United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν είδα έκτοτε το Ναύπλιον, αλλ' έμεινε χαραγμένη εις την μνήμην μου η απότομος μορφή του Παλαμηδίου, σκιάζουσα την κοιλάδα όπου καλαμώνες περιφραχτούν το ρεύμα ταπεινού ρύακος, και η θέα της πόλεως, επί των τειχών της οποίας είδα μακρόθεν τότε κυμαινομένην την Τουρκικήν ημισέληνον. Εις Σπέτσας ηύρα και τους γονείς και τας αδελφάς μου ασθενείς και κλινήρεις.

ΜΙΚ. Μίλα καλά, μωρέ πετεινέ, που νομίζεις ότι όλοι είνε Μιλήσιοι και Σάμιοι. Για σένα λένε ότι όταν ήσουν Πυθαγόρας και ωραίος έφηβος εχρησίμευσες πολλάκις ως Ασπασία εις τον τύραννον της πατρίδος σου. Και μετά την Ασπασίαν άνδρας ή γυναίκα έγινες; ΠΕΤ. Ο κυνικός Κράτης. ΜΙΚ. Πολύ απότομος η μεταβολή από εταίρα να γίνης φιλόσοφος.

Διελέγοντο, εσυμβουλεύοντο, κ' υπερίσχυε συνήθως η γνώμη του ζωηροτέρου, όστις είχεν εκάστοτε αρκετόν σθένος, ώστε να πειθαναγκάζη τους άλλους. Το χάρισμα αυτό το είχεν εις μέγαν βαθμόν ο Κουμπής. Μελαψός, στιβαρός, απότομος, ενόει να γίνεται όπως αυτός ήθελε. Και εγίνετο σχεδόν πάντοτε. Εν τούτοις, &κατ' οίκον είχε διαφόρους πειρασμούς& ο Κουμπής.

Αλλ' ουχ ήττον και σήμερον είχε τι το άγριον και το επιβλητικόν η απότομος γραμμή την οποίαν διέγραφεν εις τον ουρανόν, βυθιζόμενον εκ τοσούτου ύψους εντός της θαλάσσης. Επί της κορυφής του ήστραπτε μακρόθεν υπό τας ακτίνας του ήλιου ταπεινόν τι λευκόν οικοδόμημα, κατά πάσαν πιθανότητα εξοχικόν παρεκκλήσιον.

Ο βράχος είναι απότομος και κάτω αγριοβογγούν αφρισμένα τα κύματα. Το παιδί ξεκούμπωσε το φόρεμά του. Το κρατεί τεντωμένο μετά δυο του χέρια, ώστε να είναι σαν παννί πλοίου. Του φαίνεται θεϊκή χαρά να αιστάνεται πως αντιστέκεται στην τρικυμία, που φοβερίζει να το γκρεμίση από το βράχο στη θάλασσα. Απάνω στη χαρά του αυτή το ξαφνίζει μια φωνή, που κράζει τόνομά του μέσα στον άνεμο.

Μόνον αυτό το μικρόν ολίσθημα είχε πάθει εις τον βίον του, εγκαίρως όμως σταματήσας εις τον κατήφορον. Και πράγματι, η εικών δεν ήτο και ολίγον ταπεινωτική δι' ένα άνδρα ως τον ήρωά μου. Τουλάχιστον η εξωτερική αντίθεσις ήτο λίαν απότομος.

Όσον και αν απέτυχεν εις την εκλογήν, όσον και αν την κατήσχυνεν η απότομος εγκατάλειψίς του, δεν ηδύνατο να αισθανθή μίσος προς αυτόν. Μόνον διότι έβλεπεν επί τινος αραφίου τον έρημον ναργιλέ του, εγκαταλελειμμένον, εκινείτο εις δάκρυα. Και παρηγορουμένη ματαίως διελογίζετο πολλάκις: — Ίσως για μένα έφυγεν. Ίσως πήγε πάλιν εις την Αμερική, να δουλέψη πάλιν, να κερδήση, για μένα τώρα.

Την ιδίαν στιγμήν ήκουσε πολύ πλησίον της, αλλ' έσωθεν του φράκτου, δυνατόν γαύγυσμα σκύλου. Ανωρθώθη, και με ταχύτερον βήμα εξηκολούθησε τον δρόμον της. — «Ποιος να είναιείπε μέσα της. Ηκούσθη τότε μία φωνή βραχνή και νυσταλέα, αλλ' απότομος. — Ε! βάρδ' απ' τα περιβόλια! Ανοιχτά! . . . Ανοιχτά! Ανεγνώρισε την φωνήν του Ταμπουρά, του δραγάτη. Ενόησε τότε τι συνέβαινε.

Ήλπισεν ότι την φοράν ταύτην θα ετύγχανεν η μοναχή ευκαιρίας όπως τη διηγηθή την ιστορίαν εκείνην, ην είχε διακόψει την προλαβούσαν νύκτα η απότομος της ηγουμένης είσοδος. Αλλ' ότε η θύρα ηνοίχθη, εξεπλάγη η Αϊμά. Η εισελθούσα δεν ήτο η αδελφή Σιξτίνα. Ήτο γραία τις μοναχή, ην πρώτην φοράν έβλεπεν η έγκλειστος. Εχαιρέτισε την Αϊμάν και εκάθισεν.

Η απότομος και άνευ οιαςδήποτε προεισαγωγής έκφρασις της επιθυμίας ταύτης του καθηγητού εξέπληξε δυσαρέστως μάλλον τον γέροντα. Η αίτησις αυτή καθ' εαυτήν δεν τον εξέπληξε, καθόσον η ωραιότης της νεωτέρας των θυγατέρων του τον είχε πολλάκις ήδη εκθέσει εις την ανάγκην του ν' απορρίψη τοιούτου είδους προτάσεις, ουδέποτε όμως ούτω απ' ευθείας υποβληθείσας.