Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


Εγνώριζε πολύ καλά τον ήχον του όπλου εκείνου. Τον είχεν ακούσει άλλοτε, ότε μαζί με τον τελευταίον αδελφόν του, εις τον ταϊφάν του Τσόγκα ευρισκόμενος, συνεκρούσθη προς τους τουρκαλβανούς. — Ακούς; εκείνο ένε το καρυοφύλλι του παπού· μην το ξεχνάς! του εσύστησεν ούτος πριν φονευθή από τον Ταχίρ Γιάτση.

Διότι κατέναντι του Ταχίρ Γιάτση, επί άλλου προχώματος, πνέων οργήν κ' εκδίκησιν, ίστατο ο Ζάχος εις τα νύχια, ως πετρίτης ανυπόμονος να πετάξη εις τα ύψη κ' εκείθεν να επέλθη ορμητικός κατά της λείας του. Ότε επήδησεν εκεί, τ' αργυρά του άρματα εβρόντησαν θορυβωδώς, ως να εκινήθη ολόκληρον χαλκείον υπό σεισμού.

Κρουνός αίματος επήδησεν από του στόματος του Ταχίρ Γιάτση και το γιγάντειον σώμα του εξηπλώθη επί της γης μετά βρόντου, ως αμάξιον φορτηγόν κατά κρημνού. — Σκύλε! μώφαγες όλη τη γενηά! είπεν ο Ζάχος, πηδών επάνω του εν θριάμβω. Η Μαλάμω παρηκολούθει από του γεωτοίχου την πάλην με αγωνίαν.

Διότι ο Ζάχος δεν επήγαινε μόνον να πολεμήση, αλλ' είχε να εκπληρώση συγχρόνως και άλλην ιεράν και απαραίτητον εντολήν. Ότε η Μαλάμω έλεγεν εις αυτόν να μη λησμονή τον Ταχίρ Γιάτση, δεν ωμίλει ως μήτηρ αλλ' ως γυναίκα του Σπαθόγιαννου.

Ούτω έφθασε μέχρι του Γιώργου Σπαθόγιαννου, ο οποίος το έφερεν εντίμως, μέχρις ου ο Τόσκης, ενεδρεύσας παρά το Μαργαρίτι το ήρπασεν αφού ήρπασε και την ζωήν του. Αλλ' η τιμή της οικογενείας απήτει πάση θυσία να επανακτηθή το καριοφύλλι εκείνο. Αδιάκοπος και πεισματώδης αγών ήρχισε μεταξύ του Ταχίρ Γιάτση και της οικογενείας της Μαλάμως.

Οι οφθαλμοί της καθ' όλην την ώραν έμενον προσηλωμενοι εκεί, ακίνητοι, ως του ατενίζοντος τον Αέρα, την εκκλησιαστικήν σινδόνην, ην οι ιερείς ταλαντεύουν άνω της αγίας Τραπέζης κατά την ώραν του Πιστεύω, ίνα συγχωρηθώσι τ' αμαρτήματά του. Εις κάθε κίνημα του Ταχίρ Γιάτση, εις κάθε κτύπημα, το οποίον ητοιμάζετο να καταφέρη ούτος κατά του Ζάχου, η Μαλάμω ερρίγει από κεφαλής μέχρι ποδών.

Αλλά δεν εφώναξε μόνον αυτή. Μύριαι φωναί φρενήρεις και πυροβολισμοί ισάριθμοι ανέβρασαν από του τείχους, χαιρετώντες τον θρίαμβον του αρματωλού. Ο Ζάχος ήδη επέστρεφε μετά των συντρόφων του εις την πόλιν, φέρων το καρυοφύλλι του αρματωλού, το παλλάδιον τούτο της οικογενείας του και ως λάφυρον τα τσαπράζια του Ταχίρ Γιάτση.

Όρε, Ταχίρ Γιάτση! αυτού ήσαι ορέ;. . . εφώναξεν αίφνης, καταφθάσας ο Ζάχος. — Εδώγια! απήντησε βροντώδης φωνή από του εχθρικού προχώματος. — Έβγα, ορέ, να πολεμήσουμε οι δυο· τα παλληκάρια δεν κρύβουνται 'στο μετερίζι. — Και ποιος ήσαι συ, μωρέ; — Είμ' ο Σπαθόγιαννος!. . Hκούσθη βόγγος, βόγγος βαρύς ωσεί λέοντος ενοχλουμένου εν τη ραθυμία του, από του εχθρικού προχώματος.

Ήδη δ' εισελθούσα όπισθεν του Ζάχου, έλαβε προθύμως το γιαταγάνι, λαμποκοπούν επί του αμαυρού τοίχου και το επέρασεν εις τον ώμον του. Έπειτα ενώ διά της δεξιάς χειρός έδιδεν εις αυτόν το καρυοφύλλι, διά της αριστεράς εναγκαλισθείσα τον έσφιξε σπασμωδικώς εις τον κόλπον της. — Κύτταξε, να μην ξεχνάς τον Ταχίρ Γιάτση! του είπε με τρέμουσαν αλλ' αυστηράν φωνήν.

Το βλέμμα των διεσταυρώθη πλήρες μίσους· δι' ενός κινήματος ύψωσαν τα καρυοφύλλια κ' επυροβόλησαν. Αλλά μόνον από του όπλου του Ταχίρ Γιάτση εξήλθε μετά συριγμού η σφαίρα γλείψασα ελαφρά τον αριστερόν ώμον του αρματωλού και ματώσασα το υποκάμισον. Το καρυοφύλλι του Ζάχου έδωκε ξηρόν μόνον κρότον και δεν εξεπυρσοκρότησε.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν