United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είναι χτήμα της καρδιάς μας η γλώσσα, δε θέλει να ξέρη άλλη γλώσσα η καρδιά μας. Και νάθελε, μια κορακίστικη λέξη δε θα μπορούσε να τσαμπουνίση απάνω στον πόνο της. Καρδιά και γλώσσα μεγαλώνουνε σα δίδυμες αδερφάδες. Η μια διαφεντεύει την άλληνα. Κάθε πόνος και το τραγούδι του, κάθε πάθημα και την παροιμία του. Πού να τις ξεχωρίση μια πεθαμμένη γραμματική!

Εκεί άξαφνα που ο Μέναντρος παστρικά το λέει πως δίνει τα λόγια του πρέσβη καταπώς τα είπε, κι όχι «επί το αττικώτερον». Αξιοσημείωτες είναι κ' οι αλλαγές όχι μονάχα από μια λέξη σ' άλληνα, μόνο κι από μια σημασία σ' άλληνα· π. χ. ωραίος αντίς καλός , πονώ αντίς άλγω , θεραπεύομαι αντίς ευφραίνομαι , κτλ.

Ο μαρασμός όμως αυτός της κοινωνικής, και μάλιστα της πολιτικής ηθικής στα πρώτα τους χρόνια, δεν πάει να πη και πως τη φαρμάκεψαν ή πως τη νόθεψαν τη φυλή μας οι Γότθοι εκείνοι. Σαν ανακατεύουνται δυο φυλές κ' η μια συχωνεύεται μέσα στην άλλη, η φυλή που απομένει είναι πάντα ωφελημένη κι όχι ζημιωμένη φυλή. Πρώτα, που φανερώνεται πως είναι η δυνατώτερη, αφού καταπόνεσε την άλληνα.

Δεν το ήπιαν οι πιστοί σου αυτό το αίμα κι απόμεινε κρυμμένο μέσα σε μια καταφρονεμένη καρδιά, υστέρα, πέρασε σε άλληνα, ώσπου καταστάλαζε στη δική μου, έγεινε άλλο τόσο, και πάλι άλλο τόσο, και στο λαιμό μου ανέβαινε, μ' έπνιγε. Τι να το κάμω, είπα. Χτήμα σου είναι. Στάλα στάλα τόρριχτα πάνω σ' αυτά τα χαρτιά. Και τώρα τα καταθέτω μπροστά στο θρόνο σου! Μην ταγγίξης, θα κάψης τα χέρια σου!

Έμεινε τότες η θεια κ' η ανιψιά μαρμαρωμένες, κοιτώντας η μια την άλληνα. — Τρέχα να δης, αλήθεια είνε ή ψέματα, λέει η Ασήμω της θειας της προσεχτικά, σαν πολεμιστής που ακούγει προδοσία και στέλνει υποταχτικό του να δη τι τρέχει. Βγαίνει η γριά με το ραβδί της, τρομαγμένη και κακώς έχοντας. Δεν άργησε να γυρίση.

Του μάγερά μας τη γλώσσα θέλω. Πρώτα πρώτα σαν πιο φρόνιμο μ' έρχεται να μιλούμε την ίδια γλώσσα, γιατί αν του μιλήσουμε άλληνα, άξαφνα μπορεί να μη μας καταλάβη και να μη βρούμε φαγί να φάμε· αν ο λαός δε μας καταλάβη, έτσι κι αφτή μας η φιλολογία θα πεθάνη από την πείνα.

Τα νερά του χαδέβουν τους τοίχους και τα γεφύρια· αντανακλούν τα παλάτια και τους λόφους, τον τρεχάμενο λαό και το φιλόσοφο. Αργοπορεί το κύμα σα να θέλη να σταθή, για να χαρή ακόμη μια στιγμή την πόλη και την ομορφιά της. Τη νύχτα με το φεγγάρι, την ημέρα με τον ήλιο, ζουγραφίζει μέσα του ο ποταμός το κάθε πράμα και βγάζει την ωραία εικόνα που βλέπει. Η μια πόλη κοιτάζει την άλληνα μέσα στο νερό.

Αν όμως στη χώρα που θακούσετε να λένε Φλάτσα , δεν είναι συνήθεια να χάνεται τάτονο ι μέσα σε δυο φωνήεντα και με λ κατόπι, αν το κι δε γίνεται τσι , αν το σ θέλει ι , τότες η ετυμολογία μας δεν αξίζει. Πρέπει να γυρέψουμε άλληνα. Η ετυμολογία δεν είναι για διασκέδαση· θέλει μάθηση και σκέψη. Κάθε λέξη είναι όμως ιστορικό, είναι και ψυχολογικό μνημείο.

Κ' έτσι μήτε ελληνικό είναι μήτε ρωμαίικο. Βαρβαρισμός και στη μια γλώσσα και στην άλληνα. Για να δούμε και την Ελλάδα. Καλήτερα δεν τα πάει. Μας την κάμανε τριτόκλιτη· η Ελλάς, της Ελλάδος, εν Ελλάδι, την Ελλάδα . Ο λαός όμως ταρχαία τα τριτόκλιτα δεν τα θέλει, αφού πρωτόκλιτα τα ξέρει.