Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Τότ' ήλθαν αυτού Φοίνικεςτην θάλασσ' ακουσμένοι, 415 πανούργοι, κ' είχαν άπειρα στολίδιατο καράβι. ήταν γυναίκα Φοίνισσατο σπίτι του πατρός μου, ωραία, μεγαλόσωμη, 'ς έργα λαμπρά τεχνίτρα. εκείνην εξεγέλασαν οι Φοίνικες οι πλάνοι• και κάποιος πρώτα, ενώ 'πλαινε σιμά ς' το κοίλο πλοίο, 420 μ' αυτήντο γλυκαγκάλιασμα ευρέθη της αγάπης, οπού και την καλόπρακτη γυναίκα ξεγελάει. την γενεά της έπειτα και την πατρίδα ερώτα• κ' εκείνη του εφανέρωσε το πατρικό παλάτι• «είμαι από την πολύχαλκη Σιδώνα, κ' είμαι κόρη 425 του Αρύβαντα, 'που θησαυρούς το σπίτι του επλημμύρα. αλλ' εμέ Τάφιοι λησταίς μ' ευρήκαν και μ' αρπάξαν, ως γύριζ' απ' την εξοχή, κ' εκείθε' μ' επεράσαντου ανδρός τούτου τα δώματα, και αυτός μ' έχει αγοράσει».

Οι δημογέροντοι και η αρχοντιά των Γιαννίνων σαν τώμαθαν, κατάλαβαν το τι έτρεχε κ' ίσια πήγαν και πήραν κρυφά τες τσιούπρες από το πατρικό τους σπίτι και τες πήγαν στη Μητρόπολη.

Είπε, και την παράκλησή του ξάκουσε η Παλλάδα. Τα μέλη τούκανε αλαφριά, πόδια και χέρια απάνου, και στέκοντας σιμά του λέει, δυο φτερωμένα λόγια «Άφοβα τώρα τους οχτρούς πολέμα τους, Διομήδη. Τι μες στα στήθια σούσταξα το πατρικό σου θάρρος, 125 ατρόμητο, σαν πούκλεινε μες στην καρδιά ο Τυδέας, και σκόρπισα την καταχνιά πούχες πριχού στα μάτια και τώρα αλάθεφτα θεό θα ξεχωρίζεις κι' άντρα.

Τον φαντάζονταν ακόμη νιόν, αν και της έλειπε μια ζωή, τον φαντάζονταν ίσως παιδί ακόμα, σαν που τον είχε ιδεί την κοντινή τη φορά, όταν τον ξεκίνησε για τα έρημα τα Ξένα, φορώντας ακόμα τα χρυσά τα τέλια στο κεφάλι της. Της έρχονταν στο νου της η ανυπαντροπαντρεμένη ζωή σαράντα χρονών, που πέρασε, αφόντας βγήκε από το πατρικό της, σα νύφη και σαν παρθένα.

Η ντόνα Λία , η τρίτη από τις θυγατέρες του, εξαφανίστηκε μια νύχτα από το πατρικό σπίτι και για πολύ καιρό δεν ήξερε κανείς τίποτε για την τύχη της. Η σκιά του θανάτου έπεσε πάνω στο σπίτι. Δεν είχε ξαναγίνει ποτέ στο χωριό ένα τέτοιο σκάνδαλο• ποτέ ένα κορίτσι ευγενικής καταγωγής και με καλή ανατροφή, όπως η Λία, δεν το είχε σκάσει μ’ αυτόν τον τρόπο.

Οι δημογερόντοι και η αρχοντιά των Γιαννίνων σαν τώμαθαν, κατάλαβαν το τι έτρεχε κ' ίσια πήγαν και πήραν κρυφά τες τσιούπρες από το πατρικό τους σπίτι και τες πήγαν στη Μητροπολη.

Παντρεύτηκε η Ζαφείρω ενός τσέλιγγα το γιο και τώρα έκανε τα Πιστρόφια στο πατρικό της· τα Πιστρόφια και τον αποχαιρετισμό. Αύριο σύναυγα το τσελιγγάτο θ' άφινε το χειμαδιό ν' ανέβη στα βουνά. Ακέριο ξάμηνο θάκανε η Μητροκούλενα για να ιδή την κόρη της. Μονάχα ξάμηνο η και περισσότερο ; ποιος το ξέρει! Μια την είχε· και τα μοναχοπαίδια τα κυνηγούν χίλια κακά. Μα και το ξάμηνο λίγο δεν είνε.

Τ' όνομα του τρεχαντηριού δεν ήταν άλλο παρά τ' όνομα που είχεν η Αμερικάνα. Παράξενη γυναίκα παράξενο και τ' όνομά της. Έτσι τα εκομπόδεσαν και ησύχασαν όλοι τους. Ο καπετάν Βαλμάς έφερε και μετρητά στην πατρίδα. Ευρήκε το πατρικό του χαλασμένο· τον κήπο χέρσο· την οικογένειά του ξεκληρισμένη. Μόνον το σπίτι εδιόρθωσε για να ξεχειμάζη. Ούτε κήπο εφρόντισεν ούτε άλλο τίποτα. Ερρίχθηκε στη δουλειά.

Βρε παιδί μου, του έλεγε συχνά· δεν πιάνεις και συ να διαβάσης λιγάκι· τι προκοπή θα κάμης με τα παιγνίδια σου;... — Ας το, μάννα, το διάβασμα να χαθή! της απαντούσε βαριεστισμένος. Βιβλία είνε τούτα ή ψυχοβγάλτες! Γράμματασκοντάμματα· δεν τόχεις ακουστά; Εκείνη στεκότανε συλλογισμένη και δίβουλη. Δεν ήξερε από τέτοια. Στο πατρικό της μόνον την κυβέρνια του σπιτιού έμαθε.

Μα το πλατύ του μέτωπο το δέρνουν από μέσα χίλιοι μύριοι στοχασμοί· Μαύρες σκέψες φωλιάζουν στο κρανίο του, σαν καρακάξες στην κουφάλα του ξέρακα. Έχει και τούτος μεγάλη εντολή στον κόσμο. Ίσος είνε στην τύχη με τον Αριστόδημο, αν και δεν είνε στη θέση του. Εκείνος θέλει να πάρη το πατρικό του· τούτος να κρατήση το πατρικοδοσμένο. Μα λίγο λίγο φεύγει από τα χέρια του.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν