Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Γενομένης ναυμαχίας ενίκησαν οι Φωκαιείς νίκην Καδμείαν· καθότι τεσσαράκοντα μεν εκ των πλοίων των κατεστράφησαν, τα δε άλλα είκοσιν εγένοντο άχρηστα, στρεβλωθέντων των εμβόλων. Τούτου ένεκα πλεύσαντες εις την Αλαλίαν, έλαβον τα τέκνα των, τας γυναίκας των, παν ό,τι άλλο ηδύνατο να χωρέση εις τα πλοία, και έπειτα αφέντες την Κύρνον έπλευσαν εις το Ρήγιον.

κι ενάντια σε κείνους να τη γυρίση που αφέντες μας τους έβαλε ο ουρανός, την έχθρα στην καρδιά να σου φυσήση σ' ό τι νόμος του κόσμου είναι τρανός. Λαέ, φθαρτά αγαθά μη σε δολώνουν, λαέ, ποτέ η ψυχή σου μην ξεχνά όσα μονάχα τη ζωή σηκώνουν: τα έργα τα τρανά και δυνατά.

Επιθυμώ λοιπόν κ' εγώ ν' αγωνισθώ μαζύ σου, και να σκοτώσουμε μαζύ το γυιό του, εκεί μέσα, στο σπίτι εκείνο μπαίνοντας που κάνει το τραπέζι. Έτσι κ' εγώ πεθαίνοντας, την υποχρέωσί μου θα βγάλω στους αφέντες μου, που χρόνια μ' έχουν θρέψη, ή ζωντανός να μοιρασθώ μαζύ τους τη χαρά τους.

Και ίσωςτο πιο παράξενοθα χανότανε ο Δάφνης μόλις εβρέθηκε, αν δεν εστοχαζόταν ο Άστυλος να ξαναφωνάξη: — Στάσου, Δάφνη, και μη φοβηθής καθόλου· είμαι αδερφός σου και γονιοί σου οι ως τα τώρα αφέντες σου· τώρα δα ο Λάμωνας μας είπε για τη γίδα και μας έδειξε τα σημάδια· και γυρίζοντας πίσω κοίταξε πώς τρέχουνε χαρούμενοι και με γέλοια· μα φίλησε πρώτα εμένα· σ' ορκίζομαι στις Νύμφες πως δε σου λέω ψέματα.

Όταν θέλουν να ναυτολογήσουν τάζουν λαγούς με πετραχήλια· γλυκομιλούν, περιποιούνται, δίνουν παράδες, κεράσματα· Όσο να τους ξεγελάσουν. Μια και τους έβαλαν στο καΐκι αλλάζουν αμέσως πρόσωπο και κουβέντα. Είνε αφέντες κι' είσαι δούλος τους. Ο Πέτρος Πίπιζας όμως, ο μηχανικός του πατέρα σου είχε και δίκηο περισσότερο. Δυο του βουτηχτάδες είχαν πάθει στο βούτημα.

Το λόγο να ρωτούμε εδώ σταλμένοι δεν είμαστε, και χρέος μας ιερό είναι στο έργο που είμαστε βαλμένοι να κοπιάζωμε δίχως βογκητό. Άλλοι σκλάβοι, άλλοι αφέντες ως μας έχει η βουλή Του διορίσει εδώ στη γης· αλί σε κείνον που μωρά παντέχει πως θ' αλλάξη το δρόμο της ζωής.

Του λέγουν οι Δαιμόνοι: « Αλή-Πασσά! τι έκαμες »'Σ τον κόσμο; Πόσοι φόνοι » Εγίνηκαντο βίο σου; ...» Και λέγει ο Βεζύρης: « Πρώτα και πρώτα 'σκότωσα » Την Εμηνέ, αφέντες, » Την Εμινέ, την πρώτη μου » Γυναίκ'· αυτό το χέρι » Μεςτα χιονάτα στήθια της » Έμπηξε το μαχαίρι. » Κ' ύστερα τόσην κλεφτουριά, » Τόσους πολλούς λεβέντες.» « Τους Γαρδικιώταις έσφαξα, » Ρήμωσα το Γαρδίκι, » Της Χάμκως της μανούλας μου » Το λόγο για ν' ακούσω. » Κατώρθωσα τη Ρούμελη , «'Σ το δάκρυ να τη λούσω. » Το Σούλι · τώφκιασα ερμιά. » Να βόσκουνε οι λύκοι.

Όσω βαστά η ζωή της, και τα μάτια της έχουνε λάμψι φωτεινή, δεν θα δεχθή αφέντη ξένο να θωρή στο σπίτι της αυτή, πούχει από αφέντες γεννηθή!

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν