United States or North Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όχι μόνον αδύνατος είναι η ανεύρεσις του λόγου, αλλά και η αναζήτησις αυτού φαίνεται μετέχουσα του γελοίου.

Και αφού επτερύγισα, με περιέβαλεν αμέσως άφθονον φως και τα αντικείμενα, τα οποία προηγουμένως με διέφευγον, τώρα διεκρίνοντο όλα. Έσκυψα λοιπόν προς την γην και έβλεπα καθαρά τας πόλεις, τους ανθρώπους και όσα συνέβαινον, όχι μόνον εις το ύπαιθρον, αλλά και όσα οι άνθρωποι έπραττον εντός των κατοικιών των, νομίζοντες ότι δεν τους έβλεπε κανείς.

Και προχθές ετοιμαζόμενος να γράψω το άρθρον μου, ηρώτησα ένα γνώριμόν της: — Τι γίνεται η κυρία τάδε; Εξακολουθεί η κλεπτομανία; — Όχι, εθεραπεύθη. — Πώς; — Επήρε μίαν κληρονομίαν.

Τίποτε δεν ημπορώ να σου αρνηθώ μου είπεν η Τζελίκα, μα προβλέπω πως θέλει μας προξενηθή μεγάλη δυσαρέσκεια. Όχι, βασίλισσά μου, της είπα, μη φοβάσαι από αυτόν κανένα εναντίον, και στάσου ήσυχα επάνω εις του λόγου μου. Τελειώνοντας ετούτα τα λόγια έκραξα τον Φακύρην και τον επαρουσίασα εις την βασιλοπούλαν.

Αλλ' όχι! χριστιανισμός και απελπισία είναι αντίφασις, είναι αμάρτημα. Ας εξακολουθώμεν λοιπόν ελπίζοντες πάντοτε· διά της παιδείας δε, της φιλοπονίας, και αρετής ας ενισχύωμεν, ας αναπτύσσωμεν, ας πολλαπλασιάζωμεν τας δυνάμεις ημών, και αι γλυκείαι ημών ελπίδες βεβαίως θέλουν πραγματοποιηθή.

Διατί λοιπόν τότε, ω Σώκρατες, εξηκολούθηοε, δεν λέγομεν δι' όλους ότι ερώσιν, αφού πάντες και πάντοτε αγαπούν τα αυτά πράγματα, αλλά διά μερικούς μεν λέγομεν ότι ερώσι, δι' άλλους δε όχι; — Και εγώ θαυμάζω, είπα. — Μη θαυμάζης, είπε· διότι χωρίζοντες ένα μόνον είδος έρωτος, ονομάζομεν αυτό, μεταχειριζόμενοι το όνομα του όλου, έρωτα, διά δε τα άλλα άλλα μεταχειριζόμεθα ονόματα.

Συχωρεμένος να ήσαι, αδερφέ συχωρεμένος να ήσαι!. . . ανέκραξε μετά θέρμης ο ζωέμπορος, εναγκαλιζόμενος τον Δημήτρην με δάκρυα εις τους οφθαλμούς· δεν φταίω εγώ. . . μη μου κακοψυχάς!. . . — Όχι, δεν φταις· λύσε με από τον αφορεσμό! — Ναι, θα σε λύσω. Και ο ζωέμπορος είπεν εις τον Δημήτρην ότι τόρα αμέσως θα επήγαινεν εις Λεχαινά και θα εφρόντιζε δι' όλων των μέσων ν' ανακληθή το επιτίμιόν του

Η μητέρα μου εδέχουνταν την ερωμένην του πατέρα μου και μέσα εις το σπίτι της ακόμη. Μ α ρ ί α. Η μητέρα σου ήταν μια σκλάβα και ο πατέρας σου ένας Ανατολίτης τύραννος. Και η σκλάβες γεννούν άνανδρους και δειλούς και ψεύτες και προδότες! Μα το παιδί μου εμένα δεν θέλω, όχι, να σκορπίση γύρω του την συμφορά και την απόγνωσι. Κ ώ σ τ α ς. Μαρία μου, ησύχασε. Φεύγω. Θα σώσω τουλάχιστον το παιδί μου!

Αν δοκίμαζε να το κάμη μόνο έτσι για να πειράξη το Σβεν, αυτός έβαζε τη φωνή: — Όχι, να μην ακούση, δεν κάνει νακούση. Κ' η μαμά έσπρωχνε τον μπαμπά, ώστε ο μικρός μπορούσε να της πη στο αυτί ό,τι ήθελε. Και τότε θριάμβευε ο Σβεν. — Βλέπεις, έλεγε. Δεν κάνει να το ακούσης. Κ' έπειτα έφευγε κρατώντας το χέρι της μαμάς και περιγελούσε τον μπαμπά.

Αλλά και τανάπαλιν η γνώσις των συμβεβηκότων συντελεί μεγάλως εις το να γνωρίσωμεν τι είναι το πράγμα. Απορίαν δε γεννώσι και τα πάθη της ψυχής, αν είναι πάντα κοινά και του σώματος του έχοντος αυτήν, ή υπάρχει και τι το οποίον ανήκει αποκλειστικώς εις την ψυχήν. Να μάθωμεν τούτο είναι αναγκαίον, αλλ' όχι εύκολον.