United States or Colombia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχε μέλανας και μεγάλους οφθαλμούς, ωχράν και αδύνατον την όψιν, και ωραίαν καστανήν κόμην. Το ανάστημά της εφαίνετο ολίγον κυρτόν. Ηδύνατο να καταστή ωραία, αν δεν έζη εν μέσω τοιούτου κύκλου, αλλά νυν δυσκόλως ηδύνατό τις να διακρίνη αν ήτο ευειδής ή άσχημος. Μεθ' όλην την ασβόλην καθ' ης επάλαιε, προσεπάθει να ενδύηται κοσμίως, και σπανίως εφαίνετο κηλιδωμένη.

Εύκολον να εννοήσης, υποθέτω, τι θα είνε με τας πανοπλίας αυτοί οι οποίοι και γυμνοί δύνανται να προξενήσουν φόβον εις τους εχθρούς και οι οποίοι δεν επιδεικνύουν πολυσαρκίαν πλαδαράν και λευκήν ή ισχνότητα ωχράν, όπως είνε των γυναικών τα σώματα, τα οποία μαραίνονται εις την σκιάν και τρέμουν και περιλούονται αμέσως υπό ιδρώτος και ασθμαίνουν υπό την περικεφαλαίαν, μάλιστα εάν ο ήλιος καίη όπως τώρα.

Διά τούτο δεν παρεξενεύθην, μη ακούσας ταύτην την φοράν τας δεξιώσεις της Οθωμανίδος, όπισθεν του δικτυωτού παραθύρου της. Αλλ’ όταν, ανοιγείσης της θύρας, είδον ενώπιόν μου μικρόν, βλακωδώς προσατενίζον με τουρκόπαιδον, και ουχί την ωχράν του Κιαμήλ όψιν, ποιούντος τον μεγάλον αυτού τ ε μ ε ν ά ν με το αιωνίως μελαγχολικόν εκείνο μειδίαμα, δεν ηξεύρω πώς διετέθην ξένως και παραδόξως.

Περιωρίσθη λοιπόν να του είπη: — Δεν τήνε θες, μα 'γώ τήνε θέλω· και σαν έρθη η γιώρα θα γενή ό,τι θέλω 'γώ. Ως τόσο κάνε ό,τι θες, μα να μη ξεχνάς πως είνε κι' άλλος μεγαλείτερος από σένα επαέ. Τον εστενοχώρει μόνον η θλίψις της Πηγής· και όταν την έβλεπεν ωχράν, αδυνατισμένην και μελαγχολικήν, αυτήν την άλλοτε τόσο γελαστήν, ζωηράν και ανοικτόκαρδην, ερράγιζεν η καρδιά του.

Ο Κιαμήλης με το μικρόν και χιονόλευκον σαρίκιόν του, τον μακρόν και πράσινον τ σ ο υ μ π έ ν του, με την ωχράν και συμπαθητικήν αυτού μορφήν, υψηλός όσον σχεδόν και ο τοίχος του προαυλίου, μοι ήνοιγε τακτικά την θύραν με το γλυκύ και μελαγχολικόν αυτού μειδίαμα επί των χειλέων, μέχρις εδάφους υποκλινόμενος διά τον εγκάρδιον τ ε μ ε ν ά ν της υποδοχής.

Τότε δεν είχε πλέον ανάγκην η Θωμαή να κρύψη την θλιβεράν εκείνην γραμμήν, ήτις κατέλαβε πλέον ολόκληρον εκείνο το λευκόν πρόσωπον, περιβληθέν με μίαν ωχράν κατήφειαν, ως το ωχρόλευκον άγαλμα της απογνώσεως. — Δεν έχεις αλεύρι; την ηνώχλθουν ακόμη μετά καιρόν την γραίαν οι γείτονες και οι παλαιοί πελάται. — Ο Λαλεμήτρος δεν είνε αλευράς, απήντα η γραία.