United States or Malawi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέλος, περί την έκτην ώραν, όταν ο ήλιος έκλινε προς την δύσιν, εφάνη εισελθών και βαίνων δρομαίως προς την στέρναν, εγγύς της οποίας το είχαν στρωμένον οι πέντε φίλοι, εξ ων ο γέρο-Λευτέρης ο Κουσερής και ο Κώστας ο Άγγουρος είχαν αποκοιμηθή επί της παχείας φυλλάδος, ήτις τους είχε χρησιμεύσει ως τάπης και ως τράπεζα, ενώ οι λοιποί τρεις ησχολούντο περιτρώγοντες τα τελευταία λείψανα του συμποσίου και παρηγορούμενοι διά της φλάσκας, της επτάκις γεμισθείσης ήδη από της δαμιτζάνας του γείτονος καπήλου, εφάνη, λέγω, βαίνων προς την στέρναν ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος, αυτοπροσώπως.

Την ημέραν της εκλογής, παρουσιαζόμενος κάθε τέταρτον, κάθε είκοσι λεπτά εις το πρακτορείον, εισερχόμενος, εξερχόμενος, δρομαίος, πολύφροντις, σπογγίζων επί του μετώπου τον ιδρώτα με λευκόν λινομέταξον μανδήλιον, εισέβαλλεν από πίσω από τα κάγκελλα, διέκοπτεν αποτόμως πάσαν συνεννόησιν ή διαπραγμάτευσιν του Στεριωμένου μετά ψηφοφόρων ή ψηφοθηρών, έκυπτεν εις το ους του, του ωμίλει, και εις απάντησιν ο κυρ-Μανουήλος, πότε μορφάζων, πότε στενάζων, πάντοτε σκυθρωπός, του έθετεν εις την παλάμην, άλλοτε έν, άλλοτε δύο δεκάρικα, δύο ή τρία φυσέκια χαλκίνων κερμάτων, και ο Λάμπρος επί ατμού αμέσως έφευγεν, ετρέπετο δεξιά ή αριστερά προς τον δρόμον της συνοικίας, διά να επανέλθη και πάλιν μετά είκοσι λεπτά ή μετά ημίσειαν ώραν.

Ο κήρυξ ήνοιξε το στόμα, όπως εκτελέση την διαταγήν ταύτην, όταν εις την θύραν του σχολείου εφάνη ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος, ακολουθούμενος υπό των πέντε αχωρίστων φίλων, των περί τον Κουσουρήν και Απίκραντον. — Πώς αρχίζει η διαλογή; εψέλλισε με ηλλοιωμένον το πρόσωπον ο κυρ Μανουήλος ο Στεριωμένος. — Φώναξε, υπέγρυξε προς τον κήρυκα ο κυρ-Ανδρέας, ευθύς ως είδε τα νέα εμφανισθέντα πρόσωπα.

Ο κυρ-Μανουήλος προσεποιείτο ότι τον επίστευε· δεν ηδύνατο ν' αρνηθή απολύτως την πληρωμήν, καθόσον δεν είχεν οδηγίας να φθάση έως εκεί από τον Αλικιάδην και από τον Καψιμαΐδην. Εφρόντιζε μόνον ως καλός διαχειριστής και ως καλλίτερος έμπορος «να κόφτη» κάτι τι από τας απαιτήσεις του Λάμπρου.

Εάν εκείνος εζήτει εικοσιπεντάρικον, ο κυρ-Μανουήλος έδιδεν έν δεκάρικον και δύο φυσέκια των τεσσάρων δραχμών· εάν του εζήτει δύο δεκάρικα, έδιδε δύο πεντάρικα και έν φυσέκιον μ' εξήντα πεντάραις.

Οι δύο άλλοι έσειον τους ώμους. Ο κυρ-Μανουήλος εφαίνετο ανυπόμονος, και ομιλών άμα έκαμνε βραχείς περιπάτους περί το μαγγανοπήγαδον. Δύο ή τρεις φοράς έβγαλεν από την τσέπην του γελέκου το ωρολόγιόν του, το εκύτταξε, κ' εφαίνετο λέγων προς τους τρεις εταίρους ότι η ώρα περνά και ότι πρέπει να σπεύσωσι.

Ο κυρ-Μανουήλος, αφού είπεν ολίγας τελευταίας λέξεις, εστάθη ολίγον τι παράμερα και εφαίνετο περιμένων. Ο Ζάβαλος και ο Κάβουρας, αφού εξήλεγξαν το περιεχόμενον του φακέλλου, έτρεξαν προς την στέρναν, υπό τα μεγάλα δένδρα, όπου εκοιμώντο οι δύο σύντροφοί των. Έκυψαν, έσεισαν τους ώμους των και τους εξύπνησαν.

Ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος ωμίλει ταπεινή τη φωνή και μετά χειρονομιών προς τους τρεις φίλους. Ο Μανώλης ο Πολύχρονος, μετά συντόνου προσοχής κατασκοπεύων όπισθεν του φράκτου, αδύνατον ήτο ν' ακούση λέξιν, αλλ' ενόει πολύ καλά τι ελέγετο εκεί, παρά το μαγγανοπήγαδον. Ο γέρο-Απίκραντος απήντα εκάστοτε εις τας προτάσεις του κυρ -Μανουήλου, τείνων λίαν εκφραστικώς τας χείρας.

Ήτο δε ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος «καλός νοικοκύρης», εμποροπαντοπώλης και κτηματίας και σύμβουλος του δήμου ισόβιος, τόσον ώστε μίαν φοράν μόνον, ότε ήλθε δέκατος τέταρτος, ήτοι δεύτερος παραπληρωματικός, ο ίσκιος του ή η καλή του τύχη «εψωμόφαγε» μετ' ολίγας εβδομάδας δύο των προ αυτού πλειονοψηφισάντων, και ούτως εισήλθεν εις το δημοτικόν συμβούλιον ως ενεργόν μέλος.

Ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος εξηκολούθει να. περιμένη ολίγα βήματα απωτέρω. Οι υπνηλοί εσηκώθησαν ετινάχθησαν, και οι σύντροφοί των τους έβρεξαν τα πρόσωπα με νερόν από την στέρναν. Οι πέντε άνδρες ητοιμάσθησαν, ετίναξαν τα ενδύματά των, εφόρεσαν έκαστος το έν μανίκι της τσάκας του ή της σουρτούκας του. Ο κυρ-Μανουήλος είπε: Πάμε! κ' εστράφη προς την θύραν. Οι πέντε φίλοι τον ηκολούθησαν.