United States or Spain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Α' ΑΝΗΡ Οχι δα, τι άλλο λες να ξέρουνε, παρ' ότι ετοιμάσθηκαν τα χρήματα να φέρουνε; Β' ΑΝΗΡ Αν δεν ιδούν τα μάτια μου δεν πείθομ' ό,τι νάνε. Α' ΑΝΗΡ Μα όλο τούτο σήμερα στους δρόμους κοπανάνε. Β' ΑΝΗΡ Ας λένε! Α' ΑΝΗΡ Αλλά είπανε καθένας να μαζέψη το είναι του. Β' ΑΝΗΡ Ας λένε· μπα! Α' ΑΝΗΡ Κόσμο θα καταστρέψη μ' αυτήν την δυσπιστία του! Β' ΑΝΗΡ Αυτοί δεν θα πιστέψουν.

Ο Έφις κοίταζε σκεφτικός καταγής, ανάμεσα στα γόνατά του. «Πρέπει να επιστρέψω;», αναρωτιόταν. «Λες να πιστέψουν ότι με φέρνει ο καλός άνεμοςΚαι άξαφνα, για μια στιγμή, στενοχωρήθηκε που η ντον Νοέμι είπε το ναι πριν εκείνος γυρίσει. Αμέσως όμως σηκώθηκε μετανοιωμένος, ταπεινωμένος.

Άκουσε ο Πανάγος αμέσως την προσταγή. Έκαμε τρεις φορές το σταυρό του, φίλησε το Βαγγέλιο, κατόπι το χέρι του Ιερέα, και τέλος γυρίζοντας κατά το Μιχάλη ανοίγει τα χέρια του και τον αγκαλιάζει και τονε φιλάει και τονε λούζει με τα δάκριά του, φωνάζοντας πως είνε αθώος, κι' ας το πιστέψουν όσοι πιστεύουνε Χριστό και Βαγγέλιο. Έμειναν οι δυο τους αγκαλιασμένοι και δακριοπερεχυμένοι κάμποση ώρα.

Ήτανε λοιπόν γύρω του πλήθος πολύ χειμωνιάτικων πουλιών, επειδή δεν έβρισκαν έξω θροφή· πολλά κοτσίφια και πολλές τσίχλες και φάσες και ψαρώνια και κάθε λογής άλλα κισσοφάγα πετούμενα. Με την πρόφαση να κυνηγήση τα πουλιά εβγήκεν έξω ο Δάφνης, αφού εγέμισε το ταγάρι του πήττες μελωμένες και φέρνοντας για να τον πιστέψουν αξό και δίχτυα.

Τότες του λέει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης «Ωχού, τι λόγο, αδρέφι μου, σου ξεστομίζει η γλώσσα! Μα αν πες ο Έχτορας δειλό σε πει και φοβητσάρη, πιος Τρώας και πιος Δάρδανος, θαρρείς, θα τον πιστέψει; πιά θα πιστέψουν θηλυκά των ασπιστάδων Τρώων, 155 πούδωκες χώμα κι' έφαγαν τα τρυφερά τους τέριαΕίπε, κι' εκείνος γύρισε φεβγάλα τ' άλογά του πίσω μες στο κυνηγητό.

Και αν κανένα, απ' όσα λέγει, Το δέχετ' άλλος και του το στρέγει, Τα ψέμματά του διπλά αρμαθιάζει, Με γληγοράδα τ' απανωτιάζει· Σα να φοβούταν μην υποφτέψουν Αλήθιαν είπε, και τον πιστέψουν. Μεγάλη ανάγκη τον καταφέρει Μια κάπια αλήθια να αναφέρη. Μον δεν προφταίνει να την προβάλη, Κανείς δε μνήσκει αυτί να βάλη· Και τον αφίνουν προμού ακόμα Καλαρχινήση ν' ανοίξη στόμα.

. . . Όχι, μη λες «είν' απάνω η μάνα» . . . μόνο να πης· «Αμέρσα, πώς είνε η μάνα, είνε καλλίτερα; έχει σηκωθή; . . . Στο στρώμα είν' ακόμαΓια να πιστέψουν πως βρίσκομαι απάνω στο σπίτι, και πως είμαι άρρωστη . . . Για να μην υποπτευθούν τίποτα, και με κυνηγήσουν τα σκυλιά! . . . Τρέξε, γλήγορα! Είτα προσέθηκε·Έχετε γεια . . . και καλή αντάμωση! . . .