United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόλις εγνώρισε το αέρισμα και το λιομάζωμα και τούτο μετά μεγάλων προφυλάξεων της αβράς λευκότητος του προσώπου και των χειρών της. Το περισσότερον του καιρού της διήρχετο εις την σκιάν, ράπτουσα και υφαίνουσα, και ήτον υφάντρια μοναδική, τα δ' εργόχειρά της ήσαν εξακουστά.

Μόλις προ ενός έτους είχε στεφανωθή· την νυμφικήν της ωραίαν χρυσοκέντητον εσθήτα δεν εφόρεσεν από των ημερών του γάμου της, όστις ετελέσθη μετά πολλής χαράς και χορών. Ότε ήτο παρθένος, διήρχετο βασανισμένην ζωήν, υφαίνουσα, πλέκουσα και ράπτουσα επί μισθώ· ήτο ορφανή, μίαν γραίαν μόνον μητέρα έχουσα.

Ανέβλεψε μόνον περιλύπως επί τινας στιγμάς προς τον λαλήσαντα, και καταβιβάσασα πάλιν τα βλέμματά της επί την νυκτερινήν αυτής εργασίαν, εξηκολούθησε ράπτουσα δι' ασταθούς και τρεμούσης χειρός. — Ακόμη ράπτεις, Σοφία; προσέθηκεν ο Θοδωράκης διά ταπεινοτέρας φωνής, και αποβαλών τον πίλον αυτού προσήγγισεν εις την σύζυγόν του. — Πρέπει να τελειώσω απόψε, απήντησεν η νεαρά γυνή.

Ράπτουσα και κεντώσα τα ξένα φορέματα είχεν αποκτήσει τόσον λεπτήν ειδικότητα περί το ενδύεσθαι, ώστε οσάκις την έβλεπον, έδακνον τα χείλη τα ζηλότυπα του χωρίου κοράσια.