Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025


Το δειλινόν εχάσαμεν την κώμην, κρυφθείσαν όπισθεν μιας άκρας στενής και μακράς. Κατευθυνόμεθα προς βορράν, ανοικτά, προς την Σκόπελον. Ο φάρος της Γλώσσης επί τινος βράχου, ως πύργος γλάρων επί αργιλλώδους, γυμνού εδάφους. Μικρόν κατά μικρόν εξαφανίζονται οι έρημοι όρμοι της Σκιάθου εις ευθείαν τεφρόχρουν γραμμήν.

Ανεχώρησαν ομοίως και πολλοί άλλοι στρατιώται, όσοι ηδυνήθησαν να εύρωσι πλοία, ώστε μόλις το ήμισυ του στρατεύματος διέμενεν ακόμη εις το στρατόπεδον. Μ' όλα ταύτα όμως ετοποθετήθησαν εις τας προσδιορισθείσας θέσεις τα διαμένοντα στρατεύματα· και όταν περί το δειλινόν είδον τον Κιουταχήν ερχόμενον από τας Αθήνας με τρεις χιλιάδας περίπου πεζούς και ιππείς, ετοιμάσθησαν διά να τον αντικρούσωσιν.

Αλλ' ο πρώτος προς τον οποίον απηυθύνθη, του εζήτει τα μισά δερματοτύρια διά τον κόπον του, ο δεύτερος του εζήτησε μετρητά τριακοσίας δραχμάς και ο τρίτος του εζήτει εκ των δεκαοχτώ δερματοτυρίων τα επτά και ακολούθως κατέβη έως τα πέντε. Τέλος εσυμφώνησε μ' ένα τέταρτον πορθμέα διά τρία δερματοτύρια. Αλλ' όταν εξεκίνησεν ούτος να υπάγη, ήτο ήδη δειλινόν.

Το δειλινόν, όταν είδεν ο Δημητράκης τον υιόν του, του είπε: — Άκουσα, κυρ Αγάλλο, πως πήγες κάτ' απ' τα παράθυρα καποιανής, κ' έκαμες πατινάδα. Τώρα δεν είσαι μικρός, είσαι μεγαλείτερος απ' τον αδερφό σου τον νοικοκυρεμμένο. Κοντεύεις να τριανταρίσης. — Αλήθεια, αφέντη, είπεν ο Αγάλλος. Και όταν ενύχτωσε, διηυθύνθη διά πλαγίου δρομίσκου προς το μέρος της Αναγκιάς.

Μετέβην επομένως εις τον Πειραιά διά να παρακαθήσω εις την εστίασιν μετά των άλλων εξ υμών τους οποίους ο Μνησίθεος εκάλεσεν εις την θυσίαν• έπειτα μετά τας σπονδάς σεις μεν ανεχωρήσατε προς διαφόρους διευθύνσεις, εγώ δεδιότι ήτον ενωρίς ακόμηανέβηκα εις τας Αθήνας, διά να περιπατήσω κατά το δειλινόν εις τον Κεραμεικόν.

Επήγα κατ' ευθείαν από το οπωροπωλείον, όπως με προέτρεψεν ο Νικόλας, διά να βοηθήσω με λόγια, και ενθαρρύνω την μητέρα. Είπα εις την μητέρα τα συνήθη λόγια της παρηγορίας και της ενθαρρύνσεως· έμεινα δύο ώρας εκεί. Είτα επανήλθα πάλιν το δειλινόν, και την νύκτα, και την άλλην πρωίαν. Η Κούλα έβαινε χειρότερα. Η μητέρα της μου είπε να πλησιάσω και να της ομιλήσω. — Περαστικά, Κούλα.

Έκαμε γνωριμίας μεταξύ των νέων του χωριού, ενεφανίζετο εις τα δώματα περί το δειλινόν, όταν τα κορίτσια μετέβαινον εις την βρύσιν ή επέστρεφον από τα λειβάδια, κάπου- κάπου δε έρριπτε και κανένα λόγον, μιμούμενος τους άλλους νέους. Τόσον ήτο ευχαριστημένος από αυτήν την νέαν φάσιν της ζωής του, ώστε σχεδόν ελησμόνησε τον Τερερέν. Εις τούτο δε και ούτος τον εβοήθησεν, αποφεύγων την συνάντησίν του.

Ο Λαλεμήτρος τωόντι ανεχώρησεν ένα δειλινόν, εις Βόλον, με το κόττερον του καπετάν Ηλία, ένα βραδύ και χονδρόν σκάφος, ως τον κυβερνήτην του, αφού απεχαιρέτισε την σύζυγόν του και την πενθεράν του, με χαράν καταφανή, χαράν εμπόρου απερχομένου να ψωνίση, χαράν συζύγου, μετ' ολίγας ημέρας μέλλοντος να επανέλθη.

Έπηξεν η θάλασσα το δειλινόν. Έπηξεν εκεί και η σκούνα εν μέσω του πελάγους, ακίνητος, καθηλωμένη, με τα πανιά κρεμάμενα ως εσθήτας να στεγνώσουν εις το καύμα του Ιουλιανού ηλίου.

Εις απάντησιν ο Πάπος ήρχισε να ροχαλίζη. Το φεγγάρι είχε «πιασθή χειμωνιάτικο», και όλοι έλεγαν «δίπλα φεγγάρι, ολόρθος καραβοκύρης». Την πρώτην ημέραν ήτο ευδία, και την δευτέραν ως το δειλινόν. Προς το βράδυ ο καιρός εχάλασεν. Απειλητικά σύννεφα είχον σωρευθή προς βορράν και προς ανατολάς· την νύκτα ο καιρός εχειροτέρευσε πολύ, και προς το πρωί αγρίεψε. Βροχή, άνεμος, τρικυμία.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν