United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Καλά, και φαίνεται ότι θα περάσω και καλά, διότι βλέπω ότι ετοιμάζονται τέσσαρα συμπόσια. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Δος μου το χέρι σου· ουδέποτε σε εμίσησα· σε είδον μαχόμενον και εζήλευσα την ανδρείαν σου. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Ουδέποτε σε ηγάπησα πολύ· αλλά σε επήνεσα όταν δεκάκις ήσο άξιος των επαίνων τους οποίους σου απέδωκα. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Έχε πάντοτε την αυτήν ειλικρίνειαν, διότι αύτη σου αρμόζει θαυμασίως.

Και άλλα ούτως ειπείν άπειρα θρησκευτικά έθιμα εκπληρούσιν· απολαμβάνουσιν όμως και όχι ολίγα αγαθά. Μήτε φθείρουσι μήτε δαπανώσιν όσα ανήκουσιν εις αυτούς· τροφαί ιεραί ετοιμάζονται δι' αυτούς, και άπειρα κρέατα βοών και χηνών προσφέρονται εις αυτούς καθημερινώς· προς τούτοις τοις δίδεται οίνος σταφυλής. Δεν τοις επιτρέπεται όμως να τρώγωσιν ιχθύας.

Κ' επειδή εκείνος ερωτούσε γιατί τα κάνει αυτά και τον επρόσταζε να του ειπή και του ορκιζόταν πως θα του κάνη τη χάρη, ο Γνάθωνας είπε: — Πάει, αφέντη, ο Γνάθωνάς σου· αυτός, που ίσαμε τώρα αγαπούσε μονάχα τα τραπέζια, που προτήτερα ορκιζότανε ότι τίποτε δεν είναι ομορφότερο από το παλιό κρασί, που από τα παιδιά της Μιτυλήνης θαρρούσε καλλίτερους τους μαγέρους σου· τώρα μονάχα ο Δάφνης μου φαίνεται πως είναι όμορφος· και μη δοκιμάζοντας πια τα πλούσια φαγιά σου, αν και κάθε μέρα ετοιμάζονται τόσα κρέατα, ψάρια, γλυκά, με χαρά μου θα γινόμουνα γίδα για να τρώω χορτάρι και φύλλα, ν' ακούω το σουραύλι του Δάφνη και να με βόσκη εκείνος· μα εσύ γλύτωσε τον Γνάθωνά σου και τον ανίκητο έρωτα καταπόνεσέ τον.

Έπειτα κούνησε συλλογισμένος το κεφάλι του και χαμογέλασε πονηρά. — Που θα πη, κυρά μου, είπε στην αξίνα του, και συ και το κορίτσι βρήκατε σήμερα τον αφέντη σας. Ήλιος λοιπόν στο γέρο Μαλαματένιο. Έρριξε την αξίνα στον ώμο του και τράβηξε το δρόμο του σιγοτραγουδώντας: Τούρκοι, κρατείτε τ' άλογα λίγο να ξανασάνω... Ο Περαχώρας κι ο Γκενεβέζος ετοιμάζονται σήμερα για ταξείδι.

Βλέπεις εκείνα τα φεγγοβολήματα; είνε τ' αρματωλίκια· ο Ζήδρος, ο Ζαχαρίας, οι Κατσαντωναίοι, ο Νικοτσάρας. Λαμπάδες ετοιμάζονται για τη μεγάλη Ανάσταση. — Κ' εκείνη δεν έγινε. — Πώς δεν έγινε; είπε η κόρη παραξενεμένη· να εδώ. — Φρίκη! έκαμε ο Δημητράκης, γυρίζοντας αλλού το πρόσωπο. — Το Εικοσιένα μας· είπε η κόρη φέρνοντας στανικά το κέντημα στα μάτια του.

Είναι άνθρωπος σπουδαίος· η ώρα μας επέρασε με το παραπάνω. Γ’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Εμπρός λοιπόν ημπορεί ακόμα να γιατρευθή. Μεταξύ των δύο στρατοπέδων. Εισέρχεται ο ΑΝΤΩΝΙΟΣ, ο ΣΚΑΡΡΟΣ μετά στρατιωτών βαδιζόντων εν τάξει. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Σήμερον ετοιμάζονται προς ναυμαχίαν· δεν τους αρέσκομεν κατά ξηράν. ΣΚΑΡΡΟΣ. Ετοιμάζονται και κατά ξηράν και κατά θάλασσαν, στρατηγέ.

Ταύτα, εκτός ενός, κατορθούν να καταφύγουν εις Ναύπακτον και αγκυροβολήσαντα πλησίον του ναού του Απόλλωνος στρέφουν τας πρώρας των προς τα εκτός και ετοιμάζονται να υπερασπίσουν εαυτά, εάν οι Πελοποννήσιοι επήρχοντο να τα καταδιώξουν μέχρι της παραλίας.

Διότι ασχολούμεθα διά να απολαύσωμεν σχόλην, καθώς πολεμούμεν διά να αποκτήσωμεν ειρήνην. Αι πράξεις όμως αι οποίαι περιστρέφονται εις αυτά φαίνονται ότι απαιτούν σχόλην. Και αι μεν πολεμικαί φαίνονται τελείως τοιαύται, διότι κανείς δεν αποφασίζει τον πόλεμον διά να έχη πόλεμον διαρκώς, ούτε δι' αυτό ετοιμάζονται προς πόλεμον.

Αφ' ού έγεινε δεκτόν το ζήτημα, ο Καραϊσκάκης επρόβαλεν εις τους Σουλιώτας να κάμωσιν αμέσως την εκλογήν του αρχηγού των· και συνήλθον επί τούτω εις ιδιαίτερον μέρος· αλλ' αφού ικανήν ώραν συνεσκέφθησαν και δεν εδυνήθησαν ν' αποφασίσωσι τίποτε, αποστέλλουν δύο εξ αυτών προς τον Καραϊσκάκην, όστις επρόσμενε την απόκρισιν, διά την οποίαν και μόνην ανέβαλε και την εδικήν του αναχώρησιν και το κίνημα των διορισθέντων διά την καταδρομήν του Στεφανίκου· του αναγγέλλουν δε ότι η εκλογή δεν είναι δυνατόν να γένη την στιγμήν ταύτην, καθ' ην ετοιμάζονται διά ν' αναχωρήσωσιν· όταν όμως φθάσωσιν εις μέρος ήσυχον, όπου θέλουν σταθή μερικάς ημέρας, τότε θέλουν κάμει την εκλογήν.

Αλλά τελευταίον παντός άλλου αισθήματος υπερίσχυσεν η πείνα· κλίνας τα μακρά αυτού ώτα κατά την συνήθειαν των ομοίων του, οσάκις ετοιμάζονται να πράξωσιν ανοησίαν, τόσω σφοδρώς έσεισε διά των οδόντων το θαυματουργών εκείνο δενδρύλλιον, ώστε εκριζωθέν έμεινεν εις το βέβηλον αυτού στόμα ανηρτημένον.