United States or China ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, και την παράκλησή του ξάκουσε η Παλλάδα. Τα μέλη τούκανε αλαφριά, πόδια και χέρια απάνου, και στέκοντας σιμά του λέει, δυο φτερωμένα λόγια «Άφοβα τώρα τους οχτρούς πολέμα τους, Διομήδη. Τι μες στα στήθια σούσταξα το πατρικό σου θάρρος, 125 ατρόμητο, σαν πούκλεινε μες στην καρδιά ο Τυδέας, και σκόρπισα την καταχνιά πούχες πριχού στα μάτια και τώρα αλάθεφτα θεό θα ξεχωρίζεις κι' άντρα.

Τι να σ' κάμ' απ' δω!... Τι νάπαιζε; πούχες ούλες τις σιγουριές!.... Και κερδισμένοι, και χαμένοι, οι πρώτοι κατακκόκινοι, οι δεύτεροι κατακίτρινοι, σηκόνουν τα ματάκια τους κατ' απάνω μου, λιγόνονται, και ξαναλιγόνονται.

Ομπρός! τον άξιο σύντροφο να σώσουμε απ' τους χτύπους!» Μ' αφτά τα λόγια προθυμιά τους έβαλε και θάρρος. 470 Τότε ασκήμα κι' ο Σαρπηδός τον Έχτορα μαλώνει «Έχτορα, πού 'ναιδε μου λες; — η τόλμη πούχες πρώτα; Λες ίσως πως χωρίς βοηθούς κι΄ασκέρι θα βαστάξεις το κάστρο, με τ' αδέρφια σου και τους γαμπρούς μονάχα.

Για να μη γίνω, κ' εγώ σαν της γυναίκες πούχες γύρω σου. Το ψέμα γεννά το ψέμα κι η ατιμία τον ψυχικό θάνατο. Κ' εγώ ήθελα να σώσω την ψυχή μου και την έσωσα. Εγώ μέσα στο πένθος και στα δάκρυα που έζησα είκοσι χρόνια τώρα, εφύλαξα μια καρδιά μάνας ώμορφη κι' αμόλυντη κι' αγνή. Και σαν καθρέπτη καθαρό και άδολο, που βλέπει το παιδί μου μέσα, χωρίς να κοκκινίζη και χωρίς να πονή.

Μάκι καλλίτερά 'μαι, είπε η άρρωστη με φωνή άτονη και λίγο βραχνή. — Καλά μου τώπε τόνειρό μου! — Κείντα όνειρο 'δες, μα; — Προθές τη νύχτα σε 'δα στον ύπνο μου κιεφόριες κατακόκκινα. Ήσουνε πολλά ώμορφη, σαν τσοι καλλίτερους καιρούς, πούχες την υγειά σου. Σε θώρουνα σένα ψηλό χαράκι. Με ξάνοιγες και μούκανες νοήματα πως είσ' ευχαριστημένη. Φαινόσουνε πολλά χαρούμενη.