Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Από τότες μάλιστα που ο Ζήνωνας, αν και τους καταπόνεσε με τη βοήθεια του Θοδορίχου, αναγκάστηκε όμως να τους πλερώνη βαρύ χρονιάτικο, όλο χεροτέρευαν και πήγαιναν.

Τα δάχτυλά του έφευγαν γοργά, σαν αστραπή, απάνω στα τέλια, στο κοντάρι, πατούσαν πότε βιαστικά, και πότε σιγαλά, πήγαιναν έρχουνταν σταματούσαν απάνω στους μπερντέδες κ' η πέννα του γρατσούνιζε γρήγορα κάτω τα τέλια με το δεξί χέρι του. Τόνα τραγούδι τελείονε, τ' άλλο άρχιζε, από τα κλέφτικα ως τους αμανέδες.

Δέκα χρόνια στρωτά μας συντρόφιαζε και μας καλοτύχιζε. Στις δουλειές του ο νοικοκύρης μου τόνοιωθε πάντα στο πλευρό του. Όλα, όλα μας πήγαιναν καλά και προκομμένα. Τα χτήματα μας έδιναν καρπό· τα ζωντανά μας άλλα ζωντανά· ο γιος μου πρόκοβε στα γράμματα κ' η κόρη μου στα κεντίδια. Ο γάμος της σαν την πάντρεψα έγινε άκουσμα στο χωριό κι ακόμη πέρα.

Με τα βιολιά τώρα, με τες χαρές και με τα τραγούδια που κάμανε πέρα, σμιγμένοι και χωριστά οι άνδρες από τες γυναίκες, δεν παράλλαζαν από συμπεθεριό κι από ψίκι. Ένα μοναχά. Οπ' ούτε νύφην ούτε γαμπρό πήγαιναν για να πάρουν. Με τες τριχιές ριγμένες πισόπλατα, είτε κρεμάμενες από τα χέρια, πήγαιναν για τα μάρμαρα.

Και τα χείλια του κολλημένα στα χείλια της λευκής παρθένας, με τη δίψα μιας αλάκερης ζωής, ρουφούσαν, ενωμένα σ' ένα νεκταρικό πιοτό, τη ζωή και το θάνατο. Το πρωί οι χωριάτες, που πήγαιναν στα χωράφια, βρήκανε το γέροφιλόσοφο ξαπλωμένο στην όχθη της λίμνης. Το πρόσωπό του ήτανε γελαστό και ήμερο. Το νερό έβρεχε τα πόδια του.

Κανένα δέντρο δεν ρώτησε πού πηγαίνουμε. Το νερό δεν εστάθηκε να μας καθρεφτίση. Το κοράκι δε χαμήλωσενούτε για να ιδή αν είμαστε πεθαμένοι. Τ' αστέρια δεν άναψαν για μας. Τα πουλιά πήγαιναν να κοιμηθούν χωρίς να μας ρωτήσουν αν έχωμε να τους δώσωμε μήνυμα — σ' εκείνους που μας λησμόνησαν. Απαντήσαμε τη νύχτα στο δρόμοκαι δε μας πήρε στα παραμύθια της.

Ένα δρόμο πήγαιναν όλοι τους· πίστευαν πως ο Πάπας λάθος δεν μπορούσε να κάμη, και τον ακολουθούσανε. Με τέτοια λοιπό διαφορετικά στοιχεία, μήτε τώνε δικώ μας οι γνώμες δεν μπορούσανε να κολλήσουνε στη Ρώμη μήτε οι δυτικές στην Κωσταντινούπολη· είτανε δυο διαφορετικά συστήματα, ας πούμε δεσποτισμός και δημοκρατία. Αυτού μέσα βρίσκεται το καθαυτό μυστήριο του χωρισμού.

Του φαινόταν πως περπατούσε μαζί της επάνω στην άμμο κατά μήκος του ποταμού, κάτω από το φεγγάρι: πήγαιναν, πήγαιναν σιωπηλοί, φρόνιμοι. Έφτασαν στη δημοσιά πλάι στο γεφύρι. Εκεί κάτω το όραμα μπερδευόταν. Υπήρχε ένα κάρο και επάνω του καθόταν η Λία, κρυμμένη ανάμεσα σε σάκους.

Ο παπάς που της διάβασε κάτω στη στράτα το γράμμα τ' άντρα της, που της τόφερε κι αυτής ο ξενητεμμένος μαζί με τ' άλλα των άλλων γυναικών της είπε πως έγραφε, ότι οι δουλειές του πήγαιναν καλά στην Πόλη, πως παιδεύουνταν πολύ, πως μόνο όνειρο είχε σε πολλά, σε λίγα χρόνια να κάμη ένα κομπόδεμα και να γυρίση στην ερημιά του χωριού του για να ζήσουν πια μαζί, ευτυχισμένοι.

Ο «Ζώης μας» εδώ κι ο «Ζώης μας» εκεί, το πήγαιναν νύχτα μέρα «Το μοναχό μας, τ' αρχοντοπλό μας, το μοσχοαναθρεμμένο μας, το τζοβαΐρ μας». Είχε γιομώσ' η γειτονιά με τ' όνομα του Ζώη, φορτωμένο μ' όλ αυτά τα χαϊδευτικά χαϊμαλιά. Δεν έμεινεν άλλο τώρα παρά να χτίση και το περιπόθητο σπίτι ο Ζώης.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν