Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025
Είτα ηγείρετο και κατέβαινεν εις την καλύβην της, και η γρηά Παντελού την προέπεμπε συνήθως μέχρι της κλίμακος. Τότε η Περμάχου επανελάμβανε, ταπεινή τη φωνή, την προφητείαν της ότι «θα φάη κι' άλλη ψωμί», η δε γραία διεμαρτύρετο ασθενώς κατά της επιμονής της.
Και ο ίππος με την εξαιρετικήν οξυδέρκειαν την οποίαν έχουν τα ζώα, θα τα έβλεπε τόρα αυτά και ήθελε να οπισθοχωρήση. Ο ζωέμπορος εσταυροκοπήθη δις και τρις ψιθυρίζων μέσα του προσευχήν κ' έστρεψε τον ίππον να φύγη ησύχως. Αίφνης όμως ήκουσε γογγυσμόν και φωνήν ανθρωπίνην, ερχομένην ασθενώς μέσ' από τα φυλλώματα και ζητούσαν βοήθειαν.
Επί του πλακοστρώτου, εξ ου συνέκειτο η οδός, μέχρι των ορέων αντήχει ασθενώς μόνον το ξύλον των οδοιπορικών σανδάλων των δύο συνοδοιπόρων. Ο ήλιος ανέδυσεν όπισθεν οροσειράς τινος, και παράδοξον θέαμα έπληξε τους οφθαλμούς του αποστόλου. Του εφάνη ότι η ξανθή σφαίρα του ηλίου, αντί να υψωθή εις τους ουρανούς, είχε χαμηλώσει από του ύψους των ορέων και ηκολούθει την διεύθυνσιν της οδού.
Συγχρόνως επωφελήθη, ως ελέγετο, εκ της περιστάσεως, διά να επιδείξη την προς τον Τισσαφέρνην αφοσίωσίν του χάριν των ιδίων αυτού συμφερόντων· διά τον αυτόν δε λόγον μέχρις εκείνης της στιγμής ασθενώς διεμαρτύρετο κατά της ελαττώσεως του μισθού. Ο Αλκιβιάδης έγραψεν αμέσως εις την Σάμον, διά να καταγγείλη τον Φρύνιχον και ζητήση τον θάνατόν του.
Αλλ' ο ψυχρός αήρ είχε καταστήσει δύσκαμπτα ως κόκκαλον τα λεπτά και πλήρη χιόνος ενδύματά της· οι πόδες και αι χείρες της είχον γίνει από ερυθρών λευκότατοι, η κεφαλή της επόνει σφοδρότατα. Έκαμεν εντούτοις ολίγα βήματα κ' έπεσε τέλος χαμαί μετά του αδελφού της. — Γιάννο! καϋμένε, Γιάννο! εψιθύρισεν ασθενώς.
Ο άνθρωπος αισθάνεται ασθενώς τας οσμάς, και δεν οσφραίνεται κανέν οσφραντόν χωρίς να αισθανθή λύπην ή ηδονήν, διά τον λόγον ότι δεν είναι ακριβές το αισθητήριον. Πιθανόν είναι και ότι τα έχοντα σκληρούς οφθαλμούς ζώα ασθενώς αισθάνονται τα χρώματα και δεν είναι κατάδηλοι εις αυτά αι διαφοραί των χρωμάτων, ειμή διά της αφοβίας ή του φόβου, ον ταύτα γεννώσιν.
Αλλά το Φάσμα προσέθηκε, δαιμονίως καγχάζον: — Τώρα θα εννοήσης και θα πιστεύσης. Λάλησε ισχυρώς! Και ελάλησα ισχυρώς. Με ανεβίβασε κατόπιν εις ύψος, και είπε: — Λάλησε και ασθενώς τώρα. Και ελάλησα ασθενώς. Τότε ηννόησα. — Ελάλησα ισχυρώς από πολύ χαμηλά, και δεν με ήκουσε κανείς· όλοι με περιεφρόνησαν. Ελάλησα και ασθενώς από πολύ υψηλά, και με ήκουσαν όλοι· τότε τους περιεφρόνησα εγώ.
Διότι πολλοί οίτινες κοιμώμενοι υπέβλεπον μόλις εκείνο όπερ εν τω ύπνω έβλεπον, ως εφαντάζοντο, ως αμυδρόν φως του λύχνου, ευθύς άμα ηγέρθησαν, ανεγνώρισαν ότι ήτο πραγματικώς το φως του λύχνου• και πάλιν άνθρωποι ακούσαντες εν τω ύπνω ασθενώς φωνήν αλεκτρυόνων και κυνών, όταν ηγέρθησαν, σαφώς ανεγνώρισαν αυτούς . Άλλοι δε και αποκρίνονται κοιμώμενοι εις τας γενομένας εις αυτούς ερωτήσεις . 15.
— Νερό, λίγο νερό! εψιθύρισεν ο Δημήτρης ασθενώς. Ο ζωέμπορος έλαβε μικρόν κασσιτέρινον τάσι, ανηρτημένον αριστερά του σελαχίου του και το εγέμισεν από την βρύσιν. Ο Δημήτρης ανεσηκώθη ολίγον, έλαβε τα τάσι μετά σπουδής και τα εκένωσεν απνευστί. — Τη δροσιά του νάχης εψιθύρισε. Και ημιανοίγων τους οφθαλμούς ητένισεν ευγνωμόνως τον Νίκαν.
Δεν έχεις τίποτα, κορίτσι μου. — Α! Μπάρμπ' Αλέξανδρε, εψέλλισεν ασθενώς. Πότε θα μου πης πάλι τα θεία... τραγούδια; — Όποτε θέλεις, Κούλα μου. Άμα γείνη αγρυπνία εις τον Άγιον Ελισσαίον να έλθης να σου τα πω. — Να μου τα πης. Μα θα τ' ακούσω; — Άμα προσέχης, θα τ' ακούσης ... — Ωχ! Εστέναξεν, έκλεισε τα όμματα και δεν μου ωμίλησε πλέον. Της έφεραν χρίσμα, έλαιον από την κανδύλαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν