United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τους ιστορούσε κάποτες ή τους περγελούσε ο Φιλόστρατος, ο Δίωνας, ο χαριτωμένος ο Λουκιανός. Μα πού να ξολοθρέψουν τόσα θεριά δυο τρεις άνθρωποι! Κατάντησε τη χώρα όλη να τη μαυροσκεπάσουν ταμέτρητά τους κοπάδια! Ύστερ' από τους Ρωμαίους τους μεγιστάνες, αυτούς προσκυνούσανε στα Ολύμπια. Όλος ο πλούτος στα χέρια τους καταστάλαξε, αφού λέξη δε βγάζανε δίχως βαρειά πλερωμή.

Μα όσο κι αν είταν άγρια και σκληρά τα μέτρα εκείνα, δε σώνανε να τους ξολοθρέψουν τους αμέτρητους πιστούς του τρίτου αιώνα. Φώναζε λοιπόν ο Γαλέριος, και συφωνούσαν οι δικοί του, πως χρειάζουνται πολύ πιο ριζικώτερα μέτρα. Άλλα λοιπόν τρία πιο φοβερώτερα ψηφίσματα τον αναγκάζουν το Διοκλητιανό κ' υπογράφει· εξορία, θάνατος, βασανιστήρια.

Μα ύστερ' από την ιστορία του γράφει από τη μια ένα εγκώμιο του Ιουστινιανού χοντρές κολακείες γεμάτο, κ' εκεί μέσα ιστορεί τα μεγάλα του χτισίματα· κι από την άλλη κρυφοπλέχτει τα περίφημα του «Ανέκδοτα», κ' εκεί όχι μονάχα ακυρώνει κάθε εγκωμιαστική λέξη του άλλου του βιβλίου, μα και λόγια δε βρίσκει να παραστήση την κακοήθεια και την κακορριζικιά και του βασιλέα και της βασίλισσας, και των άλλων της εποχής του μεγάλων· ως μήτ' ανθρώπους πια δε θέλει να τους πη στ' «Ανέκδοτα», παρά τους λέει «τέρατα» που κατεβήκανε να ξολοθρέψουν τον κόσμο.

Την παραμονή της μέρας που ορίστηκε για να εφαρμοστή η φοβερή προσταγή, καθισμένος ο Διοκλητιανός κοντά σε παράθυρο του Παλατιού και κοιτάζοντας τη μεγάλη Εκκλησιά της Νικομήδειας, στημένη στ' αψηλότερο κι ωραιότερο μέρος της, συζητούσε με το Γαλέριο πώς να την ξολοθρέψουν την Εκκλησιά, μ' αξινάρια ή με φωτιά. Τηνέ φοβούνταν τη φωτιά οι Ρωμαίοι, μην τύχη και κάψη και τους άλλους μαζί.