United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βαθέα βάραθρα, μεγάλαι φάραγγες εκτείνονται εκεί κάτω: είναι θαυμάσιον κρυστάλλινον ανάκτορον και μέσα εις αυτό μένειΝεράιδα του Πάγου&, η Βασίλισσα του Παγώνος.

Σοβαρόν, υψηλόν Δόσε τόνον ω Λύρα· Λάβε αστραπήν, και ήθος Λάβε νοός, υμνούμεν Ένδοξον έργον. Διαπρεπή οι αθάνατοι Έδωσαν των ανθρώπων Και ατίμητα δώρα· Αγάπην, αρετήν, Εύσπλαχνον στήθος. Αλλά και φρενών πτέρωμα· Όπως, όταν η τύχη Εις τα κρημνά του βίου Της αμάξης πλαγίαν Την ορμήν φέρη· Ημείς, ως τας κλαγγάς Εις τα σύννεφα αφίνει Ο μέγας αετός Και εις τα βαθέα λαγγάδια Αφρούς και βράχους.

Ο χαρίεις κομψευόμενος με τους λάμποντας οφθαλμούς του και τα βαθέα ωραία χαρακτηριστικά του, εις α οι φίλοι του έβλεπον μεγάλην ομοιότητα μορφής μεταξύ αυτού και του Σαίξπηρ, με την ακατάσχετον αυτού φαιδρότητα και την αγάπην, ην προς αυτόν συνεκέντρου εκ μέρους όλων όσοι τον εγνώριζον, ανδρών ή γυναικών, δεσποινίδων ή νέων.

Και έχωσε μετά ταύτα τους δύο κοντούς και χονδρούς πόδας του μέσα εις τα βαρέα και βαθέα ρωσσικά υποδήματα, σκληρά και άκαμπτα ως εξ ελάσματος σιδήρου, αφού πρώτον η σύζυγός του εξετίναξε την επ' αυτών επικαθημένην κόνιν, καταβιβάσασα αυτά από τινος δοκού της αφατνώτου οροφής, αφ' ης εκρέμαντο όλον το έτος ως δύο γίγαντος πόδες μαύροι, μέχρι του γόνατος κομμένοι.

Είχε παρατηρήσει ότι, ενώ ωμίλει, ητοιμάζοντο διά νέαν επιχείρησιν και μετά συμπαθείας διέταξε τον Πέτρον να ωθήση το πλοίον εις τα βαθέα, και όλους να ρίψωσι και πάλιν τα δίκτυα. «Επανάγαγε... χαλάσατε τα δίκτυα». Ο Πέτρος ήτο εις διάθεσιν μελαγχολικήν αλλά το πρόσταγμα Εκείνου, τον οποίον βαθύτατα εσέβετο, και του οποίου την δύναμιν είχε γνωρίσει ήδη, ήρκεσε. Και η πίστις του αντημείφθη.

Εις δε τα βαθέα κοιλώματα του Γωρ έκειντο τα μυστηριώδη ύδατα της θαλάσσης του Λωτ, και πανταχόθεν εφαίνοντο δείγματα της οργής του Θεού και της αμαρτίας του ανθρώπου. Και ο δύων ήλιος της επιγείου ζωής του έρριπτε βαθυτέρας και σκοτεινοτέρας αποχρώσεις καθ' όλην την σκηνήν της επιγείου αποδημίας του.

Εκ της ιδέας του να περιμένω, δεν υπήρχεν άλλο μέσον ή προσφυγή, ειμή ν' αποφασίσω να ριφθώ εις την θάλασσαν, με τα ρούχα, όπως ήμην, να κολυμβήσω εις τα βαθέα, άπατα νερά, όλον το προς δυσμάς διάστημα, το από της ακτής όπου ευρισκόμην, εντεύθεν του μέρους όπου ελούετο η νεάνις, μέχρι του κυρίως όρμου και της άμμου, επειδή εις όλον εκείνο το διάστημα, ως ημίσεος μιλίου, η ακρογιαλιά ήτον άβατος, απάτητος, όλη βράχος και κρημνός.

Βαθέα βάραθρα ήσαν με χάσκοντα στόματα γύρω, και το νερό έσταζε ηχούν σαν αρμονική κωδωνοκρουσία και λάμπον με λευκοκυάνους φλόγας . . . Εν μια στιγμή είδε αυτός ό,τι ημείς με πολλά λόγια πρέπει να εκφράσωμεν.

Αν έχης «Ελαφρά τα ποδάρια, «Και στήθος, ακολούθα με· «Τρίξε και συ μ' εμένα· «Μας φεύγει, η ώρα.» — Γνωρίζω την φωνήν σου. Οδήγει. — Οι βράχοι φεύγουσι Τώρα υπό τα πατήματα Συχνά, φεύγουν οπίσω Σπήλαια και δένδρα· Των ποταμών πλατέα Νερά, βαθέα λαγγάδια, Έρημα μονοπάτια, Δάση, βουνά, χωράφια, Φεύγουν οπίσω.

Αυτός ήτο ο πρώτος όστις διήρχετο προ της οικίας του Μπάρμπα- Σταύρου σχηματίζων επί της ηπλωμένης χιόνος μετά κόπου τα πρώτα ίχνη του ντορού , άτινα κατόπιν του έχαινον βαθέα, ως χωθέντα και απομείναντα εκεί κενά υποδήματος.