United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η λυγερή έκρυπτεν ήδη εντός αυτής κάμινον ολόκληρον παθών, η οποία την εβασάνιζε και την κατέφθειρεν αδιακόπως, μετά φρικώδους και πονηράς επιμονής. Προ πάντων δ' έπασχεν η κεφαλή της, η χαριτωμένη εκείνη κεφαλή, ωσεί τιμωρουμένη διά την αφροσύνην της. Ιδέα γιγαντιαία, η ιδέα του σφάλματός της, εβάρυνεν ως μόλυβδος εντός και την έκαμνε να κύπτη, καθυποτάσσουσα αυτήν εις μετάνοιαν.

Πώς να περιγράψω την αγωνίαν των ατελευτήτων εκείνων ημερών ! Εφοβούμεθα να λαλήσωμεν μη ο ελάχιστος θόρυβος μας προδώση. Η Ανδριάνα έκλαιεν, έκλαιεν ακαταπαύστως, και λυγμοί ενίοτε εξέφευγον από του στήθους της• ο πατήρ μου επέβαλλε τότε σιωπήν. ― Θέλεις να μας καταδώσης ; έλεγε. Και έκρυπτεν η Ανδριάνα την κεφαλήν, και δεν ηκούετο ο θρήνος της. Επλησίαζεν η μήτηρ μου να την παρηγορήση.

Πώς όμως να υποθέση πράγμα τα οποίον δεν ηδύνατο καν να φαντασθή; Αλλ' ήρχοντο στιγμαί κατά τας οποίας και η χήρα έτρεμε μήπως ο Μανώλης μαντεύση εκείνο το οποίον έκρυπτεν εις την καρδίαν της. Μεταξύ δε των δύο αντιθέτων ροπών έπασχεν η ταλαίπωρος όσον δεν είχεν υποφέρη ποτέ κατά την μακράν της χηρείαν.

Εκεί την έπιασαν, της έφραξαν το στόμα, την έρριξαν σ' ένα αμάξι, την επήγαν εις το βρωμόσπιτο μιανής Κέρας Βασιλικής, την ατίμασαν, την εβασάνισαν όλη νύκτα και την άφισαν εκεί αναίσθητη και μισαποθαμμένη. Τον Μεϊντανό τον έκρυπτεν ο βουλευτής τρεις ημέρες εις το υπόγειο του σπητιού του, έπειτα τον έκαμε να δραπετέψη. — Αυτά, του είπα, είνε πράγματα πού ακολουθούν κάθε μέρα.

Έμεινεν ευχαριστημένη, διότι εκείνη δεν τα επήρεν όλα. «Στραβομάρα είχενείπε μεταξύ των οδόντων της. Το ποσόν εκείνο, το οποίον η Χαδούλα είχε κλέψει κατά καιρούς από τους γονείς της, ανερχόμενον περίπου εις τετρακόσια γρόσια, το νόμισμα της εποχής εκείνης, έκρυπτεν επί τόσα έτη επιμελώς. Αλλά διά να κτίση την οικίαν, το ηύξησε με την ικανότητά της. Ήτον βεβαίως εργατική και επιδέξια.

Και την ηγάπα δημοσία, εις το φανερόν, δεν το έκρυπτεν. Η γειτόνισσά της, η γρηά Περμάχου, ηγανάκτει και διεμαρτύρετο κατά της τόσης αδυναμίας της ομήλικός της προς την ασθενή νύμφην. Διότι η πτωχή Γιάνναινα, τριακοντούτις γυνή, ωχρά, αναιμική εξ αρχής, εφύλαττε την στρωμνήν επί μήνας πολλούς, μετά την όψιν του φαντάσματος.

Η χήρα ούτε εγνώριζεν ούτε εμάντευε τον έρωτα, τον οποίον η Μαργή έκρυπτεν εις το βάθη της μικράς της καρδίας. Και διά τούτο δεν ηδύνατο να εννοήση την επίμονον άρνησιν την οποίαν αντέτασσεν η κόρη της οσάκις την συνεβούλευε να μη δεικνύη τόσην εχθρότητα προς τον Μανώλην και τον εξεθείαζε προς αυτήν ως τον καλλίτερον γαμβρόν.

Αφού δε διηγήθη ταύτα, εφανέρωσε την αλήθειαν ειπών ότι πρότερον μεν έκρυπτεν αυτήν διότι δεν θα είχεν ασφάλειαν εάν απεκάλυπτε το πράγμα· τώρα όμως καθήκον του είναι να το φανερώση, και είπεν ότι τον υιόν του Κύρου Σμέρδιν αυτός ο ίδιος εφόνευσεν αναγκασθείς υπό του Καμβύσου και ότι βασιλεύουσιν οι μάγοι.

Αλλ' αυτό δεν είνε σωστόν• ο έπαινος είνε πολύτιμος, εάν δύναται να προέλθη και τίποτε καλόν εκ των υπερβολών του, άλλως οι ούτω επαινούμενοι και πιστεύοντες εις τους επαίνους παθαίνουν ό,τι οι άσχημοι οι φορούντες ωραίαν προσωπίδα και υπερηφανευόμενοι διά κάλλος των, το οποίον είνε πρόσθετον και πας τις δύναται, να το καταστρέψη, ότε ο υπερηφανευόμενος θα γίνη γελοιωδέστερος, διότι θα φανή οποίος είνε και ότι υπό τοιούτον προσωπείον τοιαύτην ασχημίαν έκρυπτεν.