Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Κι αυτός έτρωγε μαζί με τη Χλόη κ' ευχαριστιόνταν δοκιμάζοντας μαγέρεμμα της πολιτείας· κ' έλπιζε πως θα πιτύχουν το γάμο, πείθοντας τ' αφεντικά. Μα ο Γνάθωνας ξαναμμένος από όσα είχανε γίνει στο κοπάδι και νομίζοντας ανυπόφερτη τη ζωή του, αν δεν απολάψη το Δάφνη, αφού παραφύλαξε τον Άστυλο, εκεί που περιδιάβαζε στο περιβόλι, και τον έφερε στο ναό του Διόνυσου, του φιλούσε τα χέρια και τα πόδια.

Ενώ έλεγεν αυτά ο Δάφνης, τάκουσε ο Γνάθωνας που ήτανε κρυμμένος στον κήπο· και θαρρώντας πως ήλθεν η ευκαιρία να τα φτιάξη με το Δάφνη, αφού πήρε μερικά από τα κοπέλια του Άστυλου, τρέχει και προφτάνει το Δρύαντα· και σαν τον επρόσταξε να τους δείχνη το δρόμο για το εξοχικό του Λάμπη, έτρεχε γλήγορα.

Ο Γνάθωνας όμως ήταν ικανός να τον αναγκάση με τη βία, βάνοντας χέρι επάνω του· μα ο Δάφνης άνθρωπο μεθυσμένο και μόλις στεκάμενο στα πόδια του, αφού τον έσπρωξε, τον έρριξε χάμω στη γις, και φεύγοντας γλήγορα σαν σκυλάκι, τον άφισε πεσμένο κάτω κ' έχοντας ανάγκη άντρα, όχι παιδιού για να τον τραβήξη από το χέρι.

Στο τραπέζι αυτό μονάχα ο Γνάθωνας δεν ήλθε, παρά με φόβο έμεινε στο ναό του Διόνυσου και τη μέρα και τη νύχτα σαν παρακαλεστής.

Ο Γνάθωνας είναι τύπος, που αντιπροσωπεύει ωρισμένη τάξη ανθρώπων του αρχαίου κόσμου και ωρισμένη ελληνική συνήθεια, και μαζί και την προστυχεμένη αντίληψη για το θαυμασμό προς την ομορφιά. Όπως περιγράφει ο Λόγγος το Γνάθωνα και όπως τον κάνει να μιλή, μας δείχνει το συχαμερό τύπο του ακόλαστου άνθρωπου και σοφιστή, που εστρέβλωσε και την πλατωνική ιδέα για την ομορφιά.

Ο Λάμωνας, αφού είπεν αυτά, εσώπασε κ' έχυσε πολλά δάκρυα, Κ' επειδή ο Γνάθωνας αναγριώνονταν κ' εφοβέριζε πως θα τόνε δείρη, ο Διονυσιοφάνης σαστισμένος από όσα άκουσε, επρόσταξε το Γνάθωνα να σωπαίνη αγριοκοιτάζοντάς τονε με ζαρωμένα φρύδια, και ερωτούσε πάλι το Λάμωνα και τον εδιάταζε να λέη την αλήθεια χωρίς να φτιάνη παραμύθια για να τον κρατάη σαν γιο του.

Ο Άστυλος τα δεχότανε αυτά· κ' ύστερα τόρριξε στο κυνήγι των λαγώνε, σαν πλουσιόπαιδο, που πάντα διασκέδαζε και που ήλθε στην εξοχή για να δοκιμάση καινούργιες χαρές. Μα ο Γνάθωνας, σαν άνθρωπος που έμαθε μόνο να τρώη και να πίνη ως που να μεθύση, και μη όντας τίποτε άλλο παρά στόμα και κοιλιά κι όσα ήτανε κάτω από την κοιλιά, δεν είδεν αδιάφορα το Δάφνη, όταν έφερε τα χαρίσματα.

Κ' επειδή εκείνος ερωτούσε γιατί τα κάνει αυτά και τον επρόσταζε να του ειπή και του ορκιζόταν πως θα του κάνη τη χάρη, ο Γνάθωνας είπε: — Πάει, αφέντη, ο Γνάθωνάς σου· αυτός, που ίσαμε τώρα αγαπούσε μονάχα τα τραπέζια, που προτήτερα ορκιζότανε ότι τίποτε δεν είναι ομορφότερο από το παλιό κρασί, που από τα παιδιά της Μιτυλήνης θαρρούσε καλλίτερους τους μαγέρους σου· τώρα μονάχα ο Δάφνης μου φαίνεται πως είναι όμορφος· και μη δοκιμάζοντας πια τα πλούσια φαγιά σου, αν και κάθε μέρα ετοιμάζονται τόσα κρέατα, ψάρια, γλυκά, με χαρά μου θα γινόμουνα γίδα για να τρώω χορτάρι και φύλλα, ν' ακούω το σουραύλι του Δάφνη και να με βόσκη εκείνος· μα εσύ γλύτωσε τον Γνάθωνά σου και τον ανίκητο έρωτα καταπόνεσέ τον.

Ας μάθη ο Γνάθωνας ο βρωμερός ποιος όντας ποια πιθυμάει. Ετοίμαζέ μου μονάχα καλά τα σημάδια. Κι αφού εσυμφώνησαν αυτά, μπήκανε πάλι μέσα.

Και δεν τον εζύγονε πια καθόλου, παρά πότ' εδώ και πότ' εκεί έβοσκε τα γίδια, αποφεύγοντας εκείνον και γυρεύοντας τη Χλόη. Μα μήτε ο Γνάθωνας τον κυνηγούσε πια, σαν έμαθε καλά, ότι δεν είναι μονάχα όμορφος, παρά και δυνατός· και ζητούσεν ευκαιρία να μιλήση γι' αυτόν στον Άστυλο κ' έλπιζε να του τόνε χαρίση ο νέος, επειδή ήθελε να του κάνη πολλές και μεγάλες χάρες.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν