United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Άστυλος τα δεχότανε αυτά· κ' ύστερα τόρριξε στο κυνήγι των λαγώνε, σαν πλουσιόπαιδο, που πάντα διασκέδαζε και που ήλθε στην εξοχή για να δοκιμάση καινούργιες χαρές. Μα ο Γνάθωνας, σαν άνθρωπος που έμαθε μόνο να τρώη και να πίνη ως που να μεθύση, και μη όντας τίποτε άλλο παρά στόμα και κοιλιά κι όσα ήτανε κάτω από την κοιλιά, δεν είδεν αδιάφορα το Δάφνη, όταν έφερε τα χαρίσματα.

Κι αφού γλυκογέλασεν ο Άστυλος γι' αυτά μάλιστα τα λόγια του και είπε πόσο μεγάλους σοφιστές κάνει ο έρωτας, εζητούσεν ευκαιρία που να μιλήση στον πατέρα του για το Δάφνη.

Κ' ενώ ακόμη αυτή έλεγε κι ο Διονυσιαφάνης εφιλούσε τα σημάδια κ' έκλαιγε από περίσσα χαρά, ο Άστυλος ακούγοντας ότι είναι αδελφός του, αφού επέταξε το πανωφόρι του, έτρεχε κατά το περιβόλι θέλοντας να φιλήση πρώτος το Δάφνη· Και σαν τον είδε ο Δάφνης να τρέχη με πολλούς και να φωνάζη, νομίζοντας ότι έτρεχε επειδή ήθελε να τον πιάση, αφού επέταξε χάμω το ταγάρι και το σουραύλι έφευγε κατά τη θάλασσα για να γκρεμιστή από το μεγάλο βράχο.

Ο Άστυλος όμως προσπέφτοντας του πατέρα του, όταν τον πέτυχεν ήσυχο, ζητάει το Δάφνη να τον πάη στην πολιτεία επειδή ήταν όμορφος και δεν του άξιζε να ζη στην εξοχή κ' επειδή μπορούσε να μάθη από το Γνάθωνα και της πολιτείας τα πράγματα· με χαρά του@ παραδέχεται ο πατέρας· κι αφού έστειλε κ' εφώναξε το Λάμωνα και τη Μυρτάλη τους έλεγε την καλήν είδηση, ότι απ' εδώ και πέρα θα περιποιέται ο Δάφνης τον Άστυλο αντί τα γίδια και τους τράγους· και τους έταζε ότι αντί για το Δάφνη θα τους δώση δυο γιδάρηδες.

Τον εσπλαχνίστηκε από τα παρακάλια του ο Άστυλος κι αφού μπήκε στο περιβόλι κ' είδε τον αφανισμό των λουλουδιών, είπεν ότι θα παρακαλέση τον πατέρα του και θα ρίξη το βάρος στ' άλογα, που σαν τάδεσαν εκεί, έκαμαν τη συφορά κι άλλα ετσάκισαν, άλλα τα ετσαλαπάτησαν κι άλλα τα ξερρίζωσαν, αφού λύθηκαν.

Κι αυτός συμπαθώντας το Δάφνη ορμήνευε να φανερώσουν τα όσα είχανε γίνει πρώτα στο νέον αφέντη, και τους έδινε το λόγο του πως θα τους βοηθήση κι αυτός, επειδή τον εστιμάριζε, γιατί είχαν φάει ένα γάλα. Κι όταν εξημέρωσε έτσι έκαμαν. Ήλθεν ο Άστυλος καβάλα· κι ο παράσιτός του· καβάλα κι αυτός.

Κι άμα εξημέρωσε, έχοντας τα σημάδια στο ταγάρι, επήγε στο Διονυσιοφάνη και στην Κλεαρίστη, που εκαθόντανε στον κήπο· κ' ήταν εκεί κι ο Άστυλος κι ο ίδιος ο Δάφνης. Κι όταν εσώπασαν, άρχισε να λέη: — Η ίδια αιτία με τα Λάμωνα με αναγκάζει να φανερώσω ό,τι ήτανε μυστικό ως τα τώρα.

Και ίσωςτο πιο παράξενοθα χανότανε ο Δάφνης μόλις εβρέθηκε, αν δεν εστοχαζόταν ο Άστυλος να ξαναφωνάξη: — Στάσου, Δάφνη, και μη φοβηθής καθόλου· είμαι αδερφός σου και γονιοί σου οι ως τα τώρα αφέντες σου· τώρα δα ο Λάμωνας μας είπε για τη γίδα και μας έδειξε τα σημάδια· και γυρίζοντας πίσω κοίταξε πώς τρέχουνε χαρούμενοι και με γέλοια· μα φίλησε πρώτα εμένα· σ' ορκίζομαι στις Νύμφες πως δε σου λέω ψέματα.