United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ενώ ωμίλουν, άλλος ρήτωρ, ουχί αξιοπεριφρόνητος, αλλά μάλιστα πολύ άξιος της προσοχής σας, ως διατείνεται, απεπειράτο να με διακόψη και αντικρούση τα λεγόμενα. Τώρα δε ότε έπαυσα λέγει ότι δεν είνε αληθή και απορεί πώς υποστηρίζω ότι κατάλληλον προς επίδειξιν ευφραδείας είνε το κάλλος οίκου κοσμημένου με χρώματα και χρυσόν, ενώ κατά την γνώμην του το εναντίον είνε αληθές.

ΑΜΛΕΤΟΣ Καλά με συμβουλεύει. ΟΡΑΤΙΟΣ Θα χάσης τούτο το στοίχημα, Κύριέ μου. ΑΜΛΕΤΟΣ Δεν το πιστεύω· αφού αυτός επήγε εις την Γαλλίαν, εγώ δεν έπαυσα να γυμνάζωμαι· όπως έβαλαν το στοίχημα θα το κερδίσω. Αλλά δεν ημπορείς να φαντασθής πόσην στενοχωρίαν αισθάνομαι εδώ εις την καρδίαν μου· όμως δεν πειράζει. ΟΡΑΤΙΟΣ Αλλά, Κύριέ μου

Αλλ' ως αναντίρρητον ότι ποιητής αυτοσχέδιος της μυροβλήτου στροφής υπήρξεν ο Διάκος, ούτω και αληθές ότι αφότου ευτύχησα ν' ακούσω το νεκρώσιμον άσμα, εγεννήθη εν τη διανοία μου η ιδέα του επομένου στιχουργήματος, ουδ' έπαυσα διαλογιζόμενος τίνι τρόπω να εξυμνήσω επαξίως τον γίγαντα της Δωρίδος και πώς να τελέσω μνημόσυνον υπέρ ψυχής πληρούσης απ' άκρου εις άκρον της φαντασίας μου το στερέωμα.

Αχ! τι λέγεσαι Ρωμαίος; Αρνήσου τον πατέρα σου, παραίτα τ' όνομά σου, ή αν δεν θέλης, μοναχά πως μ' αγαπάς ορκίσου και έπαυσα να λέγομαι του Καπουλέτου κόρη ΡΩΜΑΙΟΣ Ν' ακούσω κι’ άλλα; ή αυτά με φθάνουν; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Τ' όνομά σου είναι ο μόνος μου εχθρός.

Εχύθημεν όλοι εντός της ανοικτής θύρας, ακολουθούντες την γραίαν. Ο Θεός την εφώτισε ! Εις εκείνην χρεωστούμεν την σωτηρίαν, την ύπαρξίν μας. Δεν την είδα έκτοτε, ούτε το όνομα της γνωρίζω, αλλά ποτέ δεν ελησμόνησα το αγαθόν πρόσωπον της, ουδ' έπαυσα ευλογών την μνήμην της. Είθε να την αντήμειψεν ο Θεός και να την ανέπαυσεν εν ειρήνη !

Επί τέλους . . . Επρόσθεσε· και στεναγμός ανακουφίσεως εξήλθε του στήθους του. Ανέπνευσα κ' εγώ μαζή του και τον συνεχάρην, διότι αυτήν την φοράν κατώρθωσε να μου εμφυτεύση αρκετόν μέρος της αισιοδοξίας του. Την επιούσαν κατά την ορισθείσαν ώραν, ήμην εις το ζυθοπωλείον κ' επερίμενα. Δεν ειξεύρω όμως διατί, έπαυσα αίφνης να είμ' ευχαριστημένος.

Εγώ δε, ενώ εσκεπτόμην περί της σημερινής εμφανίσεώς μου, αν έπρεπεν εις ηλικίαν τοιαύτην, και αφού προ τόσου καιρού έπαυσα τας δημοσίας διαλέξεις, να υποβληθώ πάλιν εις την κρίσιν τόσων δικαστών, ανεμνήσθην εγκαίρως την εικόνα εκείνην.

Να μη βλέπω τον ήλιον να λάμπη την ημέραν, να μη βλέπω την σελήνην να φέγγη την νύκτα; Να μη βλέπω τον ουρανόν με τάστρα, την γην με τάνθη, την θάλασσαν με τα ψάρια; Να μη βλέπω, Παναγία μου, την εικόνα σου, την Ζωοδόχον Πηγήν την ολόφωτον, παρεκάλουν την Θεοτόκον διαρκώς, να μη βλέπω την Θωμαήν μου; . . . Και, κατεφίλουν την χρυσήν μου καδένα, εις την οποίαν δεν έπαυσα να καταφεύγω πάντοτε ως εις τελευταίαν άγκυραν σωτηρίας.

Επί πλέον θα είπω τα εξής: Μεταξύ των δούλων σας δυνατόν να υπάρχουν, εν αγνοία σας, χριστιανοί, επειδή η θρησκεία αύτη εξηπλώθη ήδη πανταχού. Εκείνοι αντί να σας υπηρετούν θα σας προδίδουν. Έχετε μικράν υπομονήν. Τας ημέρας αυτάς δεν έπαυσα να εισέρχωμαι εις τα καπηλεία, όπου η γλώσσα των ανθρώπων λύεται, ούτε εις τα αρτοπωλεία. Διέτρεξα όλας τας οδούς και τα αδιέξοδα.