Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025
Δεν επερίμενα ότι η καρδία του ψυχρού εκείνου γέροντος περιέκλειεν όσην ευαισθησίαν τότε μου επέδειξε. Με ηρώτησε τι εγείναμεν, πώς εσώθημεν, και διηγήθην τα καθέκαστα της φυγής και του πλάνητος βίου μας, του πατρός μου τον θάνατον και την εις Τήνον διαμονήν της χήρας μητρός και των αδελφών μου. Με ηρώτησε διά τι επανήλθα, και εξεμυστηρεύθην τον σκοπόν μου.
Επήγα κατ' ευθείαν από το οπωροπωλείον, όπως με προέτρεψεν ο Νικόλας, διά να βοηθήσω με λόγια, και ενθαρρύνω την μητέρα. Είπα εις την μητέρα τα συνήθη λόγια της παρηγορίας και της ενθαρρύνσεως· έμεινα δύο ώρας εκεί. Είτα επανήλθα πάλιν το δειλινόν, και την νύκτα, και την άλλην πρωίαν. Η Κούλα έβαινε χειρότερα. Η μητέρα της μου είπε να πλησιάσω και να της ομιλήσω. — Περαστικά, Κούλα.
Αυτά 'πε, και το μέγαρον διάβηκεν η γραία να φέρη ποδονίψιμο, τι χύθ' όλο το πρώτο· και αφού καλά τον ένιψε κ' εμύρωσεν εκείνη, 505 εις την φωτιά να πυρωθή σίμωσε το θρονί του και με τα ράκη σκέπασε το λάβωμ' ο Οδυσσέας· τότ' άρχισεν η φρόνιμη να λέγη Πηνελόπη· «Ω ξένε, τώρα κάτι εγώ θα σ' ερωτήσω ακόμη· ότ' ήδη φθάνει της γλυκειάς ανάπαυσης η ώρα 510 'ς αυτούς, 'που πιάν' ύπνος γλυκός, μ' όση και αν έχουν θλίψι. αλλ' άμετρην διώρισε λύπην 'ς εμένα η μοίρα. όσ' είν' ημέρα ευφραίνομαι με στεναγμούς, με θρήνους, 'ς το σπίτι ενώ τα έργα μου προσέχω και των δούλων· αλλ' άμ' η νύκτα καταιβή και όλοι γλυκοκοιμούνται, 515 'ς την κλίνην, οπού κείτομαι, την έρημη καρδία, σκληροί μου σφίγγουν λογισμοί και βιάζουν με να κλαίω. και όπως αηδόνα η πράσινη, η κόρη του Πανδάρου, γλυκολαλεί, της άνοιξης άμα ο καιρός γυρίση, ενώ 'ς των δένδρων κάθεται τα φουντωμένα φύλλα, 520 και ως χύνει την πολόηχη φωνή της συχναλλάζει, τον Ιτυλόν της κλαίοντας, παιδί της, 'που 'χε σφάξει άγνωστα εκείνη, τον υιόν του Ζήθου βασιλέα· όμοια κ' εμένα εδώ κ' εκεί σαλεύεται η καρδία, αν θα σταθώ με το παιδί, και ως είμαι να φυλάγω 525 το είναι μου, ταις δούλαις μου και το υψηλό παλάτι, σέβας της κλίνης νυμφικής και της φωνής του κόσμου, ή απ' τους μνηστήραις Αχαιούς ήδη θ' ακολουθήσω κείνον οπ' είναι ανώτερος και πλήθια δίδει δώρα. και όσ' ήταν άγνωστο παιδί δεν μ' εσυγχώρει ο υιός μου 530 άνδρα να πάρω αφίνοντας του πρώτου ανδρός το δώμα· πλην τώρ' ότ' εμεγάλωσε και παλληκάρι εγίνη, λεπείται την ουσία του, 'που τρώγουν οι μνηστήρες, και τους θεούς παρακαλεί να υπάγω εις τους γονείς μου. αλλ' όνειρο τώρ' άκουσε, και να μου το εξηγήσης· 535 'ς το σπίτι χήναις είκοσι με μοσκευτό σιτάρι εγώ τρέφω, κ' ευφραίνομαι καθώς ταις βλέπω εμπρός μου. μέγας αετός κυρτόμυτος απ' τ' όρος εκατέβη και τους λαιμούς των έκοψε· νεκραίς επέσαν όλαις 'ς το μέγαρο, και ο αετός σηκώθη 'ς τον αιθέρα· 540 κ' εγώ μες τ' όνειρ' έκαμνα ξεφωνητό και κλάψα· κ' εμένα η καλοπλέξουδαις κυκλώσαν Αχαιίδες ενώ 'κλαια πως αετός μου φόνευσε ταις χήναις· γύρισε αυτός κ' εκάθισε 'ς την κορυφή της σκέπης, και με φωνήν ανθρώπινη μ' εμπόδιζε να κλαίω· 545 —θάρρεψε, ω κόρη του γνωστού 'ς τον κόσμον Ικαρίου, όχι όνειρον, αλλ' όραμα καλό 'που θ' αληθεύση· η χήνες τους μνηστήραις σου δηλούν, κ' εγώ, 'που ως τώρα ήμουν αετός, ο άνδρας σου τώρ' είμαι κ' επανήλθα να δώσω τέλος άσχημον εις όλους τους μνηστήραις.— 550 αυτά 'πε κείνος και άφησεν εμένα ο γλυκός ύπνος· και όπως τα μάτια γύρισα 'ς το σπίτ' είδα ταις χήναις 'που τρώγαν σίτον ως προτού τριγύρω 'ς την λεκάνη».
Αλλά το παράδειγμα των λωτοφάγων και των Σειρήνων μου φαίνεται ότι δεν ταιριάζει παντάπασιν εις εκείνα που έπαθα, καθ' όσον δι' εκείνους οι οποίοι έτρωγον τον λωτόν και ήκουον τας Σειρήνας το αποτέλεσμα ήτο ολέθριον, ενώ εις εμέ όχι μόνον ευχάριστον είνε, αλλά και προς το καλόν μου συντελεί• διότι δεν περιπίπτω εις λήθην και άγνοιαν, αλλ' αν θέλης να σου είπω όλην την αλήθειαν, εκ του θεάτρου επανήλθα πολύ συνετώτερος και οξυδερκέστερος και δύναμαι να είπω, όπως ο Όμηρος, ότι ο βλέπων το θέαμα εκείνο
Ήμην ανυπόμονος να επιστρέψω, αλλ' ο φίλος επέμεινε να με κρατήση και να με φιλοξενήση την νύκτα. Την επιούσαν τον απεχαιρέτησα μετ' εκφράσεων ειλικρινούς ευγνωμοσύνης και επανήλθα εις Τήνον. Ευτυχώς ο άνεμος εβοήθει πάσας εκείνας τας μετακινήσεις μου. Άμα αφιχθείς εις Τήνον υπήγα κατ' ευθείαν από του πλοίου εις το Αγγλικόν προξενείον.
Οι λόγοι του ιατρού επανέφερον εις την φαντασίαν μου την φρίκην της Τουρκικής εισβολής και όλα τα πιθανά επεισόδια της επί της νήσου παρουσίας των, και ενώ έτρεχα, παρεκάλουν τον Θεόν ν' αναδειχθή αληθής η είδησις ότι απηλλάγημεν τω όντι του τρόμου της εμφανίσεώς των. Ότε επανήλθα μετά του ιερέως εις την οικίαν, ο πατήρ μου εξηκολούθει αναισθητών.
Εκ Βιέννης εξεπήδησα εις Αμβούργον και, αφού εισέπραξα και ετοποθέτησα το κέρδος μου εις ανώνυμα χρεώγραφα, επανήλθα μετά τρεις εβδομάδας, κομίζων εις την Χριστίναν διπλάσια των όσα με είχε παραγγείλη στολίδια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν