United States or Central African Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο μεσημβρία ήδη, και δεν έφθασαν ακόμη εις την Κεχρεάν, την ωραίαν μελαγχολικήν κοιλάδα, με τας ελαιοφύτους κλιτύς, με τον Αραδιάν, τον πυκνόν δρυμώνα της, με το ρεύμα και τας πλατάνους και τους υδρομύλους της. Όταν έφθασαν εις την Κεχρεάν, συνέβη εκείνο το οποίον ο μεν κακομάντης Πανάγος προέλεγεν, ο δε Στεφανής δεν ηγνόει, και ο παπά- Φραγκούλης προέβλεπεν.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ν' ακούσω μουσικήν θέλω, μουσικήν, την μελαγχολικήν τροφήν ημών των εραστών. ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Ε, μουσική! ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Αφήσατέ την· ας υπάγωμεν εις το σφαιριστήριον . Έλα, Χάρμιον. ΧΑΡΜΙΟΝ. Με πονεί το χέρι, παίξε καλύτερα με τον Μαρδιανόν. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Γυνή παίζουσα με ευνούχον, είναι το αυτό ως να παίζη με γυναίκα. Έλα, θέλεις να παίξης μαζύ μου;

Αυτό είναι το αληθές! θα ήτο βεβαίως ασθενές από πριν· Ζήτησέ την, Μάρκε· έστω! Αλλά προ της θεραπείας του παιδίου, μη κάμης λόγον περί της Λιγείας. Οι οφθαλμοί της αρκετά έκλαυσαν εξ αιτίας σου. — Την αγαπάς, Ακτή; ηρώτησεν ο Βινίκιος με μελαγχολικήν φωνήν. Μάλιστα! έμαθα να την αγαπώ, διότι την συνεπάθησα. — Την αγαπάς· δεν σου απέδωκε μίσος αντί αγάπης καθώς εις εμέ!

Είχε παρατηρήσει ότι, ενώ ωμίλει, ητοιμάζοντο διά νέαν επιχείρησιν και μετά συμπαθείας διέταξε τον Πέτρον να ωθήση το πλοίον εις τα βαθέα, και όλους να ρίψωσι και πάλιν τα δίκτυα. «Επανάγαγε... χαλάσατε τα δίκτυα». Ο Πέτρος ήτο εις διάθεσιν μελαγχολικήν αλλά το πρόσταγμα Εκείνου, τον οποίον βαθύτατα εσέβετο, και του οποίου την δύναμιν είχε γνωρίσει ήδη, ήρκεσε. Και η πίστις του αντημείφθη.

Αλλά και άλλη διέξοδος δεν υπήρχεν. Η δε απελπισία και το πείσμα ηδύναντο να δεκαπλασιάσουν τας δυνάμεις του Μανώλη. Και ενώ εξηκολούθει να την ικετεύη, ενισχύων την πειθώ της γλώσσης με την μελαγχολικήν περιπάθειαν των βλεμμάτων, ανεμέτρα και τας πιθανότητας της επιτυχίας εις μίαν βιαίαν απόπειραν.

Ο Χίλων εξήτασε το πρόσωπον του εργάτου, το οποίον με όλην την έκφρασιν την ολίγον σκληράν και μελαγχολικήν, την συχνά απαντώσαν παρά τοις βαρβάροις, όσοι κατώκουν εν Ρώμη, τω εφάνη ότι αντηνάκλα την αγαθότητα και την ειλικρίνειαν.

Περιωρίσθη λοιπόν να του είπη: — Δεν τήνε θες, μα 'γώ τήνε θέλω· και σαν έρθη η γιώρα θα γενή ό,τι θέλω 'γώ. Ως τόσο κάνε ό,τι θες, μα να μη ξεχνάς πως είνε κι' άλλος μεγαλείτερος από σένα επαέ. Τον εστενοχώρει μόνον η θλίψις της Πηγής· και όταν την έβλεπεν ωχράν, αδυνατισμένην και μελαγχολικήν, αυτήν την άλλοτε τόσο γελαστήν, ζωηράν και ανοικτόκαρδην, ερράγιζεν η καρδιά του.

Σάνδης, ήτις στεφανώνει με άσπιλα κρίνα την μοιχείαν μυριάκις δε υγιεινότερα τα φιλόγελα διηγήματα του Βαλζάκ, από την μελαγχολικήν Κ υ ρ ί α ν μ ε τ α ς Κ α μ ε λ ί α ς του Δουμά, προσπαθούντος να δικαιολογίσει διά του αισθήματος την . . .. το επάγγελμα δηλ. της ηρωίδος του.

Ο γέρω- Σολμάν, όστις εγνώριζε το πράγμα, τους επρότεινε κ' έκαμαν όλοι, ανατέλλοντος του ηλίου, ευσεβή προσευχήν, κροτήσαντες τρις τα μέτωπα εις το λιθόστρωτον, επικαλούμενοι ίλεων την σκιάν του αρχαίου ομοθρήσκου των, όστις, τις οίδε διά ποίαν αμαρτίαν, είχε μείνει έξω του Παραδείσου και το φάσμα του εξηκολούθει μετά τόσα έτη να περιπλανάται εις την μελαγχολικήν εκείνην τοποθεσίαν.