάζουν να μας κυνηγούν στην Ήπειρο για να μας αδυνατίσουν. Αλλά τους γέλασαν τους Αρβανίτες πως είμαστε εχθροί τους, πως δε θέλουμε να προκόψουν μήτε να φτιάσουν κι αυτοί το έθνος τους.

Δηλαδή ή κανείς πόλεμος διά της βίας ανατρέπει τα πολιτεύματα και μεταβάλλει τους νόμους, ή η ανυπόφορος δυσκολία της πτωχείας. Εις πολλά δε και αι ασθένειαι μας αναγκάζουν να νεωτερίζωμεν, όταν ενσκήπτουν επιδημίαι και όταν υπάρχη πολλά έτη διαρκώς κακοκαιρία.

Παραπέρα είνε μια αποθήκη κακογδαρμένα τομάρια, που αναγκάζουν να φράξη τη μύτη του όποιος δεν έχει συνάχι. Άλλη πληγή είνε ο μπακάλης και χειρότερο γουρούνι ο μανάβης.

Το θέαμα θα είνε ευχάριστον να βλέπη κανείς άλλους μεν να κλαίουν, άλλους δε παρακαλούντας να τους αφήσουν, και μερικούς να αναγκάζουν τον Ερμήν να τους πιάνη από τον τράχηλον και να τους ωθή και πάλιν ν' αντιστέκωνται και να πίπτουν ανάσκελα προς ανωφελή αντίστασιν. ΚΡΑΤ. Να σας διηγηθώ εγώ τι είδα όταν κατέβαινα. ΔΙΟΓ. Να μας διηγηθής, Κράτη, διότι φαίνεται ότι θα είδες πολύ αστεία πράγματα.

ΜΟΥΣ. Θα θυμάται• απόδειξις ότι και τώρα δεν παντρεύτηκε, αλλ' αν και τον πιέζουν και τον αναγκάζουν, αρνείται. ΜΗΤ. Να δώση ο Θεός να μη σε γελάση και τότε θα θυμηθής τα λόγια μου. Αμπελίς και Χρυσίς. ΑΜΠΕΛΙΣ. Μπορεί ν' αγαπά ένας άνδρας που μήτε ζηλεύει, μήτε θυμώνει, μήτε σ' εκτύπησε ποτέ, ούτε σούκουψε τις πλεξούδες, ούτε σούσχισε τα φορέματα;

Μα ενώ έπρεπε να είμαι κάτι άλλο, έχω του ανθρώπου τη μορφή, και όλα τα πράματα με αναγκάζουν να πάγω στη θέση μου, να κάνω τον άνθρωπο, να ζω σαν άνθρωπος, να είμαι άνθρωπος. Παθαίνουμαι στην Πόλη· αν και δεν ενδιαφέρει τους άλλους, όμως παθαίνουμαι· πρέπει να έβγω απ' αυτή την πυρωμένη κατάσταση και να νοιώσω τι θέση έχω στην Πόλη ... Θα ιδώ την Πόλη, το πρωί, από τον Άγιο Στέφανο.

Να, ένα ακαθόριστο διάχυτο φως φωτίζει τριγύρω την πεδιάδα∙ είναι ένα λευκό δαχτυλίδι επάνω από έναν μαύρο κύκλο. Είναι η αυγή. Οι τυφλοί σηκώνονται, μπλέκουν τα δάχτυλά τους, σκύβουν μπροστά του και τον αναγκάζουν να καθίσει επάνω στα χέρια τους και να βάλει τα μπράτσα του γύρω από το λαιμό τους. Έτσι τον ανασηκώνουν, τον παίρνουν μακριά, τραγουδώντας, όπως κάνουν τα παιδιά όταν παίζουν.