United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότ' είπε ο θεοπρόσωπος γιος του Δαρδάνου ο γέρος «Πιος είσαι εσύ, καλό παιδί; πώς λέγουνται οι γονιοί σου; Πώς μ' αρχοντιά μού παίνεσες το δύστυχο παιδί μου

Δεν είμαι ο πατέρας του Δάφνη, μήτε η Μυρτάλη είχε την τύχη να γίνη μητέρα· άλλοι γονιοί το παραπέταξαν το παιδί αυτό, ίσως επειδή είχανε παιδιά μεγαλύτερα αρκετά· κ' εγώ το βρήκα παραπεταμένο και το ανάθρεφε γίδα δική μου, που και την έθαψα, άμα πέθανε, στο περιβόλι, αγαπώντας τη επειδή εφέρθηκε σαν μητέρα. Βρήκα και σημάδια παραρριγμένα μαζί του.

Πως μπορεί, το λοιπόν, ένας γονιός να τα έχη μπελά απ' το πρωί ως το βράδυ; Και πού συφτάνεται ένας φτωχός να τα θρέψη; Μπορεί να τα χορταίνη κομμάτια; Μήπως χορταίνουν, οι διαόλοι, ποτέ; Και είνε ικανή μία χήρα γυναίκα να τρέχη από γιαλό σε γιαλό, από βράχο σε βράχο, για να τα συμμαζώνη; Γιατί πληρώνεται ο δάσκαλος; για να έχη το βάρος αυτό, να είνε οι γονιοί ήσυχοι.

Ο γιος του Ανθεμίου, του δυτικού Αυτοκράτορα, ο Μαρκιανός, είχε γυναίκα τη δεύτερη κόρη του μεγάλου Λέοντα, τη Λεοντία. Πορφυρογέννητη η Λεοντία, δηλαδή γεννημένη στον καιρό που βασίλευαν οι γονιοί της, της κάπνισε να ρίξη κάτω την Αριάδνη και να γενή αυτή Αυτοκρατόρισσα.

Και το είχε καημό στα δεκάξη του χρόνια που δεν τον αφίνανε να πεταχτή και να πάη να το σεριανίση ή μονάχος του ή και με σύντροφο, τώρα που είταν κι ο δρόμος αμαξωτός· παρά μόλις ύστερ' από μήνες και μήνες παρακάλια εστρεξαν οι γονιοί του να ξεκινήση με το νωνό του, που είχε φίλους εκεί και συχνοπήγαινε για να τους βλέπη. Μέτρο δεν είχε τότες η χαρά του Παυλή. Μήτε στον Άγιο Τάφο να πήγαινε.

Ίσως έπρεπε να τονέ χωρίσουμε σε τρία και να του βάλουμε κ' ένα μέρος Ασιατικό. Τι παράξενο όμως· η πατρίδα του, οι γονιοί του, η αναθροφή του στην Αυλή του Διοκλητιανού, κατακεί τονέ γύριζαν όλα. Δεν είταν και τέτοιος ο Χριστιανισμός του που να τις μετριάζη τις Ασιατικές του συνήθειες.

Μα εγώ στο λέω για το καλό σου. 30 χάιντε πια τώρα μη ζητάς μαζί μου εδώ πολέμους, μην πάθεις... πάντα ο φρόνιμος πριν πάθει λογαριάζειΕίπε, μα δεν τον έπεισε, παρά τ' αντείπε πάλι «Τώρα εδώ πια, τ' Ατρέα γιε, βαριά θα μου πλερώσεις τον αδερφό που μούσφαξεςκαι καμαρώνεις κιόλας35 και μες στο νιο νοικοκυριό τού χήρεψες το τέρι, κι' έκανες πίκρες να ποθούν και κλάματα οι γονιοί του.

Αυτοί όμως δεν ήσαν πολλοί εις το πτωχικό εκείνο χωριό, και το ψωμί και τα κάστανα όπου έτρωγαν ο γέρος και η γρηά, ήσαν πάντοτες ολιγώτερα από την όρεξί τους, και ακόμη πιο μικρό το μερδικό της Μηλιάς, αφού το εμοίραζε με τους πτωχούς και τα πουλιά. Η Μηλιά ήταν δεκαφτά ετών, όταν μια νύχτα, όπου ενόμιζαν αι θετοί γονιοί της πως κοιμάται, άκουσε να λέγη ο γέρος εις τη γυναίκα του·

Οι γονιοί οι γνωστικοί, όσοι νοιώθουν από κόσμο, δε θα σπρώξουν ποτέ τα παιδιά τους σε τέτοιο στραβό δρόμο, παρά θα τα αναθρέψουν έτσι, που να μείνουν σιμά τους, και θα τα μάθουν από μικρά την τέχνη τους. Έτσι μονάχα τα παιδιά θα γίνουν ά ν θ ρ ω π ο ι, δηλαδή χρήσιμοι στην Κοινωνία και στον εαυτό τους.

Αυτά μ' έκαμαν να θυμώσω. Της είπα με χονδρή φωνή πως ένα κορίτσι που δεν έχουν οι γονιοί του να το χορτάσουν ψωμί δεν πρέπει να κάμη τη χαδούσα και να ψιλολογά για το χρώμα των ματιώ. Εχαμήλωσεν η καϋμένη τα δικά της και άρχισε να κλαίη και να μας λέγη ότι θα κάμη το θέλημά μας. Η μεγάλη μας συλλογή ήταν ο Πέτρος πού πρώτα μας έγραφε τακτικά και τώρα μας άφισεν ένα μήνα χωρίς είδησι καμμία.