United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν πλένω δισκάρια. Νέον ηύρε λεβέντη Ο Μπαλ Καλιμπάν. — Εύρ' άλλονε, — αφέντη. — Σαν τον Καλιμπάν. Ελευθεριά, σκόλη! σκόλη, ελευθεριά! ελευθεριά, σκόλη, ελευθεριά! ΣΤΕΦΑΝ. Ω άξιο τέρας! δείξε μας το δρόμο. Μπαίνει ο ΦΕΡΔΙΝΑΝΔΟΣ βαστώντας ένα γογγύλι.

Δε βλέπω τίποτα άξιο να ενθουσιάσει κανέναν αυτού μέσα. Δεν είμαι κακόπιστος, όχι, ξέρω τι θέλετε να πήτε, ξέρω πως από τον πόλεμο αναμεταξύ στις κοινωνικές τάξες προσμένετε την αναγέννηση της μικρής Ελλάδας. Αυτό ίσως ― μ' όλη τη μικρότητά τουμπορούσε να ενθουσιάσει κανένα. Τι λέτε; Να δήτε άξαφνα το Ελληνικό Βασίλειο να μεταμορφωθεί μονομιάς σε Κάτω χώρες.

Κ' ύστερα έπεσε σαν πεθαμένος απ' την κούραση απάνω σ' ένα θρονί. Το γέρο το βασιλιά τον πήρανε τα κλάματα. Απ' τη χαρά του για το βρέσιμο κι' απ' τη λύπη του, που χάθηκε η βασίλισσα και πήρε τον καϋμό μαζί της. Σα συνέφερε λιγάκι φώναξε σιμά του το μαντατοφόρο και του είπε: — Γεια σου, άξιο παλικάρι. Κι' ό,τι μου ζητήσης εσύ και τάλλα παλικάρια, δικό σας να είναι....

Αν είχε λόγια ο πόνος της αγάπης, γαμπρέ μου, θα μπορούσα να σου παραστήσω αυτή την ώρα το τι σου δίνω. Την ψυχή μου βγάζω και την αποθέτω στα χέρια σου! Μα είνε μπιστεμένα χέρια, και διαλεγμένα από τον άξιο τον Κωσταντή μου.

Πηγαίνει λοιπό στους «Τραμπούκους» του καιρού εκείνου, τους αρχηγούς του Ιπποδρομίου, συναγροικιέται μαζί τους, κάμνει δικό της και τον Ίλλο, άλλον Ίσαυρο του παλατιού, άνθρωπο άξιο και δραστήριο, και στα 475 σηκώνει μεγάλη στάση.

Είπε, και πήρε τους διο γιους μαζί του του Νεστόρου, και πήρε το Μελάνιππο το Θόα το Μηριόνη το Μέγη, θρέμμα του Φυλιά, τον άξιο Λυκομήδη, 240 και την καλύβα πήγανε του βασιλιά Αγαμέμνου.

Τότε ο γενναίος Έχτορας το Σκέδη χαντακώνει, 515 άξιο του Περιμήδη γιο, των Φωκιωτών τον πρώτο· κι' ο Αίας τ' Αντηνόρου γιο χαριτωμένο σφάζει, το Λαοδάμα, των πεζών, πιδέξο πολεμάρχη· κι' ο Πολυδάμας γύμνωσε τον Ώτο απ' την Κυλλήνη, των Επειγών το στρατηγό και σύντροφο του Μέγη.

Κάτω από το γαλάζιο φόρεμα και το κόκκινο στηθοπάνι το κορμί εφάνταζε λυγερό, πελεκητό, άξιο για να θρονιάση μια πάναγνη ψυχή. Και κάτω από τον άσπρο της κεφαλοδέτη ο θαυμαστός τύπος της φυλής, τ' αμυγδαλωτά μάτια, τα φρύδια τα σμιχτά, το ελεφαντένιο μέτωπο λαμπρότερο και από τα χρυσά στολίδια του, επρόδιναν την αισθαντική πηγή που θα σαρκώση την Αγάπη και την Καλοσύνη.

Έπεσαν δυο του τόπου από του Τρύφου την παρέα. Ο Μποτσονάς ο Βάκης από τους άλλους. Άξιο πανώριο παληκάρι του χωριού, του Τρύφου ο γκαρδιακός ο φίλος, που εξεψύχησε κάτω από δυο βαριά χτυπήματα της κάμας της αδερφικής του φίλου του ο Βάκης. Γιατί ήταν, βλέπεις, με άλλη παρέα ο καθένας τους.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Μη σε μέλει, θα φροντίσωμεν. ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ. Πολύ καλά· μη του δώσης τίποτε να φάγη, σε παρακαλώ, διότι δεν είναι άξιο να το θρέψης. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Θα με φάγη; ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ. Μη με νομίζης τόσω κουτό, ώστε να μη γνωρίζω ότι ούτε διάβολος δεν μπορεί να φάγη γυναίκα· γνωρίζω ότι η γυναίκα είναι φαγητό για τους θεούς, όταν δεν το μαγειρεύη ο διάβολος.