United States or Uganda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόλις εγνώρισε το αέρισμα και το λιομάζωμα και τούτο μετά μεγάλων προφυλάξεων της αβράς λευκότητος του προσώπου και των χειρών της. Το περισσότερον του καιρού της διήρχετο εις την σκιάν, ράπτουσα και υφαίνουσα, και ήτον υφάντρια μοναδική, τα δ' εργόχειρά της ήσαν εξακουστά.

Αλλά δεν έπραττεν ούτω ο Άγιος Παύλος, όστις ωμίλησε προς τους Αθηναίους φιλοφρονέστατα και διαλλακτικώτατα, και έζησεν επί τρία και ήμισυ έτη εν Εφέσω, χωρίς μηδέ άπαξ να προσβάλη ή να υβρίση τους λάτρεις της Αρτέμιδος. Έως εδώ ο Κύριος υπέδειξεν αυτοίς τα χρέη της πιστής φιλίας, της αβράς φιλοφροσύνης, της εν αυταπαρνήσει απλότητος, ως πρώτους ουσιώδεις όρους κατορθούσης αποστολής.

Όσον ασθενώς και αν ερρίπτοντο οι λίθοι υπό της αβράς χειρός της Μαργής, είχον αφήση επί των ώμων και του στήθους του αλγεινά ίχνη· αλλά πολύ περισσότερον τον είχε πληγώσει το αδυσώπητον μίσος, το οποίον εξέφραζαν τα βλέμματα και οι λόγοι, οι εκτοξευόμενοι ομού με τους λίθους. Τον παρηγόρει όμως και τον ενεθάρρυνεν η ανάμνησις των λόγων της χήρας. Η αγουρίδα θα εγλύκαινε μίαν ημέραν.

Ο Ταχίρ μεγαλόσωμος, υψηλά κρατών το φοβερόν χαρμπί του, έσπευδε να το κατεβάση από του ώμου μέχρι της κοιλίας κ' ήδη επλάκωνεν επάνω του αρματωλού ως κατάμαυρο σύγνεφο φέρον την καταιγίδα επί της αβράς χλόης λειβαδίου. Ο Ζάχος πρώτην φοράν επί της ζωής του ερρίγησεν ήδη.

Ιδού από το άλλο μέρος και το Κουμ Καλέ επί της Ασίας, ήτις με τας μαλακάς και αβράς όχθας της, τας τόσον απαλώς πρασινοβαλούσας ήδη υπό την πρώιμον χλόην, θαρρείς κ' εκτείνεται ερωτικώς να χαιρετίση, ν' ασπασθή και εναγκαλισθή μίαν φοράν ακόμη την αγαπημένην αδελφήν της, την Ευρώπην, από την οποίαν την εξεχώρισαν αποτόμως εις την διάβασιν της, την κοπτεράν, η Δημιουργία.

Robert Louis Stevenson, ο ευχάριστος εκείνος τεχνίτης αβράς και γεμάτης φαντασία πρόζας, κηλιδώθηκε μ' αυτό το νέο ελάττωμα, γιατί δεν ξέρομε θετικά τι άλλο όνομα να δώσουμε σ' αυτό.

Ο πλοίαρχος ηρραβωνίσθη εν τη βασιλευούση και κατήλθε με το καράβι εις την πατρίδα, όπου παρήγγειλε να του κτίσουν, με σχέδιον κομψόν και ασύνηθες έως τότε εις την πολίχνην, την μικράν ωραίαν οικίαν, σκοπεύων με το πρώτον ταξείδιον να φέρη έπιπλα από την Βενετίαν, διά να ευπρεπίση, να στολίση την νεόκτιστον οικίαν και την κάμη αξίαν της αβράς Κοκκώνας, την οποίαν εμελέτα να φέρη από την Πόλιν· αλλ' η οικία δεν έμελλε να τελειώση και η Κοκκώνα οκτώ μήνας μετά την μνηστείαν απέθνησκε φθισική εις το Σταυροδρόμι και η οικία έμεινεν ατελείωτη, έρημη και άχαρη, ανά τον λιθόστρωτον ανηφορικόν δρόμον, σιμά εις τον κρημνώδη βράχον.

Αλλ' Αυτός, ο μόνος γαλήνιος και ατάραχος, πραΰνων διά της φωνής Του τον λήρον της μανίας και τας κραυγάς του σεληνιασμού, τρέπων την νόσον εις υγίειαν με το να επιθέτη επί εκάστου δυστυχούς και βασανιζομένου τας καθαράς και αβράς χείρας Του, συνεκινείτο εν τη αγάπη και τρυφερότητί Του, ο νέος Προφήτης της Ναζαρέτ, ο Χριστός, ο Σωτήρ του κόσμου.