United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καλά έκαμες να φύγης, αν το ζην είναι καλόν· αλλά θα ήτο προτιμότερον να έπιπτες υπό την οργήν μου, διότι ο θάνατος θα σε απήλλασσε πολλών άλλων. — Έρως. Ε! Επ' εμού φέρω τον χιτώνα του Νέσου. Δίδαξέ με την οργήν σου, ω πρόγονέ μου Αλκίδη, διά να πετάξω τον Λίχαν επί των κεράτων της σελήνης, και διά χειρών ομοίων προς εκείνας, αίτινες εκράτησαν το βαρύτερον ρόπαλον, να καταστρέψω εμαυτόν.

τον Αίγυπτον οι αθάνατοι, ενώ για δω κινούσα, μ' εκράτησαν, ότιαυτούς δεν έκαμα εκατόμβαις• κ' εκείνοι να ενθυμούμεθα ταις προσταγαίς τους θέλουν. κ' είναι νησίτην θάλασσα την πολυκυματούσα, εκείτον Αίγυπτον εμπρός, και Φάρο τ' ονομάζουν, 355 και απέχει τόσο διάστημα, όσο μετρά καράβι, αν πρύμος άνεμος σφοδρός ολήμερα φυσήση• λιμένας μέσ' ακίνδυνος, απ' όπου τα καράβια βγάζουντην θάλασσαν, αφού μαύρο νερόν επήραν. κει μ' εκρατούσαν οι θεοί είκοσ' ημέραις, μήτε 360 άνεμοι θαλασσόπνοοι φαίνονταν, 'που τα πλοία ξεπροβοδούντα διάπλατα τα νώτα της θαλάσσης. και θε να ελείπαν η τροφαίς, κ' οι άνδρες θα εμαραίναν, αν μια δεν μ' είχ' ελεηθή θεά, και μ' είχε σώσει, κόρη τ' ανδρείου γέροντα της θάλασσας Πρωτέα, 365 η Ειδοθέα, 'πώγγιξα μάλιστ' αυτής το σπλάχνος. αυτή μ' ηύρε οπού σέρνομουν, χωρίς συντρόφους, μόνος• ότι εγυρίζαντο νησί και αλίευαν εκείνοι, με κυρτ' αγκίστρια, την σκληρή την πείναν όπως σιγάσουν. και αυτή κοντά μου εστάθηκε, μου ωμίλησε και είπε• 370

Εν τούτοις ο Κλέων και ο Δημοσθένης βλέποντες ότι ο στρατός των έμελλε να καταστρέψη εντελώς τους Λακεδαιμονίους, εάν ολίγον ακόμη υπεχώρουν, έπαυσαν την μάχην και εκράτησαν τους στρατιώτας των, θέλοντες να φέρουν ζώντας τους Λακεδαιμονίους εις τας Αθήνας, εάν νικώμενοι υπό τόσων παθημάτων υπήκουαν εις το κήρυγμα και εταπεινούντο τόσον, ώστε να παραδώσουν τα όπλα.

Ο Βινίκιος δυνατόν να εφονεύθη, αλλά αδύνατο να είνε μόνον πληγωμένος ή αιχμάλωτος. «Αναμφιβόλως», εσκέφθη, «οι χριστιανοί δεν θα ετόλμων να φονεύσουν άνθρωπον τόσον ισχυρόν, καθότι το έγκλημα θα ηδύνατο να προκαλέση κατ' αυτών γενικόν διωγμόν. Ήτο πιθανώτερον ότι θα τον εκράτησαν διά της βίας διά να δώσουν εις τον Λιγεία καιρόν να κρυφθή εις άλλο μέρος.

Όταν έφθασε, είπε τα μαντάτα στα δύο κορίτσια, στην Σοφίαν την νεαράν χήραν, και την Λουκρητίαν την νεαράν αδελφήν της· κ' αι δύο χαριτωμέναι κόραι τον εκράτησαν διά συντροφιάν, να κοιμηθή υπό την αυτήν στέγην, εις τον μύλον μαζί τους, διά συντροφιάν και παρηγοριάν. Από μύλον εις μύλον είχεν εκδουλεύσεις ο Σταμάτης. Η Σοφία είχεν υπανδρευθή μόλις προ τριών ετών, όταν ήτο δεκαοκτώ χρόνων.

Μετά δε την ναυμαχίαν οι Κερκυραίοι στήσαντες τρόπαιον επί της Λευκίμμης, ακρωτηρίου της Κερκύρας, τους μεν άλλους εκ των αιχμαλώτων τους οποίους έλαβον εφόνευσαν, τους δε Κορινθίους εκράτησαν δεσμίους.

Ο Σμυρνιός έσκυψε ν' ανεγείρη τον ναργιλέν, μειδιών και επαναλαμβάνων ότι δεν ήτο τίποτε· μετά δυσκολίας δ' εκράτησαν τον γέλωτα και οι άλλοι. Αλλά τον Μανώλην επροστάτευεν η παρουσία του πατρός του, όστις δεν ήτο εκ των ανεχομένων περιπαίγματα. Τους ευρισκομένους εις το καφενείον άλλως εκράτει εις συγκίνησιν μία μεγάλη είδησις.

Μαγιάρ κατακόκκινος από θυμόν. Εις τας λέξεις αυτάς οι παριστάμενοι εκράτησαν σιγήν επί έν λεπτόν. Μία κυρία μάλιστα, η οποία συνεμορφώθη κατά γράμμα προς τα κελεύσματα του κ. Μαγιάρ, έβγαλε την γλώσσαν της, την έλαβεν εις τα δύο χέρια της και την εκράτησε με μίαν επαινετήν υπομονήν μέχρι τέλους του γεύματος. — Αυτή η αξιαγάπητος κυρία, είπα χαμηλοφώνως προς τον κ.

Συμπεραίνω εκ των προτέρων ότι το όνομα αυτό του Χοπ-Φρωγκ δεν εδόθη εις τον νάνον από εκείνους που τον εκράτησαν εις τα χέρια των κατά την βάπτισιν· το όνομα αυτό εδόθη με την καθολικήν ψήφον όλου του υπουργείου, διότι ήτο ανίκανος να βαδίζη όπως όλος ο κόσμος.

Τοιαύτη θέα τοιαύτης πόλεως είνε πάντοτε περιπαθής, και πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί οδοιπόροι εκράτησαν τον χαλινόν του ίππου των εις το μέρος τούτο, και ανέβλεψαν προς την σκηνήν εν συγκινήσει βαθεία και δυσπεριγράπτω.