United States or United States Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κιαμέ είντα; του χοίρου τη μούρη πρέπει νάχω για να τώςε ξαναμιλήσω. Ας τη λουστούνε τη θυγατέρα τως. Και την άλλη φορά ο γέρος μούκανε μια προσβολή απού δεν ήφεγγα να πορίσω απού την πόρτα ... Δε θέλω μπλειο να τσοι γνωρίζω και την Πηγή τως ας τη χαρούνε. Και να μου τη χρουσώσουνε δεν τήνε θέλω.

Έχει οφθαλμούς χοίρου, οδόντας μεγάλους και χαυλιόδοντας εξέχοντας και αναλόγους με το μήκος του σώματος. Είναι το μόνον ζώον το οποίον δεν έχει γλώσσαν. Η κάτω σιαγών αυτού είναι ακίνητος και προσεγγίζει την άνω, όπερ δεικνύει ότι και κατά τούτο διαφέρει από τα άλλα ζώα. Έχει όνυχας ισχυρούς, και επί της ράχεως δέρμα λεπιδωτόν αδιάρρηκτον.

Αφού του τώπαν και του το ξανάπαν πως δεν τον ήθελαν, έπρεπε να ντραπή και ν' αφήση ήσυχη την θυγατέρα της, εκτός αν είχε του χοίρου την αδιαντροπιά και την αναισθησία. Όταν όμως αντίκρυσε τον Μανώλην η οργή της κατέπεσεν. Ούτω συνέβαινε πάντοτε. Δεν ηδύνατο να θυμώση με αυτόν τον άνθρωπον.

Ήτο πλέον δειλινόν. Εν τη αγορά συνηθροίσθησαν ικανοί νησιώται, ακούσαντες την βραγχνήν σάλπιγγα του κρεοπώλου, ης ο ήχος εξήρχετο ως τυλιγμένος εντός των σκληρών γρυλλισμών του σφαζομένου χοίρου.

Ψέφτορκα αν είπα, έτσι οι θεοί κακά άπειρα ας μου στείλουν, τόσα όσα στέλνουν σ' όπιονε τους φταίξει ψεφτορκώντας265 Είπε, κι' εφτύς χαλκόκοψε του χοίρου το λαρύγγι. Έπειτα ο κράχτης τον πετάει στριφοκλωθίζοντάς τον στ' αφρένιο κύμα του γιαλού, για ναν τον φαν τα ψάρια.

Διά την νοημοσύνην του χοίρου βεβαίως δεν έχουν οι άνθρωποι μεγάλην ιδέαν και όμως εις πολλά μέρη πιστεύουσιν ότι προμαντεύει τας κακοκαιρίας ασφαλέστερον από τους μετεωρολόγους και τα όργανά των. Εις την Κρήτην διηγούνται περίεργον ανέκδοτον σχετικόν με το χάρισμα τούτο του ρυπαρού τετραπόδου.

επτά μέρη τα χώρισε• μ' ευχαίς επρόσφερ' ένα των Νυμφών άμα και του Ερμή, 'που γέννησεν η Μαία• 435 τ' άλλα εις καθέναν μέρασεν• αλλά τον Οδυσσέα με ολόκληρην ετίμησε την νεφραμιά του χοίρου, και την ψυχήν εφαίδρυνε με τούτο του κυρίου. τότε ο πολύγνωμοςαυτόν ωμίλησ' Οδυσσέας• «Ως σ' αγαπώ να σ' αγαπά, φίλε, ο πατέρας Δίας, 440 αφού τον άμοιρον εμέ τιμάς με τέτοια δώρα».

Ο παστός του χοίρου στάζει, σβύν' ανάβει τη φωτιά. Α! και πήρε να χαράζη, πιάστε την, μωρέ παιδιά, την Γρηά, τη Γρηά! Πριν ο πετεινός λαλήση, α! να μπούμε ς' τα χωριά! Γέρω-Σκάλικο! να μας ζήση, σε καλό μας, βρε παιδιά, η Γρηά, η Γρηά! Μερικά πράγματα αληθώς είνε αλλόκοτα. Αν ήτο άλλος, βεβαίως θα παρεφρόνει.

Οι Αιγύπτιοι τους συλλαμβάνουσι διά πολλών και διαφόρων τρόπων, αλλ' εγώ θα περιγράψω εκείνον όστις μοι φαίνεται μάλλον άξιος διηγήσεως. Ο αλιεύς, αφού δελεάση το άγκιστρον με ράχιν χοίρου, το αφίνει να κυματίζη εις το μέσον του ποταμού· αυτός δε κρατών δέλφακα ζωντανόν εις το χείλος του ποταμού, τον κτυπά.