United States or Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Που μαγειρεύω τες οχιές και τες μονομερίδες, Και καταιβάζω από ψηλά τη νύκτα το φεγγάρι, Και το χτυπώ, σαν άργανο, το δέρνω, σαν παιδάκι... Έχω στη διάτα μου πολλούς κι’ αμέτρητους διαβόλους, Δαιμόνους και ισκιώματα και κατσιποδιαραίους Και βάνω τους, σα δούλους μου, σαν υποταχτικούς μου, Κι’ αναμοχλεύουν τη βουνά και ξερριζόνουν δέντρα Και κάνουνε τη τρίσβαθη, τη θάλασσα άνω-κάτω... Ρίχνω στ’ αστέρια και μπορώ να μάθω ό, τι θελήσω, Κι’ ό, τι κρατάει κάθε καρδιά στα φύλλα της κλεισμένο... Βάνω στον κρύον κόρφο μου και κατοικούνε φείδια Και μέσα εκεί γεννοβολούν κι’ εκεί κλωσσολογούνε Και βγάζουν τα φειδάκια τους και κάνουν τα μικρά τους... Μαγεύω χώρες και χωριά, μαγεύω πολιτείες, Την αρμυρή τη θάλασσα, τους τέσσερους ανέμους... Μαγεύω τα τρεχούμενα νερά και σταματούνε, Τα ψάρια και δεν κολυμπούν, τ’ αλάφια και δεν τρέχουν, Του αγέρα τ’ άγρια πουλλιά και δεν πετούν τ’ αψήλου, Τ’ αηδόνια και βουβαίνονται, τες βρύσες και στειρεύουν.

Ένας που μας δείχνει σαν καθρέφτης το τι της έλειπε τότες της Ελλάδας, και τι της απόμνησκε ακόμα από τη λαμπρή της την αρχαιότητα. Ο άντρας αυτός είναι ο Ηρώδης ο Αττικός. Με τι τρόπο βρήκε τους αμέτρητους θησαυρούς του ο πατέρας του ο Ιούλιος είναι κοινό παραμύθι.

Και στην αμπελωτή Φρυγιά μούτυχε εγώ να σύρω, και Φρύγες είδα αμέτρητους με παρδαλά πουλάρια, 185 του ξακουσμένου Μύγδονα και του Οτριά τ' ασκέρια που τότες είχαν σύνοδο στου Σαγγαριού τους όχτους· τι πήγα εκεί βοηθός κι' εγώ κι' ενώθηκα μαζί τους το χρόνο που οι αντρόκαρδες πλακώσανε Αμαζόνες· μα τόσοι σαν τους Δαναούς δεν είταν μήτε εκείνοι190

Μα ο Ιωάννης, αν κι εβδορήντα μέρες περπάτημα σε βράχους και σε ρημιές, πάλε βάσταξε κ' έζησε άλλα τρία χρόνια στις αϊτοφωλιές εκείνες απάνω. Έζησε, κ' έκαμνε ό,τι κ' οι άλλοι προκάτοχοι του κάμνανε σε παρόμοιες έρημες μοναξιές· έγραφε κ' έστελνε διδασκαλίες και συβουλές όπου είχε πιστούς οπαδούς του και φίλους, και τους είχε αμέτρητους.

Οι Αθηναίοι πάλε, καθώς κ' οι άλλες πολιτείες, που μόνη τους τέχνη τώρα είτανε να θεοποιούν τους Ρωμαίους, τι άλλο να του κάμουν του νέου αυτουνού Θεού τους, παρά να του στένουν αμέτρητους αδριάντες! Μέσα στο ναό του Ολύμπιου Δία μονάχα, σιμά στο χρυσολεφάντινο άγαλμα του μεγάλου του Θεού, έβλεπες τόσους αδριάντες του Αδριανού, όσες είταν Ελληνικές πολιτείες!

Τα ξεροβούνια γύρω από την Κρύσση ως το Γαλαξείδι, έπαιρναν γλυκύτατο ροδόχρωμα μέσ' στις στερνές αχτίδες του ήλιου, και τα γυαλιά των πλιθοχτισμένων σπιτιών της Ιτιάς αντανακλούσαν αμέτρητους φλογερούς ήλιους, που βασίλευαν κι αυτοί. Τα καϊκάκια κ' οι βαρκούλες στο λιμάνι σειώνταν καμαρωτά και καθρεφτίζουνταν χαϊδευτικά απάνω στα γαλαζένια εδώ, και στα ολόχρυσα παραπέρα κυματάκια.

Μ' άγριο βλέμμα ο πολύγνωμος της είπεν Οδυσσέας· 70 «Με πάθος τόσο, απάνθρωπη, γιατί με κατατρέχεις; μη τάχ' ότ' είμαι ανάλειπτος και κακοενδυμένος, καιτο κοινό ψωμοζητώ, καθώς με βιάζ' η χρεία; αύτ' είν' η όψι των πτωχών των περιπλανωμένων. ότι κ' εγώ πανευτυχήςτον κόσμον ήμουν κ' είχα 75 πάμπλουτο σπίτι, και συχνά του πλανωμένου ανθρώπου, όποιος και αν ήταν, έδιδα, και όποιαν και αν είχε ανάγκη· και δούλους είχ' αμέτρητους και άφθον' αυτά 'που κάμνουν να καλοζούν οι άνθρωποι, και υπέρπλουτοι λογιούνται· αλλ' όλα μου τ' αφάνισεν η θέλησις του Δία. 80 όθεν και συ σκέψου, ω γυνή, μή ποτε χάσης όλην την λάμψιν, οπ' ανάμεσαταις δούλαις σε στολίζει, η δέσποινά σου αν σ' οργισθή και σε κακοποιήση, ή φθάσ', όπως ελπίζεται, ο θείος Οδυσσέας· κ' εάν εχάθη, ως λέγετε, και δεν θα φθάση πλέον, 85 ανάθρεψεν ο Απόλλωνας, ιδού, τον μονουιόν του Τηλέμαχον και αν ανομείτο σπίτι του καμμία των γυναικών, το βλέπει αυτός, και πλειά παιδί δεν είναι».

« Μέσατα σπήτια ανοίγομε » Μασγάλια, μεςτους τοίχους, » Αμέτρητους γκρεμίζουμε, » Τους πνίγομετο αίμα, » Τους στρώνομε 'ςτά χώματα. » Κι' αυτού κοντάτο γέμα, » Τρομπέταις 'πό την Εκκλησιά » Ακούσαμε τους ήχους

1 Αριστίωνας και Σύλλας Η Αθήνα, η καρδιά κι ο νους του Ελληνισμού, είταν πρώτη τώρα στις μεγάλες τις συφορές, καθώς άλλοτε στις μεγάλες δόξες. Τα νησιά τα είχε του χεριού του ο καινούργιος ο τύραννος. Αμέτρητους Ρωμαίους είχε χαλασμένους στην Ανατολή, και τα στρατέματά τους πλημμυρίζανε Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία, και τέλος την Αττική. Μεγάλη και γενική οχλοβοή στην Αθήνα.

Στην Αυλή μέσα ως τόσο, σταπέραντα εκείνα παλάτια, οι νεοφερμένοι είτανε μεγάλο μέρος Ασιατικοί· επειδή καθένας από τους αμέτρητους αξιωματικούς και τους μεγιστάνες που έβραζαν εκεί μέσα έσερνε κατόπι του ακόμα πιο αμέτρητους σκλάβους κι άλλους παρατρεχάμενους. Είπαμε πως το φυσικό του Κωσταντίνου είτανε μέρος Ρωμαϊκό και μέρος Ελληνικό.