United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το πρώτο μου παιγνίδι ήταν ένα κουτί από λουμίνια μ' ένα ξυλάκι ορθό στη μέση για κατάρτι, με δυο κλωστές για παλαμάρια μ' ένα φύλλο χαρτί για πανάκι και με την πύρινη φαντασία μου που το έκανε μπάρκο τρικούβερτο. Επήγα και το έρριξα στη θάλασσα με συγκίνησι. Αν θέλεις είχα και τον εαυτό μου εκεί μέσα. Μόλις όμως το απίθωσα κ' εβούλιαξε στον πάτο.

Με τον καιρό το μεγάλο τετράγωνο κεφάλι του εβούλιαξε ανάμεσα στα δυο καρβέλια κι' ο Γιαννάκης άρχισε να μεγαλώνη στα χρόνια, χωρίς να μεγαλώνη και στο μπόι. Οι γονείς του, σαν τον βλέπανε, λέγανε απομέσα τους. — Δεν πεθαίνει το καϋμένο να ησυχάση απ' τα βάσανα; Τι τη θέλει τη ζωή ;...

Κουνήσου να ζεσταθής. Ο δειλός, ολίγον κατ' ολίγον ενθαρρυνόμενος, απομακρύνεται από την κλίμακα και αρχίζει ν' «ακτοπλοή», ως λέγει. Ο άλλος κολυμβά ολίγον βαθύτερα και ο διάλογος εξακολουθεί: — Φφφ! είδες το πρωτότυπο δράμα «Για την Τιμή»;... Φφφ!... — Εβούλιαξε κιαυτό. — Κ' έπρεπε... φφφ!... να επιπλεύση, αφού έχει μέσα... φφφ!... ένα νεροκολόκυθο.

Είχε κατά μήκος άνω προς τα χείλη δύο λεπτάς δοκούς, συνεχούσας τας δύο πλευράς του πλάτους, αλλ' η γυνή, ηναγκασμένη να κρατή με την αριστεράν άνω των κνημών τα φορέματά της, επιάνετο με την δεξιάν από την μίαν δοκόν· αλλ' επί μίαν στιγμήν συνέβη, ποίος ειξεύρει πώς, να ξεπιασθή, και τότε εβούλιαξε μέχρι του λαιμού εις τον μούστον. Η αγωνία υπήρξε βραχεία· μόλις επρόφθασε να εκβάλη κραυγήν.

Παραμέρισε όμως ο Τριστάνος, ξεφεύγοντας την επίθεσι, και σηκώνοντας το χέρι, χτύπησε βαρειά τη λάμα του στην περικεφαλαία του Ριόλ: την εβούλιαξε από πάνω και της έρριξε κάτω την προσωπίδα. Το κοντάρι γλύστρησε από τον ώμο του ιππότη στα πλευρά του αλόγου, το οποίο κλονίστηκε κ' έπεσε χάμω. Ο Ριόλ κατώρθωσε να ξεγλυστρήση και σηκώθηκε πάλι όρθιος.