United States or Botswana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, κι' εφτύς μια κονταριά του ζάφτει στην ασπίδα και τ' όπλο του ίσα διάβηκε τη φωτοβόλα ασπίδα 435 και μες στα μαστροδούλεφτα του χώθηκε τσαπράζα, και ξέσκισε όλη απ' τα πλεβρά τη σάρκα, μα η Παλλάδα μέσα τ' αντρός δεν άφισε τα σωθικά ν' αγγίξει. Ένιωσε εκείνος πως βαριά δεν είτανε η πληγή του, κι' ορμώντας πάλι, μίλησε του Σώκου αφτά τα λόγια 440 «Α σκύλε, τώρα σ' έφαγε το μάβρο φίδι αλήθια!

Δεν έχω να πάρω ή να δώσω μαζί σου, εγώ. ΚΕΝΤ Ξεσπάθωσε, κατεργάρη! Ήλθες εδώ να φέρης γράμματα εναντίον του βασιλέως· παίρνεις το μέρος της φουσκωμένης της κούκλας εναντίον του βασιλέως του πατρός της! Ξεσπάθωσε, σκύλε, ει δε μη, θα σου κοπανίσω τα μηριά! Έξω το σπαθί σου! Κουνήσου! ΟΣΒ. Βοήθεια! Μ' εσκότωσε! Βοήθεια! Ξεσπάθωσε, αχρείε! Υπερασπίσου, παληάνθρωπε. Έξω το σπαθί σου, βρωμόδουλε!

Κρουνός αίματος επήδησεν από του στόματος του Ταχίρ Γιάτση και το γιγάντειον σώμα του εξηπλώθη επί της γης μετά βρόντου, ως αμάξιον φορτηγόν κατά κρημνού. — Σκύλε! μώφαγες όλη τη γενηά! είπεν ο Ζάχος, πηδών επάνω του εν θριάμβω. Η Μαλάμω παρηκολούθει από του γεωτοίχου την πάλην με αγωνίαν.

ΓΛΟΣΤ. Όποιος γηράματα καλά επιθυμεί να έχη, βοήθειά μου! Ω θεοί! Ω φρίκη! ΡΕΓ. Τόνα 'μάτι αναγελά το άλλο του. Τυφλώσετε και τ' άλλο. ΚΟΡΝ. Εάν ιδής εκδίκησιν... α’ ΥΠΗΡ. Το χέρι κάτω, αυθέντα! Από παιδί σ' εδούλευσα, αλλά ποτέ ως τώρα τόσον μεγάλην δούλευσιν δεν σ' έκαμα, όπως τώρα, που 'κράτησα το χέρι σου! ΡΕΓ. Και πώς τολμάς, ω σκύλε!

Μετ' ολίγον οι άνθρωποί μου θα είναι ιδικοί σου, αλλ' αν επρόκειτο ν' αλλάξωμεν τύχας, οι ιδικοί σου θα ήρχοντο μετ' εμού. Με εξαγριώνει η αχαριστία του Σελεύκου τούτου. Δούλε άπιστε ως μισθωτός έρως. Α, υποχωρείς ματαίως, διότι σου εγγυώμαι ότι θα συλλάβω τους οφθαλμούς σου, και πτέρυγας αν είχον. Δούλε, άψυχε, κακούργε, σκύλε, τέρας χαμερπείας. ΚΑΙΣΑΡ. Επίτρεψέ μου, βασίλισσα.

Και εβίαζε την μνήμην του να τω είπη το όνομα του κυρίου του κυνός. — Έλα, σκύλε, είπε θωπεύων αυτόν, δεν ειξεύρω πώς σε λένε· να είξευρα το δικό σου όνομα, θα εύρισκα εύκολα και του αυθέντου σου. Ή να είξευρα καν της κυράς σου;... Και εμειδίασεν εις την λέξιν ταύτην ο Θευδάς. — Της κυράς σου; επανέλαβε· να είχες τουλάχιστον κυρίαν;... Ω, διάβολε, διάβολε! είπε κρούων το μέτωπον αυτού.

Παρ' ολίγον ν' ανατρέψη την λέμβον εκ της οργής ο αρχιληστής και να πνιγώσι πάντες εις την θάλασσαν. Οι δύο γέροντες προέτεινον ν' αποβιβασθώσι πάλιν κ' επανέλθωσιν εις το μέρος, όπου, ως έλεγεν ο Θανάσης, είδε τα φαντάσματα. Η πρότασις ήτο καλή. Αλλ' ήδη ηκούοντο επάνω εγγύς της παραλίας πυροβολισμοί συνεχείς. — Σκύλε, Θανάση! είπε φρυάττων ο αρχιληστής.