United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προσφυγών εις τους Βουλούσκους, εχθρούς των Ρωμαίων, και τεθείς επί κεφαλής αυτών, εξεστράτευσε κατά της πατρίδος του! Ότε δε έφθασεν ενώπιον της Ρώμης και επαπείλει την καταστροφήν αυτής, οι Ρωμαίοι έντρομοι τω απέστειλαν διαφόρους πρεσβείας αλλ' ο Κοριολάνος επέμενεν άκαμπτος εις την εκπόρθησιν της ιδίας αυτού πατρίδος.

Οι περιεστώτες έμειναν εκστατικοί εις τούτο το θέαμα και όλοι έντρομοι ελόγιασαν πώς να του έπεσεν αποπληξία. Εδόθησαν όλοι οι άνθρωποί του εις τα κλάμματα και εις τες φωνές διά τον θάνατον του αυθέντου των· όλη η χώρα εγέμισεν ευθύς από βρυγμόν και κλάμματα διά τον εξαφνικόν θάνατον του ευεργέτου τους, και εφώναζαν ωσάν να είχαν χάση τον ίδιόν τους πατέρα.

Οι εχθροί είχον εγερθή του ύπνου έντρομοι και διεσκορπίσθησαν ατάκτως εδώ κ' εκεί, ως άχυρα εις το φύσημα του ανέμου. Πολλοί έδραξαν τα όπλα ν' αντεπεξέλθουν προς τον κίνδυνον αλλά το σκότος της νυκτός κ' η εκ του ύπνου σύγχυσις, έκαμνον αυτούς να μη βλέπουν ότι έσφαζον τους ομοφύλους των.

Ο γέρων βοσκός τας εχαιρέτισε, και ακούσας από μακράν τας ομιλίας των περί Κουκκίτσας, νεκρών και βρυκολάκων, εσταμάτησε γαλήνιος και ατάραχος. — Τι κάθεσθε και λέτε, χριστιαναίς μου! Νά, δεν πάτε εις τον Άγι- Αντώνη να την ιδήτε που ανάπτει τα κανδήλια!..... — Η Κουκκίτσα; εκραύγασαν αι γυναίκες έντρομοι. — Ανάπτει τα καντήλια τακτικά.

Τοιαύτη μεγάλη ληστρική επιδρομή έγινε το 558 υπό των εκ της Νοτίου Ρωσίας ορμησάντων Κοτριγούρων Ούννων. Οι κάτοικοι έντρομοι έβλεπαν τας πυράς των βαρβάρων στρατοπεδευόντων όχι μακράν της πρωτευούσης, καθόσον στρατός ενεργός δεν υπήρχεν εις την Κωνσταντινούπολη.

Οι λόγοι Του σκοπόν είχον να δώσωσιν αυτοίς ειρήνην εν τω παρόντι, θάρρος δε και ελπίδα διά το μέλλον· αλλ' όμως εγνώριζε και είπεν αυτοίς ότι, μεθ' όλα όσα έλεγον, η ώρα επέκειτο νυν ότε έμελλον έντρομοι να σκορπισθώσι και να Τον αφήσωσι μόνον· αλλ' όχι μόνον, διότι ο Πατήρ Του ήτο μετ' Αυτού.

Ενώ δε ίσταντο έντρομοι και διστάζοντες εκεί, Αυτός και πάλιν τους ηρώτησε, «Τίνα ζητείτεΠάλιν εκείνοι απήντησαν, «Ιησούν τον Ναζωραίον». «Είπον υμίν, απεκρίθη, ότι Εγώ ειμι· ει ουν Εμέ ζητείτε, άφετε τούτους υπάγειν». Διότι Αυτός είχεν ειπεί εν τη προσευχή Του, «Ους δέδωκάς Μοι εφύλαξα, και ουδείς εξ αυτών απώλετο».

Ενώ ετοιμάζετο να παρακαθήση εις την τράπεζαν, ταράσσεται η όρασίς του και νομίζει ότι ουδεμία θέσις υπάρχει κενή. Είναι τούτο η αρχή του κακού. Βαδίζει προς την έδραν του, αλλά κραυγή φρίκης εξέρχεται του στήθους του! Βλέπει επ' αυτής καθήμενον τον νεκρόν Βάγκον! Οι συνδαιτυμόνες ανεγείρονται έντρομοι, αλλ' ουδέν βλέπουσι, διότι ουδέν υπάρχει.

Ήτο καθώς η αιφνίδιος κίνησις των φύλλων επί του εδάφους πριν ή η καταιγίς επιπέση. ― Οι Τούρκοι επλάκωσαν! Φύγετε! Κρυφθήτε, έκραξε τρέχων προς ημάς ο γέρων χωρικός. Ήμεθα όλοι ήδη εκτός της καλύβης, ουδέ είχομεν προετοιμασιών ανάγκην διά την φυγήν. Έλυσα σπεύδων τα ζώα από τα παρά την καλύβην δένδρα και εφύγομεν έντρομοι, ακολουθούντες και ημείς το ρεύμα.

Διαδοχικώς άλλαι μορφαί ανθρώπων και πραγμάτων των περασμένων εποχών περνούν εις τον ρεμβασμόν μου. Και εις την γραμμήν των φώτων της παραλίας βλέπω τους πυρσούς των βιγλών του Φαλήρου, όταν ειδοποίουν τους κατοίκους των Αθηνών διά την εμφάνισιν πειρατικών πλοίων. Οι Αθηναίοι, βλέποντες τα σήματα του κινδύνου, φεύγουν έντρομοι προς τα όρη, όπου ίσως άλλοι λησταί τους περιμένουν.