Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025


Ο Ιωάννης προέδραμε ταχύτερον του Πέτρου, και πρώτος φθάσας, έκυψε, και εθεώρησε μετά σιωπηλού θαυμασμού τον ανοικτόν τάφον. Ο τάφος ήτο κενός, και τα οθόνια του Νεκρού έκειντο μόνα, χωριστά η σινδών, και χωριστά το σουδάριον το επί της κεφαλής.

Εν τω μέσω έκειτο η κάμινος, κτιστή και υψηλή μέχρι των βουβώνων ανδρικού αναστήματος, εφ' ης νυχθημερόν έκαιον οι εξ ερείκης άνθρακες. Αύτη συνείχετο με ισοϋψές ίκριον, εφ' ου ήσαν ιδρυμέναι αι δύο φύσαι. Διά της εν τη οροφή μεγίστης οπής εξήρχετο ο καπνός. Περί την κάμινον ίσταντο τρεις μεγάλοι άκμονες, παρ' αυτούς έκειντο οι ραιστήρες, αι σφύραι, αι πυράγραι και τα λοιπά εργαλεία.

Αλλά τότε εφαντάσθην τον πατέρα της κόρης ταύτης καθήμενον προ εμού εντός πολυτελούς ινδικού περιπτέρου, παρά πλουσίαν τράπεζαν, εφ' ης έκαιεν υψηλός λύχνος ευγενούς πορσελάνης, κεκοσμημένος με τους φανταστικούς εκείνους δράκοντας και κροκοδείλους της ανατολικής τέχνης. Προ ημών και περί ημάς έκειντο ανοικτά τα οποία είδον κιβώτια πλήρη μεμβρανών και παπύρων, εξ ων λαμβάνων ο κ.

Ο Σύρος ήνοιξε θύραν τινά και εισήλθον εις μεγάλην αίθουσαν σκοτεινονάτην, διότι το φως εισήρχετο διά κιγκλιδωτών παραθύρων, τα οποία έκειντο προς το μέρος της κονίστρας. Κατ' αρχάς ο Βινίκιος ουδέ ηδυνήθη να διακρίνη· ήκουσε μόνον τον συγκεχυμένον ψίθυρον των φωνών εν αύτη τη αιθούση και τας κραυγάς του λαού τας εξερχομένας από το αμφιθέατρον.

Τα διακόσια επίλεκτα παλληκάρια, τα προωρισμένα διά την έξοδον, είχον διέλθει την τάφρον κ' έκειντο πρηνή, με το καρυοφύλλι εις την χείρα και το γιαταγάνι εις τους οδόντας, εις μακράν γραμμήν κάτω του υψηλού προχώματος των εχθρών, αντίπεραν της τάπιας του Μακρή.

Η κλίνη του συνέκειτο εξ υγρών βρύων και αλμυρίδων, παρά τους πόδας του έκειντο κογχύλαι και άλλα θαλάσσια προϊόντα. Ο αήρ ήτο ελαφρός και ευώδης, και η καρδία του ησθάνετο ευδαιμονίαν. Πού ήτο; Δεν ετόλμα να συμπεράνη. Τέλος στρέψας το βλέμμα προς τα δεξιά βλέπει.....την θαλασσίαν νύμφην καθημένην ενώπιον αυτού! Ο Αννίβας εξέπεμψε κραυγήν. Εκείνη τω ένευσε να σιωπήση.

Εις δε τον Αμφιάραον, μαθών ο Κροίσος την αρετήν και το οικτρόν αυτού τέλος, αφιέρωσεν ασπίδα ολόχρυσον της οποίας και το ακόντιον και η λόγχη ήσαν ομοίως χρυσά. Τα δύο ταύτα πράγματα εσώζοντο ακόμη μέχρι των ημερών μου εις τας Θήβας, και έκειντο εις τον ναόν του Ισμηνίου Απόλλωνος.

Λύχνος έφεγγεν επί τινος εστίας, και υπεράνω αυτής έκειντο δυσδιάκριτα τινα αντικείμενα. Ήσαν ταύτα αγαλμάτια. Περαιτέρω εφαίνοντο όρθια μεγάλα αγάλματα θεών. Η Αϊμά αφήκε κραυγήν. Είχεν εκλάβει εκ πρώτης όψεως ταύτα ως ανθρώπους ζώντας. Αλλ' ο Πρωτόγυφτος τη είπε·Δεν είνε τίποτε. Μη φοβείσαι. Η Αϊμά εμάντευσε πού ευρίσκοντο. Εψιθύρισε δε κεκομμένη τη φωνή·Διατί μ' έφερες εδώ;

Τινές εξέτεινον οκνηρώς τα υποκίτρινα μέλη των, άλλοι ήνοιγον το ρύγχος και εχασμώντο, ως να ήθελον να δείξουν τους οδόντας των, αλλ' ολίγον κατ' ολίγον η οσμή του αίματος των διαμελισμένων σωμάτων, τα οποία έκειντο εις σωρούς επί της κονίστρας, επενήργησαν επ' αυτών.

Υπερφυή βουνά με περιέβαλλαν, άβυσσοι έκειντο εμπρός μου, και χείμαρροι εκρημνίζοντο κάτω, οι ποταμοί έρρεαν κάτωθέ μου, και δάση και όρη αντηχούσαν και έβλεπα όλες τις αδιερεύνητες δυνάμεις να εργάζωνται και να πλάττουν εις τα βάθη της γης· και επί της γης και υπό τον ουρανόν τα γένη των πολυειδών δημιουργημάτων να φρίσσουν από ζωήν.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν