United States or Yemen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα είσαι τύραννος! του φώναξε η Ελπίδα με θυμό, βγάζοντας το ζω από τα χέρια του. — Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων, φώναξε ο Αριστόδημος μη δίνοντας προσοχή στα λόγια της, τιμιώτερον και αγιώτερον και σεμνότερον εστίν η πατρίς!.... — Μπράβο! ξέσπασαν χεροκροτώντας οι νέοι. Το τι γίνηκε ανήμερα δε μολογιέται. Ήταν μέρα χινοπωριάτικη, κατσουφιασμένη και κρύα.

Μια βαρειά ντουφεκιά έπεσε στον αυλόγυρο της κάκως της Μήτραινας, που βρόντησε όλο το Χωριό. Η χαρά της κάκως της Μήτραινας, ούτε γράφεται ούτε μολογιέται! — Μωρέ τι τρέχει; Έλεγε ο ένας στον άλλο. — Κάποιος ξενιτεμένος θάρθε! Απολογιώνταν. Σε λίγο όλο το Χωριό έμαθε, ότι ήρθε ο Γιάννης της κάκως της Μήτραινας από τα Ξένα, κι' έτρεξαν να τον καλωσορίσουν.

Μπρε! έκαμε ο Χαγάνος, με φανερή συγκίνηση. — Το τι έγινε σήμερα το μεσημέρι εκεί κάτω δε μολογιέται, αφέντη· εξακολούθησε ο δούλος. Το είδα και με πήρανε τα δάκρυα. — Και ξέρεις, αφέντη, πως δεν είμαι από κείνους που δακρύζουν εύκολα. Μα κι' η αφεντιά σου να ήταν εκεί, το ίδιο θάκανε. — Εγώ; ποτέ! είπε ο Χαγάνος σουφρώνοντας τα φρύδια. Μα τι έγινε;

Έδειξε τόση αγάπη και συμπάθεια για μένα, ο αφεντικός μ', που δεν μολογιέται. Με θεωρούσε σαν παιδί τ'. Εκεί μια μέρα, ύστερα από λίγον καιρό, μώδωκε ένα γράμμα, και το γράμμα αυτό διαλάβαινε ότι είχες πεθάνει, εσύ! Μαθόντας αυτήν την είδηση κόπηκα στα κλάματα.