United States or Iceland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και έχωσε μετά ταύτα τους δύο κοντούς και χονδρούς πόδας του μέσα εις τα βαρέα και βαθέα ρωσσικά υποδήματα, σκληρά και άκαμπτα ως εξ ελάσματος σιδήρου, αφού πρώτον η σύζυγός του εξετίναξε την επ' αυτών επικαθημένην κόνιν, καταβιβάσασα αυτά από τινος δοκού της αφατνώτου οροφής, αφ' ης εκρέμαντο όλον το έτος ως δύο γίγαντος πόδες μαύροι, μέχρι του γόνατος κομμένοι.

Και με φωνήν ήρεμον και αποφασιστικήν εξεσφενδόνισε προς τον πατέρα του την εξής σοβαράν φράσιν: — Δεν τήνε παίρνω 'γώ την Πηγή! Οι δύο σύζυγοι αντήλλαξαν βλέμμα, το οποίον εσήμανε: «Δε σου τάλεγα;» — Δεν τήνε παίρνεις; είπεν ο Σαϊτονικολής με φωνήν ημιπνιγμένην. Ο Μανώλης είχε σκύψει και απέξυε την επικαθημένην εις το υπόδημά του λάσπην. — Και γιάιντα, νάχωμε καλό ρώτημα;

Από της τρίτης ώρας του δειλινού, καθ' ην ο μπάρμπα-Κωνσταντής εξηγείρετο του μεσημβρινού ύπνου, με δριμείαν επικαθημένην της ρινός την χολήν, και εφόρει το τσόχινον βρακίον του, επύργωνεν επί της κεφαλής μεγαλοπρεπές το τυνησιακόν φέσι του, ελάμβανεν ως σκήπτρον την μεγάλην ηλεκτρόστομον τσιμπούσαν του, ανήρτα από της οσφύος βαθύκολπον την μεταξωτήν καπνοσακκούλαν και κατήρχετο εις το καφενείον να εισπνεύση την θαλασσίαν αύραν, από της ώρας εκείνης η ευρεία και τετράγωνος αυλή παρεδίδετο εξ εφόδου εις την λεηλασίαν των βαπτιστικών και των δισεγγόνων.