United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπανε και μερικά τραγούδια για τιμή των Νυμφών, αρχαίων βοσκών ρίμες. Κι όταν ενύχτωσε, εκοιμηθήκανε στην εξοχή και την άλλη μέρα θυμόντανε τον Πάνα· κι αφού στεφανώσανε με πεύκο τον τράγο τον μπροστάρη, τον επήγανε σιμά στο πεύκο· κι άμα τον ερραντίσανε με κρασί κ' εδόξασαν το θεό, τον εθυσίασαν, τον εκρέμασαν, τον έγδαραν.

Μα αυτά ύστερα τα ονομάτισαν και τα έκαμαν· τότε όμως, άμα ενύχτωσε, τους εσυντρόφευαν όλοι ίσαμε την κάμαρά τους, άλλοι παίζοντας το σουραύλι, άλλοι τη φλογέρα κι άλλοι κρατώντας αψηλά μεγάλες λαμπάδες. Κι όταν έφτασαν κοντά στη θύρα, ετραγουδούσανε με σκληρή κι άγρια φωνή, σαν να ξέσκιζαν τη γις με τσουγγράνα κι όχι σαν να τραγουδούσαν του γάμου το τραγούδι.

Το δειλινόν, όταν είδεν ο Δημητράκης τον υιόν του, του είπε: — Άκουσα, κυρ Αγάλλο, πως πήγες κάτ' απ' τα παράθυρα καποιανής, κ' έκαμες πατινάδα. Τώρα δεν είσαι μικρός, είσαι μεγαλείτερος απ' τον αδερφό σου τον νοικοκυρεμμένο. Κοντεύεις να τριανταρίσης. — Αλήθεια, αφέντη, είπεν ο Αγάλλος. Και όταν ενύχτωσε, διηυθύνθη διά πλαγίου δρομίσκου προς το μέρος της Αναγκιάς.

Μα όταν τον εκράτησαν για να κάνουνε θυσία στο Διόνυσο την άλλη μέρα, παρολίγο από τη χαρά να προσκυνήση εκείνους αντί για το Διόνυσο. Αμέσως λοιπόν έβγανε από το ταγάρι του πολλές πήττες κι όσα πουλιά είχε πιάσει· κι αυτά τα ετοιμάζανε για το δείπνο. Ξανάπιασαν κρασί κι άναψαν πάλι φωτιά· κ' επειδή ενύχτωσε γλήγορα ξανακαθίσανε στο τραπέζι.

Τι του είπε; Φαίνεται ο Κουμπής του εζήτησεν εκδούλευσιν, και ο Τούρκος ναύαρχος του υπεσχέθη. Το βράδυ, όταν ενύχτωσε, ο Κουμπής είχεν αρματώσει μίαν σκαμπαβίαν με έξ κωπία.