Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Αλλοί του, πούν' στην Ξενιτειά και ξενοπαραδέρνει Δεν έχει μάννα κι' αδερφή κι' εμπιστεμένο ταίρι Να μαγειρεύουν του να τρώη, να πλένουν τα σκουτιά του Να στρώνουνε το στρώμα του, να πέφτη να κοιμάται Κι αν αρρωστήση ο δύστυχος και πέση στο κρεβάτι Να κλαιν στο προσκεφάλι του, να χύνουν μαύρα δάκρυα. Ξένες του μαγειρεύουνε, και πλένουν τα σκουτιά του.

Το ρέμα του είναι σιγανό και στενά τα παράλια που λούζει. Λίγο λίγο μεγαλώνει. Η γις ποτίζεται με τα νερά του κ' οι κάμποι γεμίζουν πρασινάδα· δροσίζουνται οι ρίζες και τα δέντρα χύνουν όλα τους τα φύλλα. Αν πάτε με τον ποταμό, γρήγορα θα διήτε στο δρόμο σας σπίτια, χωράφια και ζωή. Σωρέβουνται σε μια μικρή χώρα άντρες, γυναίκες και παιδιά. Γίνεται δ ή μ ο ς· έχει τα έθιμά του και τη γλώσσα του.

Μάλιστα, συχνά μ' αρέσει περισσότερο η suggestion, αυτή, παρά τα ξάστερα και ευκολοδιάλυτα νοήματα, που ενίοτε λένε λιγώτερα πράγματα και χύνουν λιγώτερο φως. Με συγχωρείς γι' αυτή την άταχτη πολυλογία μου, μα καθώς σας είπα, δεν είναι κρίση αυτή, ούτε είμαι άξιος να κάνω κρίσες, παρά είναι απλά συναισθήματα. Μπορούσα σε κάθε στίχο σχεδόν, να σταματήσω και να πω τα συναισθήματα που μου γεννά.

Οι δε θεοί, ως λέγει κάπου ο Όμηρος, ο οποίος βέβαια θα είδε τα εκεί όπως εγώ, «ούτε σίτον έδουσιν, ούτε πίνουσιν αίθοπα οίνον», αλλ' ως τροφήν έχουν την αμβροσίαν και με το νέκταρ ευθυμούν• η τροφή όμως την οποίαν προτιμούν είνε ο καπνός των θυσιών, ο οποίος ανεβαίνει εις τον ουρανόν ομού με την οσμήν των ψηνομένων κρεάτων, και το αίμα των σφαγίων το οποίον οι θυσιάζοντες χύνουν γύρω εις τους βωμούς.

Εμπρός, ω βασιλεύ, γενναίε από το φυσικό σου, φέρε σιμά μου τις δυό τις θυγατέρες μου.Μες στην αγκάλη καθώς εγώ θα τις κρατώ και θα τις σφίγγω, θα μου φανή να τις έχω εμπρός μου σαν όταν έβλεπα. Τι λέγω; Δεν τις ακούω Αθάνατοι εδώ σιμά μου να χύνουν δάκρυα; Μ’ ευσπλαχνίσθη ο Κρέων κ’ εδώ μου τα ’στειλε τα πλέον αγαπημένα, τα δυό γλυκά παιδιά μου. Λέγω καλά; ΚΡΕΩΝ Σωστά.

Σβυέται ο Σταυρός μεσουρανίς· οι Δράκοι βασιλεύουν. Σε 'λίγο το φεγγάρι 'Σάν βασιλέψη τρίβαθο σκοτάδι θε να πάρη. Πόσο το χειμωνιάτικο είν' άγριο το σκοτάδι! Κι' αν ξενυχτίσηςτο βουνό, 'ς το λόγγο, ή λαγκάδι Διπλή σου χύνουντην καρδιά, διπλή ανατριχίλα Το κρύο κ' η μαυρίλα.

Κ' η δυο εκείναις χαραυγαίς που αγγέλλοι κατηβαίνουν Μέσ' απ' τον ουρανό 'ψηλά κ' έρχονται και σημαίνουν Χριστούγεννα κι' Ανάστασι, ω! τι μυστήριο χύνουν, Τι χαραυγούλαις είν' αυταίς, πόση ζωή μας δίνουν! Λάμπουνε, τ' ασυγνέφιαστα τα ουράνια 'σάν ζαφείρια· 'Σάν μάτια π' αγρυπνήσανε φέγγουν τα παραθύρια· Χαρούμεναις και σιγαλαίς 'μιλιαίς σμίγονται γύρα.

Ο Θεός να σ' ευλογήση! ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣτου Καπουλέτου σήμερα το σπίτι θα δειπνήση κ' η Ροζαλίνα σου αυτή, που τόσον την λατρεύεις, και όλ' αι πλέον θαυμασταί ωραίαι της Βερώνας. ΡΩΜΑΙΟΣ Εάν εις την λατρείαν των ποτέ των απιστήσουν τα 'μάτια μου, — εάν ποτέ κηρύξουν τέτοιον ψεύμα, ας χύνουν αντί δάκρυα, φωτιάν!

Και με πόσην χαράν, με τι λαχτάρα επιστρέφει ένας εις τα παιδικά εκείνα ενθυμήματα, οπού θαρρείς ότι χύνουν νέαν ζωήν εις τας φλέβας σου, με ποίον άγιον πόθον αναδιφεί νοερώς τας σελίδας του αφθάρτου βιβλίου, οπού λέγεται μνήμη . . . Ο γέρω Αντωνέλλος είνε μία από τας αναμνήσεις αυτάς τας πλέον γλυκείας, τας πλέον παρηγόρους.

Διότι σεις, καθώς είπες, εντελώς αποφεύγετε τον οίνον, οι Σκύθαι όμως και οι Θράκες τον πίνουν εντελώς άκρατον και αι γυναίκες των και οι ίδιοι, και τον χύνουν εις τα ενδύματά των και νομίζουν ότι εκτελούν έντιμον και αξιομακάριστον ασχολίαν. Οι Πέρσαι δε και εις τας άλλας τρυφηλότητας επιδίδονται πολύ, όσας σεις εκδιώκετε αλλά με περισσοτέραν τάξιν από αυτούς.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν