United States or Wallis and Futuna ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κλαίει! Τι κλαίει αυτός εκεί; Καλόγηρος να κλαίη! Και τίνος το βλαμμένο αυτό το μοιρολόγι λέει;.. Ακούω·.. λόγια καθαρά: — Ελένη μου, παιδιά μου, Αγαπημένα Γιάννινα! — Ω, τι ακούν' τ' αυτιά μου!.. Μεμιάς φωναίς κι' αλαλαγμός από το Μεσολόγγι. Και μια μεγάλη αναλαμπή, οπού βουνά και λόγγοι Λάμπουνε 'σάν να καίγονται, τον κόβουνε το κλάμα Του γέρου του Καλόγηρου.

Κι' έτρεξαν γύρω ένα σωρό κουνιές και συνυφάδες, και την κρατούσαν που κοντά ναν τη σκοτώσει ο πόνος. Κι' όταν ξανά συνέφερε και πήρε λίγη ανάσα, 475 στενάζει οχ την καρδιά βαθιά και μοιρολόγι αρχίζει «Έχτορα, εγώ η κακότυχη!

Και κάθε μοιρολόγι, Οπού για σένα κλαίμ' εμείς, τα έρμα τα παιδιά σου, Μέσ' 'ς την καρδιά τους σάρακας να γίνη να τους τρώγη! Αχ! πότε, μάνα μας γλυκειά, την τρυφερή αγκαλιά σου Ασπροντυμένη, ελεύθερη, μάνα, 'ς εμάς θ' ανοίξης, Να μας φιλήση ελεύθερο το ολόγλυκό σου στόμα, Κ' ελεύθερη την ώμορφη θωριά σου να μας δείξης!.. Πότε θα ιδούμε ανθόστρωτο το ιερό σου χώμα!

Πάντα κρυμμένος πόνος Μέσ' 'ς την καρδιά είνε κρυφό μαχαίρι, είνε φόνος· Κι' αυτός δεν έχει σύντροφο να του το 'μολογάη, Όταν τον συνεπαίρνη αυτό κ' έτσι να του περνάη· Κ' αν τα πλατειά του κάποτε δακρύζουν βλέφαρά του, Όχι, δεν ξεθυμαίνουνε τα στήθηα κ' η καρδιά του, Ιδέτε τον, δεν κάθεται, μέσατα δένδρα 'μπήκε·ένα 'ποκάτω έσκυψε, κάτιαυτό θα βρήκε· Ακόμα δεν σηκώθηκε· ιδέτε τον,....τι κάνει; Μη το μακρύ του χύθηκε του δόλιου κομπολόγι; Μήνα παράδες τώπεσαν; μην' τώπεσε λιβάνι; Τον βλέπω...να σφογγίζεται κι' ακούω μοιρολόγι.

Έκλεισε τα όμματα, και ήρχισε να ναναρίζεται μόνη της, υποψιθυρίζουσα ένα τραγούδι ωσάν μοιρολόγι, αλλά δεν είχεν ύπνον. Επανήλθαν πάλιν και της έστησαν πολιορκίαν οι φόβοι και τα φαντάσματα. Τον κλαυθμηρισμόν εκείνον του νηπίου τον ήκουε συχνά μέσα της, βαθειά στα σωθικά της.

Αν γράφτηκε εκεί κάτου να σκοτωθώ, ώρα μου καλή! Εφτύς το λάζο ας πιάσει 225 κι' ας με τελιώσει ο Αχιλιάς, σαν πάρω το παιδί μου στην αγκαλιά μου κι' ο πικρός χορτάσω μοιρολόγι

Και σκυμμένες απάνω στο πελώριο πτώμα, μητέρα και κόρη, ξανάλεγαν ατελείωτα το παινετικό μοιρολόγι του νεκρού και ρίχνανε την ίδια κατάρα κατά του φονηά. Και με τη σειρά της μία μία γυναίκα έπαιρνε το μοιρολόγι. Από κείνη την ημέρα, η Ιζόλδη η Ξανθή έμαθε να μισή το όνομα του Τριστάνου του Λοοννουά. Αλλά στο Τινταγκέλ, ο Τριστάνος έλυωνε: φαρμακωμένο αίμα έτρεχε από της πληγές του.

Τούτο συνέβη και εν τη περιστάσει ταύτη, καθ' ην ο Διαμάντης αναγνωρίζει εκ του ήχου το όπλον του διαβοήτου Δίπλα, του γνωστού τούτου συνεταίρου του Κατζαντώνη. Αρμούτι έβγατον πόλεμο, νταλιάνιτο σημάδι Και καρυοφύλλιτη φωνή, σαν άξιο πολληκάρι. » Βάσανα, μοιρολόγια. » σ. 105 Κρίνω εύλογον να σημειώσω ότι κυρίως μοιρολόγι σημαίνει θρήνος μετά νεκρικού άσματος.

'Στα κοφοβούνια του Ζυγούτα κρούσταλλατα χιόνια Καιέρμα ανάμεσα κλαριά παμπάλαια-αιώνια Ο Κώστας κάθεται και κλαίει ζωμένος τάρματά του, Κι' αναστενάζοντας βαρηά, 'σάν νέφιο φορτωμένο, Φωνάζει τη γυναίκα του, φωνάζει τα παιδιά του, Είνε το μοιρολόγι του πικρό, φαρμακωμένο, Και μόνη μια παρηγοριά, βαθειά τόνε γλυκαίνει, Η δόξα του Μεσολογγιού.

Το μοιρολόγι μου αυτό θα έχης κάθε νύκτα, να έρχωμαι ς' τον τάφον σου, να ραίνω και να κλαίω. Α! το παιδί μ' ειδοποιεί· θα πλησιάζη κάποιος. Ποιος είν' αυτός που έρχεται μ' ανόσιον ποδάρι, και μου χαλνά την νεκρικήν πομπήν του Έρωτός μου; Κρατεί ‘ς το χέρι του δαυλόν. Ω νύκτα, σκέπασέ με! ΡΩΜΑΙΟΣ Δος μου, Βαλτάσσαρ, τον μοχλόν και την αξίνην δος μου.