United States or Paraguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΙΚ. Τα έχω ακούση αυτά και ότι εθεωρείσο ότι απέθανες και ξανάζησες και ότι μίαν φοράν τους έδειξες ότι είχες μηρόν χρυσόν. Αλλά δεν μου λες πώς σου επήλθεν η ιδέα ν' απαγορεύσης να τρώγουν κρέας και κουκιά οι οπαδοί σου; ΠΕΤ. Μη εξετάζης αυτά τα πράγματα, Μίκυλλε. ΜΙΚ. Διατί, κυρ Πετεινέ; ΠΕΤ. Διότι ντρέπομαι να σου πω την αλήθεια γι' αυτό το πράγμα.

ΜΙΚ. Λοιπόν, πετεινέ, αφού εδοκίμασες όλων σχεδόν των ειδών τις ζωές και εγνώρισες τα πάντα, να μου πης τώρα καθαρά πώς ζουν οι πλούσιοι και έπειτα πώς ζουν οι φτωχοί, διά να ίδω αν λες αλήθεια που θέλεις να με πείσης ότι είμαι πλέον ευτυχής από τους πλουσίους. ΠΕΤ. Θα σου πω και θα συμφωνήσης μαζή μου.

Και το σπουδαιότερον είνε ότι ευρίσκεσαι εις την ανάγκην να υποπτεύης και τους φιλτάτους σου και να φοβήσαι πάντοτε ότι κάποιος μέγας κίνδυνος θα σου έλθη εξ αυτών, διότι γνωρίζεις βασιλείς τους οποίους εδηλητηρίασαν τα παιδιά των ή το πρόσωπον το οποίον ερωτεύοντο και φοβείσαι μήπως αποθάνης κατά τον αυτόν τρόπον. ΜΙΚ. Αλήθεια είνε φοβερά αυτά που λες, κυρ πετεινέ.

Τον είδα με τα μάτια μου εγώ, Μίκυλλε. ΜΙΚ. Αυτός το έκλεψε και έπειτα έκανε όρκους σ' όλους τους θεούς ότι δεν ήξευρε τίποτε; Αλλά γιατί δεν εφώναζες τότε, κυρ Πετεινέ, και δεν με ειδοποιούσες όταν έβλεπες ότι μας ελήστευαν; ΠΕΤ. Δεν μπορούσα τότε να μιλήσω, αλλ' έκραξα. Τέλος πάντων τι ήθελες να πης για τον Σίμωνα; ΜΙΚ. Είχε ένα ανεψιόν υπερβολικά πλούσιον που λεγότανε Δριμύλλος.

ΜΙΚ. Πες μου τώρα, κυρ πετεινέ, όταν ήσουν βασιλιάςδιότι ως είπες και εβασίλευσες κάποτεπώς σου εφάνη αυτή η ζωή; Βέβαια θα ήσουν πολύ ευτυχής, αφού αυτή είνε η μεγαλειτέρα ευτυχία. ΠΕΤ. Μη μου τα ενθυμίζης, Μίκυλλε, διότι ήμουν πολύ δυστυχής τότε• οι άλλοι με ενόμιζαν, όπως είπες, πολύ ευτυχή, εγώ δε είχα του κόσμου τας στενοχωρίας.

Άκουσον, ω Πετεινέ, και τούτο. Να μη επαίρεσαι ούτε διά το στέμμα σου, ούτε διά την λαμπρότητα των πτερών σου· η ειμαρμένη είνε συνήθως τοσούτον ανεπιτηδεία και βιαστική, ώστε, αποσπώσα έν στέμμα από μίαν κεφαλήν, το αποσπά ενίοτε μαζύ με το δέρμα.

ΜΙΚ. Αυτά ίσως είνε αληθινά, κυρ πετεινέ. Αλλ' εγώ δεν 'ντρέπομαι να σου ομολογήσω τι μου συμβαίνει• μου είνε αδύνατον να ξεμάθω την επιθυμίαν που είχα από τα παιδικά μου χρόνια να γείνω πλούσιος• και το όνειρον μου μένει ακόμη μπροστά στα μάτια μου με όλο εκείνο το χρυσάφι. Σκάζω δε από ζήλεια, όταν συλλογίζωμαι ότι απολαμβάνει τόσα πλούτη ο παλιάνθρωπος ο Σίμων.

ΜΙΚ. Μίλα καλά, μωρέ πετεινέ, που νομίζεις ότι όλοι είνε Μιλήσιοι και Σάμιοι. Για σένα λένε ότι όταν ήσουν Πυθαγόρας και ωραίος έφηβος εχρησίμευσες πολλάκις ως Ασπασία εις τον τύραννον της πατρίδος σου. Και μετά την Ασπασίαν άνδρας ή γυναίκα έγινες; ΠΕΤ. Ο κυνικός Κράτης. ΜΙΚ. Πολύ απότομος η μεταβολή από εταίρα να γίνης φιλόσοφος.

Προτιμώ ένα ψαρά, ένα ναύτην ή γεωργόν που δεν μεγαλοπιάνεται, αλλά λέει λίγα και δίνει πολλά• αυτοί όμως που φορούν τα λοφεία και διηγούνται πολέμους και ανδραγαθήματα, μόνον αέρας φρέσκος είνε, Παρθενί. ΜΙΚΥΛΛΟΣ. Κακό χρόνο νάχης, αναθεματισμένε πετεινέ, φωνακλά και φθονερέ.

Βλέπεις, αγαπητέ πετεινέ, ότι μ' εδίδαξες και κάνω και εγώ τώρα καλάς παρομοιώσεις; Τέλος πάντων τοιαύτη είνε η βασιλεία• αλλά δεν μου λες τώρα, όταν ήσουν άλογο ή σκύλλος, ψάρι ή βάτραχος, πώς σου εφαίνετο εκείνη η ζωή; ΠΕΤ. Μου κάνεις ερώτησιν η οποία απαιτεί μακράν απάντησιν και δεν έχομεν καιρόν.