United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος εξηκολούθει να. περιμένη ολίγα βήματα απωτέρω. Οι υπνηλοί εσηκώθησαν ετινάχθησαν, και οι σύντροφοί των τους έβρεξαν τα πρόσωπα με νερόν από την στέρναν. Οι πέντε άνδρες ητοιμάσθησαν, ετίναξαν τα ενδύματά των, εφόρεσαν έκαστος το έν μανίκι της τσάκας του ή της σουρτούκας του. Ο κυρ-Μανουήλος είπε: Πάμε! κ' εστράφη προς την θύραν. Οι πέντε φίλοι τον ηκολούθησαν.

Φαίνεται, ότι μετά πολλάς ανωφελείς αποπείρας, τας γενομένας διά του Λάμπρου του Βατούλα, ηθέλησεν ο ίδιος να πραγματευθή προς τους πέντε συνωμότας. Επλησίασεν. Ο μπάρμπα-Γιώργης και ο Δημήτρης ο Ζάβαλος εσηκώθησαν και μετέβησαν όπισθεν του μαγγανοπηγάδου, όπου τους ένευσε να τον ακολουθήσωσι. Κατόπιν τούτων, απρόσκλητος, ηκολούθησε και ο Γιαννιός ο Κάβουρας.

Έξαφνα αντήχησεν εις τον αέρα έν πιφ, παφ! και αι χήνες έπεσαν εις το νερόν σκοτωμέναι, και εκεί όπου έπεσαν εκοκκίνισεν ο βάλτος από αίμα. Πιφ, παφ, άλλην μίαν φοράν, και ένας σωρός χηνών εσηκώθησαν από τα καλάμια και έφευγαν. Και άλλοι τουφεκισμοί ηκούσθησαν.

Μα έως εδώ δεν εστάθη η φήμη του επειδή και παύοντας αυτός ο πόλεμος, εσηκώθησαν άλλοι δύο Βασιλείς εναντίον του Καπαλκάμ. Όθεν αυτός ο Βασιλεύς εγύρισε τα άρματά του εναντίον αυτών των νέων εχθρών και τότε πάλιν ο υιός του Αμπτουλά έδειξε και εις αυτόν τον πόλεμον περισσοτέραν ανδρείαν από τον άλλον.

Οι δύο άνδρες εσηκώθησαν ευθύς, και εκ των νευμάτων και υποκλίσεών των ενόησεν ο Χριστοδουλής, χωμένος μέσα εις της καλαμιαίς, ότι την επεριποιούντο και ήσαν πρόθυμοι εις τους ορισμούς της.

Τώρα εσηκώθησαν οι κυνηγοί: τρεις μακροτάτας κλίμακας έδεσαν μαζί την μίαν με την άλληναύται βέβαια θα έφθανον εκεί επάνω· τας έστησαν εις το ακρότατον τελευταίον στερεόν σημείον, κοντά εις το χείλος της αβύσσου· και μόλα ταύτα δεν έφθανον εκεί επάνω και ο τοίχος του βράχου ολισθηρός σαν μάρμαρον επήγαινε ακόμη υψηλότερα, εκεί όπου η φωλεά εκρύπτετο προστατευομένη από κάτω από την προεξέχουσαν κορυφήν.

Και προς την μίαν ώραν της νυκτός βλέπω έναν ευνούχον να έρχεται προς εμένα, ο οποίος μου είπε διά να τον ακολουθήσω· εγώ ακολουθώντας τον με προθυμίαν, με έμβασεν εις το χαρέμι από μίαν κρυφήν πόρταν, της οποίας αυτός εκρατούσε τα κλειδιά, και με έφερεν εις τον χοντζερέ της Ρετζίας· έστεκεν αυτή επάνω εις χρυσές μαξιλάρες και ολόγυρά της ήτον εκείνες οι ίδιες γυναίκες που εις το περιβόλι είχεν· οι οποίες ευθύς που με είδαν να φανερωθώ εκεί, εσηκώθησαν ευθύς φωνάζοντας ιδού ο κασιδιάρης που έρχεται να μας περιδιαβάση.

Εκεί αυτοί επούλησαν τα άλογά τους, και έζησαν με πολλήν ανάπαυσιν, έως που είχαν δηνάρια· και σώνοντάς τα εσηκώθησαν από εκεί, και υπήγαν παρεμπρός εις τες τέντες των προεστών· εκεί εμπήκαν εις μίαν τένταν που ήταν επιταυτού διά τους πτωχούς ξένους, και εκεί έμειναν χωρίς καμμίαν βοήθειαν. Ο Καλάφ απεφάσισε και επήγαινε διά να ζητήση ελεημοσύνην.