Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Ο Βαγγέλης από το δωμάτιόν του ήκουε την φωνήν της Κατερνιώς, ήτις διεμαρτύρετο λέγουσα: — Και ποια είμ' εγώ! ...Θάρρεψε πως ήμουν καμμιά σαν τα μούτρα του, ο χαμένος! ...Αν δεν του σπάσω το κεφάλι του, να το κάμω μακρουλό και κούφιο και πλακαρό, σαν το λαγούτο του, να μη με λένε Κατερνιώ. Ο οργανοπαίκτης, αισθανόμενος μεγάλην καρηβαρίαν, συνάμα δε και φόβον κ' εντροπήν, δεν εξήλθεν ως το βράδυ.
Είτα ηγείρετο και κατέβαινεν εις την καλύβην της, και η γρηά Παντελού την προέπεμπε συνήθως μέχρι της κλίμακος. Τότε η Περμάχου επανελάμβανε, ταπεινή τη φωνή, την προφητείαν της ότι «θα φάη κι' άλλη ψωμί», η δε γραία διεμαρτύρετο ασθενώς κατά της επιμονής της.
Συγχρόνως επωφελήθη, ως ελέγετο, εκ της περιστάσεως, διά να επιδείξη την προς τον Τισσαφέρνην αφοσίωσίν του χάριν των ιδίων αυτού συμφερόντων· διά τον αυτόν δε λόγον μέχρις εκείνης της στιγμής ασθενώς διεμαρτύρετο κατά της ελαττώσεως του μισθού. Ο Αλκιβιάδης έγραψεν αμέσως εις την Σάμον, διά να καταγγείλη τον Φρύνιχον και ζητήση τον θάνατόν του.
Και την ηγάπα δημοσία, εις το φανερόν, δεν το έκρυπτεν. Η γειτόνισσά της, η γρηά Περμάχου, ηγανάκτει και διεμαρτύρετο κατά της τόσης αδυναμίας της ομήλικός της προς την ασθενή νύμφην. Διότι η πτωχή Γιάνναινα, τριακοντούτις γυνή, ωχρά, αναιμική εξ αρχής, εφύλαττε την στρωμνήν επί μήνας πολλούς, μετά την όψιν του φαντάσματος.
Διεμαρτύρετο προς τον θεόν, ο Λαλεμήτρος, ωσάν τον Ιωσήφ τον πάγκαλον, μη έχων κανένα προστάτην εν τω κόσμω εκείνω, κατά της αδίκου πλεκτάνης της γυναικός. Και περιφερόμενος έπειτα εις την προκυμαίαν της μεγαλοπόλεως εστέναζε βλέπων μακρόθεν την θέσιν εκείνην την επικερδή, την οποίαν κατείχε πλέον η Ιταλίς εκείνη η παρμένη. — Όλοι εδώ υπερασπίζουν της γυναίκες. Καϋμένη Ελλάδα!
— Μην τα ξεσυνερίζεσαι τα λόγια της, κουμπάρε, διεμαρτύρετο λέγων ο σύζυγος. — Το δικό μου θα περάση, το δικό μου! επέμενε πάλιν η συμβία. — Και τι; θα με κουμαντάρης εσύ; έκραζεν απειλητικώς ο Σπληνογιάννης. — Σας παρακαλώ . . . ησυχάσατε τώρα, παρενέβαλλε διά της μελιχράς και θωπευτικής φωνής του ο Λάμπρος ο Βατούλας.
Ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος τον εκράτει τότε και απήτει να του είπη τουλάχιστον τα ονόματα των «κρυφών εκλογέων», διά να τα σημείωση εις το κατάστιχον, αλλ' ο Λάμπρος διεμαρτύρετο με τόνους αισθηματικούς, πρόθυμος να κοκκινήση αυτός διά να παράσχη δείγμα του πώς θα εκοκκίνιζαν οι πελάται του, κ' έλεγε : «δεν κάνει να εκθέσουμε τους ανθρώπους· τότε, καλλίτερα να λείπη!» Κ' ενώ αι χείρες, αι κρατούσαι τα χαρτονομίσματα και τας δεσμίδας των κερμάτων ετείνοντο μακραί προς στιγμήν ως διά να επιστρέψωσι τα χρήματα εις το γραφείον, του κυρ-Μανουήλου με βλέμμα εναγωνίου προσδοκίας παρακολουθούντος την κίνησιν, αίφνης αι χείρες αυταί εχύνοντο βραχείαι εις τα θυλάκια της ιδίας περισκελίδος του, αποθέτουσαι τα χρήματα εκεί.
Διεμαρτύρετο κατά των διαβολών, αίτινες ήθελον εκτοξευθή απόντος αυτού και εζήτει να τον θανατώσουν αμέσως, εάν ήτο ένοχος, λέγων ότι ήθελεν είσθαι φρονιμώτερον να μη τον στείλουν, διατελούντα υπό το βάρος τοιαύτης κατηγορίας, επί κεφαλής τοσούτου στρατού πριν τον δικάσουν.
Ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος διεμαρτύρετο από της θύρας κ' έστελλεν απειλητικά βλέμματα προς τον Απίκον. Ο κυρ-Ανδρέας του απήντα διά περιφρονητικού μειδιάματος. — Τώρα; είπεν ο Μπάρμπα Γιώργης ο Απίκραντος.
Σου την έχω αφιερωμένην! — Εις μάτην ο Κ. Λιάκος διεμαρτύρετο προσπαθών να τον πείση ότι δεν ήξιζε τόσον λόγον το πράγμα, ότι πας άλλος βλέπων άνθρωπον πνιγόμενον και δυνάμενος να κολυμβήση θα έπραττεν ό,τι αυτός έπραξεν. Ο σωθείς δεν επείθετο και εξηκολούθει ανακηρύττων την ευγνωμοσύνην του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν