United States or Venezuela ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς δε ήλθομεν εις Άγιον Γεώργιον διά ν' αποφύγωμεν τους Τούρκους! Και ούτε ο σύντεκνος εις το χωρίον ούτε ο κηπουρός μας, ημείς δ' εκεί εις τον δρόμον, απηυδημένοι, άνευ τροφής, άνευ καταφυγίου, άνευ οδηγού! Ο χωρικός μας ελυπήθη και μας εδέχθη εις την καλύβην του. Εισήλθομεν όλοι εντός αυτής και εκαθήμεθα περιμένοντες τον κηπουρόν. Από της πρωίας ήμεθα άσιτοι.

Ένα πρωί, μετά το τσάι και ενώ ακόμη εκαθήμεθα περί την τράπεζαν, εγώ, η σύζυγος και η κόρη μου, μία αράχνη, αφεθείσα εκ της οροφής και κρατουμένη από το σχεδόν αόρατον νήμα της ως αυτοδίδακτος σχοινοβάτης, κατέβη και εκάθησεν, ελαφρά ελαφρά, επί της κόμης της θυγατρός μου! Εγώ μόνος αντελήφθην το πράγμα, εκλαβών δε ως αίσιον τον οιωνόν, είπα της κόρης μου να μη κινηθή.

Ο Αλβέρτος ήσυχα την διέκοψεν: — Αυτό σε πειράζει πάρα πολύ, αγαπητή Καρολίνα! ξεύρω πως η ψυχή σου προσκολλάται πολύ εις αυτές τις ιδέες, αλλά σε παρακαλώ μην επιμένης. — Αλβέρτε, του είπε, ξέρω ότι δεν λησμονείς τις εσπέρες που εκαθήμεθα μαζί στο μικρό στρογγυλό τραπέζι όταν ο μπαμπάς ήταν στην ξενητειά, και ημείς είχαμεν στείλει τα μικρά να κοιμηθούν.

Και μετά τινας πάντοτε ελιγμούς και περιστροφάς, χάριν της πασχούσης φιλοτιμίας, τίθεται εις χρήσιν η μέθοδος εκείνη την οποίαν, η προς τον φίλον οφειλομένη αβρότης με αναγκάζει να παρασιωπήσω. Έν' απόγευμα εκαθήμεθα προ μικράς τραπέζης εις έν από τα τελευταία ζυθοπωλεία των Πατησίων.

Τρία μικρά πλάσματα λευκοφορεμένα ήρχοντο προς τα επάνω, προς την βρύσιν, όπου ημείς εκαθήμεθα. Εφαίνοντο να έρχωνται από το κάτω ρέμμα, το γείτον του αιγιαλού, ίσως από τους μύλους, όπου έλεγεν ο Νικολός: — Να η Νεράιδες! Εγώ έβαλα την φωνήν, και σχεδόν θα ηυχόμην να ήσαν, αλλ' ο Νικολός με εξήγαγεν από την πλάνην.