United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την πρώτη εναντίωση τη βρήκε στο Τουρίνο, κ' εύκολα την καταπόνεσε. Κατεβαίνει στο Μιλάνο και κείθε στη Βερόνα. Κερδίζει εκεί άλλη λαμπρότερη νίκη, και προχωρεί κατά τη Ρώμη. Βγαίνει τότες ο Μαξέντιος να τον απαντήση, και σε τρίτη μεγάλη μάχη βρίσκει το τέλος του κι αυτός κ' η δύναμή του.

Από τότες μάλιστα που ο Ζήνωνας, αν και τους καταπόνεσε με τη βοήθεια του Θοδορίχου, αναγκάστηκε όμως να τους πλερώνη βαρύ χρονιάτικο, όλο χεροτέρευαν και πήγαιναν.

Η δεύτερη όμως αυτή περίοδο της ζωής της δεν πέρασε φιλοσοφικά κ' ειρηνικά καθώς η πρώτη· σα να της ήρθε άξαφνα όρεξη να κυβερνάη κι αυτή μαζί με την Πουλχερία. Έγινε λοιπόν αμέσως ό,τι γίνεται σα θέλουνε δυο γυναίκες να κυβερνήσουν το ίδιο το σπιτικό· μοιράστηκε σε δυο κόμματα όλη η πόλη. Με τον καιρό καταπόνεσε το κόμμα της Πουλχερίας. Είχε η Ευδοκία προστατευόμενό της το μάγιστρο τον Παυλίνο.

Ο μαρασμός όμως αυτός της κοινωνικής, και μάλιστα της πολιτικής ηθικής στα πρώτα τους χρόνια, δεν πάει να πη και πως τη φαρμάκεψαν ή πως τη νόθεψαν τη φυλή μας οι Γότθοι εκείνοι. Σαν ανακατεύουνται δυο φυλές κ' η μια συχωνεύεται μέσα στην άλλη, η φυλή που απομένει είναι πάντα ωφελημένη κι όχι ζημιωμένη φυλή. Πρώτα, που φανερώνεται πως είναι η δυνατώτερη, αφού καταπόνεσε την άλληνα.

Πού να βρεθή λεβέντης να την ξανασηκώση, να την ξαναδοξάση την πεσμένη παλικαριά! Είχαμε μερικούς προστάτες, είχαμε δυο τρεις φίλους. Και σα να γύρευαν κι αυτοί το κακό μας, κάθε τρόπο κάμνανε να το θρέφουν το τέρας που καταπόνεσε τη μεγάλη μας αρετή, κάθε τρόπο να το θεριεύουν.

Κ' επειδή εκείνος ερωτούσε γιατί τα κάνει αυτά και τον επρόσταζε να του ειπή και του ορκιζόταν πως θα του κάνη τη χάρη, ο Γνάθωνας είπε: — Πάει, αφέντη, ο Γνάθωνάς σου· αυτός, που ίσαμε τώρα αγαπούσε μονάχα τα τραπέζια, που προτήτερα ορκιζότανε ότι τίποτε δεν είναι ομορφότερο από το παλιό κρασί, που από τα παιδιά της Μιτυλήνης θαρρούσε καλλίτερους τους μαγέρους σου· τώρα μονάχα ο Δάφνης μου φαίνεται πως είναι όμορφος· και μη δοκιμάζοντας πια τα πλούσια φαγιά σου, αν και κάθε μέρα ετοιμάζονται τόσα κρέατα, ψάρια, γλυκά, με χαρά μου θα γινόμουνα γίδα για να τρώω χορτάρι και φύλλα, ν' ακούω το σουραύλι του Δάφνη και να με βόσκη εκείνος· μα εσύ γλύτωσε τον Γνάθωνά σου και τον ανίκητο έρωτα καταπόνεσέ τον.